Στη Λάρισα μια εισαγγελέας πρότεινε να αθωωθεί ένας άνδρας που κατηγορήθηκε για τον βιασμό της 4,5 ετών ανιψιάς του το καλοκαίρι του 2015, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του larissanet.gr, η εισαγγελέας πρότεινε την απαλλαγή του κατηγορουμένου, ωστόσο, το δικαστήριο αποφάσισε ομόφωνα την ενοχή του. Η διχογνωμία μεταξύ εισαγγελέως και δικαστών φάνηκε και στην ποινή, με την πρώτη να προτείνει ποινή φυλάκισης ενός έτους και το δικαστήριο να επιβάλει κάθειρξη έξι ετών κι ενώ αναγνωρίστηκε στον κατηγορούμενο το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη. Να σημειωθεί πως πρωτοδίκως επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο κάθειρξη 15 ετών, με τον ίδιο να εκτίει δύο χρόνια στο Κατάστημα Κράτησης Γρεβενών.
Ο κατηγορούμενος, στην απολογία του κατά την προηγούμενη δικάσιμο αρνήθηκε τις κατηγορίες, δήλωσε πως είναι αθώος και πως όλο αυτό έγινε για ένα «καπρίτσιο» της μητέρας του κοριτσιού, με την οποία, όπως κατέθεσε, κατά το παρελθόν και πριν από την καταγγελία είχαν μεταξύ τους μικροπροστριβές. Τόνισε, επίσης, πως κατά το επίδικο διάστημα δούλευε στον Βόλο και δεν βρισκόταν στο πατρικό του σε χωριό της Λάρισας, όπου, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, έλαβε χώρα η πράξη. Θυμίζουμε πως σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι καταγγελλόμενες πράξεις έγιναν το καλοκαίρι του 2015 εις βάρος της ανιψιάς του που τότε ήταν 4,5 ετών.
Σήμερα η ακροαματική διαδικασία ξεκίνησε με την αγόρευση της εισαγγελέως της έδρας η οποία, όπως αναφέραμε στην αρχή, πρότεινε την απαλλαγή του κατηγορουμένου αναφέροντας, μεταξύ άλλων, στην αγόρευσή της πως κατά την άποψή της δεν υπάρχουν «αποδεικτικά στοιχεία ικανά και αδιάσειστα που να οδηγήσουν σε εδραία δικανική πεποίθηση ότι ο κατηγορούμενος είναι ένοχος».
Νωρίτερα η εισαγγελέας στάθηκε στο σκεπτικό της απόφασης του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Βόλου που καταδίκασε το 2019 σε πρώτο βαθμό τον κατηγορούμενο, αναφέροντας πως δεν ελήφθησαν υπόψη καταθέσεις τεσσάρων μαρτύρων, που επιβεβαίωναν την παρουσία του κατηγορουμένου στο Βόλο το επίδικο διάστημα.
«Ο βιασμός ενός ανήλικου παιδιού αποτελεί ένα ειδεχθές έγκλημα. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τον βιασμό του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου» ανέφερε στη συνέχεια η εισαγγελέας προσθέτοντας: «Δυστυχώς ή ευτυχώς, πρέπει όλοι εμείς που συμμετέχουμε στις νομικές διαδικασίες να είμαστε αποστασιοποιημενοι από την αναφορά γεγονότων που φαντάζουν ως αληθή και να σκεφτόμαστε διπλά και τριπλά πριν εκδώσουμε ετυμηγορία εναντίον ατόμων που δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν τέλεσαν τις πράξεις που τους αποδίδονται».
Η εισαγγελέας τόνισε επίσης πως έγιναν λάθη στη διαδικασία συλλογής αποδεικτικού υλικού, τα οποία διέλαβαν την προσοχή των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, ενώ στάθηκε και στο «έλλειμμα», όπως ανέφερε, της Πολιτείας να εξετάσει την ανήλικη σε κατάλληλα διαμορφωμένους χώρους από κατάλληλα εκπαιδευμένο επιστημονικό προσωπικό.
Κλείνοντας, αναφέρθηκε στον -όπως χαρακτηριστικά τόνισε- «ελέφαντα στη δικαστική αίθουσα» που είναι οι αμφιβολίες για την ενοχή του κατηγορουμένου, οι οποίες, σύμφωνα με το τεκμήριο αθωότητας, λειτουργούν υπέρ του κι έτσι κάλεσε το δικαστήριο να απαλλάξει τον κατηγορούμενο από την κατηγορία που του αποδόθηκε και να τον κηρύξει αθώο.
Το δικαστήριο, ωστόσο, έπειτα από συνεδρίαση αποφάσισε ομόφωνα την ενοχή του κατηγορουμένου επιβάλλοντάς του ποινή κάθειρξης έξι ετών, με αποτέλεσμα ο άνδρας να οδηγηθεί στη φυλακή.