«Έφυγα από την πλατεία Θεάτρου πριν από λίγους μήνες. Αναγκάστηκα να φύγω.
Η ζωή είχε καταντήσει “μη ζωή”. Η κακή μεταναστευτική πολιτική, η διεφθαρμένη αστυνομία κι ένας ψεύτης διαπλεκόμενος δήμαρχος κατέστρεψαν το ιστορικό κέντρο της πόλης.
Χθες πέρασα από τη γειτονιά μου την παλιά να πάρω κάποια πράγματα από το σφραγισμένο μου σπίτι.
Οι αστυνομικοί στη μια γωνιά της Μενάνδρου, και στην άλλη γωνιά οι μαύροι έμποροι των ναρκωτικών να με ρωτούν αν θέλω κόκα, μαύρο ή πρέζα.
Στην ερώτησή μου γιατί δεν τους πιάνουν, οι αστυνομικοί μου απάντησαν ότι δεν έχουν εντολή κι ότι ακόμη κι αν τους πιάσουν σε μία μέρα θα τους ξαναφήσουν.
Ευτυχώς το παζάρι που έκλεινε παρανόμως τη Μενάνδρου και τη Σαπφούς δεν υπήρχε εκεί. Μου είπαν ότι λόγω επερχόμενων εκλογών το απαγορεύουν. Το δια νόμου απαγορευμένο ούτως ή άλλως.
Η κάποτε πολύβουη Ευριπίδου, χάσκει σαν ξερή λίμνη με τα όρνια να γυροφέρνουν ποιος ξεχασμένος περαστικός θα είναι το επόμενο θύμα. Πάντα υπάρχει. Ένας τουρίστας, μια κοπέλα που ξεχάστηκε,μια κυρία που πάει στο ΙΚΑ της γειτονιάς. Θα βρεθεί μια τσάντα να κλαπεί ή ένα αυτοκίνητο να σπάσει.
Θυμός. Και αηδία.
Περιμένω. Κουράστηκα να φωνάζω. Κουράστηκα να νιώθω πολίτης β’ κατηγορίας.Περιμένω. Να φύγει ο ψεύτης δήμαρχος. Να ξανανοίξω την πόρτα του σπιτιού μου.
Να ξαναγίνει η γειτονιά μου, γειτονιά. Με παιδιά στους δρόμους. Με μάτια χωρίς φόβο και απόγνωση.
Περιμένω για να ξαναγυρίσω. Και πολλοί ακόμη που αναγκαστήκαμε να γίνουμε πρόσφυγες στην ίδια μας την πόλη.
Περιμένουμε».
Με τιμή,
Γιώργος Καραμίχος