Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για την εφαρμογή του νέων Κωδίκων, την 1η Ιουλίου, με τους ανθρώπους της δικαιοσύνης να διατυπώνουν έντονες επιφυλάξεις για διατάξεις που για πολλούς αποτελούν «πλυντήριο» για τους πρωταγωνιστές υποθέσεων διαφθοράς. Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, υπηρετώντας το θεσμικό της ρόλο, κρούει και πάλι τον κώδωνα του κινδύνου προειδοποιώντας για μαζικές παραγραφές εκκρεμών υποθέσεων και τη δημιουργία αισθήματος ατιμωρησίας.
Άλλωστε, πρόσφατα είχε αναφέρει πως η εφαρμογή συγκεκριμένων διατάξεων θα τινάξουν στον αέρα υποθέσεις διαφθοράς μείζονος δημοσίου ενδιαφέροντος και θα κλονίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών ότι υπάρχει ειλικρινείς πρόθεση για πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής. Η τροποποίηση του νόμου 1608/50 περί καταχραστών του δημοσίου και η κατάργηση των ισοβίων για τα οικονομικά εγκλήματα σε βάρος του ελληνικού δημοσίου βρίσκεται στο επίκεντρο της συζήτησης.
Ωστόσο, αυτό που προκαλεί καχυποψία σε νομικούς κύκλους αλλά και στους κόλπους της δικαιοσύνης είναι οι ρυθμίσεις που αφορούν στη δωροδοκία δημοσίων υπαλλήλων καθώς θα οδηγήσει σε ατιμωρησία λόγω παραγραφής κατηγορούμενους σε υποθέσεις που έχουν χαρακτηριστεί σκάνδαλα. Δημιουργεί προβληματισμό, όπως σχολίαζαν οι ίδιοι κύκλοι, πως με τον νέο Ποινικό Κώδικα δεν τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος η περίπτωση της δωροδοκίας – δωροληψίας, αδικήματα τα οποία είναι ταυτισμένα με τις «μίζες» και τη διακίνηση μαύρου χρήματος. Νομικοί κάνουν λόγο για «διατάξεις-πλυντήριο» που θα απαλλάξουν επίορκους υπαλλήλους του δημοσίου αλλά και εκείνους που τους χρημάτισαν για να εξυπηρετήσουν τα προσωπικά συμφέροντας τους μετακυλίοντας τις «μίζες» στο δημόσιο και τους πολίτες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τελικά καλούνται να πληρώσουν το μάρμαρο.
Πολλοί είναι εκείνοι που θέτουν θέμα αξιοπιστίας και κάνουν λόγο για «θεσμικό ατόπημα της κυβέρνησης» επισημαίνοντας με νόημα πως έσπευσαν να περάσουν τους Κώδικες από τη Βουλή με διαδικασίες φάστ τράκ παραμονές εκλογών.