Στη μέθη αλλά και στον φόβο ότι θα ξαναπήγαινε φυλακή αποδίδει το φρικτό έγκλημα στην Ξάνθη ο δολοφόνος της Ζωής. Όπως δηλώνει στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα, το γεγονός ότι ήταν σουρωμένος ήταν αυτό που του έδωσε το θάρρος να της μιλήσει καθώς του άρεσε ως κοπέλα.
«Την είδα στο δρόμο και πήγα να της μιλήσω. Της είπα ότι ήθελα να κάνω κάτι μαζί της και εκείνη μου είπε “δεν μπορώ, δεν γίνεται αυτό και δεν σε ξέρω καν”. Kαι εκεί πήγα να την ακουμπήσω και πήγε να με χτυπήσει αυτή.
Εγώ τραβήχτηκα και την τράβηξα παραπέρα κι άρχισα να τη φιλάω. Από εκεί και μετά εξελίχθηκε σαν να το ήθελε, ούτε καν αμύνθηκε, ούτε φώναξε, ούτε με χτύπησε. Κάποια στιγμή όμως τραβήχτηκα γιατί κατάλαβα ότι αυτό που είχα κάνει δεν ήταν το σωστό. Και εκεί μου είπε “Tώρα θα σε κλείσω μέσα”. Και φοβήθηκα. Είχα θολώσει γιατί ήμουν σουρωμένος και δεν ήθελα να πάω φυλακή».
Στην ερώτηση πού πήγε όταν την σκότωσε, ο δράστης απαντά: «Στο σπίτι μου, κοιμήθηκα σαν να μην τρέχει τίποτα δηλαδή. Ήμουν υπερβολικά πιωμένος, ξύπνησα για να πάω στο μαγαζί και δεν θυμόμουν τίποτα. Πέρασα από εκείνο το σημείο και είδα τον κόσμο και μου ήρθε στο μυαλό αυτό το τραγικό λάθος που είχα κάνει. Είχα σκύψει το κεφάλι και είχα βουρκώσει. Έκλαιγα».
Ο δολοφόνος της Ζωής δηλώνει ότι έχει μετανιώσει φρικτά για αυτό που έκανε εκφράζοντας την άποψη ότι του αξίζει η θανατική ποινή.
«Το λάθος που έκανα ήταν πολύ μεγάλο. Θέλω να πω συγγνώμη σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στους γονείς της Ζωής. Λυπάμαι ειλικρινά και δεν ξέρω τι άλλο να πω. Ό,τι και να πω είναι λίγο. Θέλω να ζητήσω συγγνώμη και από τους γονείς μου».
Όσο για το αν αισθάνεται ότι έχει ψυχολογικό πρόβλημα, απαντά: «Δεν μπορώ να σας πω είτε ναι είτε όχι, αλλά πιστεύω ότι είναι ψυχολογικό το πρόβλημα», καταλήγει.