Τη μορφή χιονοστιβάδας έχουν πάρει το τελευταίο διάστημα τα περιστατικά βίας με πρωταγωνιστές ανήλικους. Ο εφιάλτης της παραβατικότητας έφηβων ατόμων προκαλεί ερωτήματα για το τι τελικά συμβαίνει στη χώρα μας, την ώρα που οι άγριοι ξυλοδαρμοί μέσα και έξω από τα σχολεία καθημερινά αυξάνονται.
Ποιος φταίει τελικά για την επιθετικότητα των ανήλικων ατόμων; Ευθύνεται η οικογένεια, οι φίλοι και οι παρέες ή τα ερεθίσματα που λαμβάνουν οι έφηβοι από το περιβάλλον τους; Γιατί οι άγριες επιθέσεις γίνονται όλο και περισσότερες;
Στα ερωτήματα του Newsbeast απαντά η ψυχολόγος (BSc), εγκληματολόγος (MSc), Ιωάννα Σκλιάμη, τονίζοντας πως «η επιθετικότητα στην εφηβική ηλικία είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο γι’ αυτό και η αντιμετώπιση οφείλει να είναι πολύπλευρη».
«Σίγουρα η πανδημία έπαιξε τον ρόλο της, καθώς οι νέοι σε μια τόσο ζωντανή και έντονη αναπτυξιακή φάση της ζωής τους, όπως είναι η εφηβεία, αναγκάστηκαν να περιορίσουν ζωτικές τους ανάγκες όπως η επαφή και η ανθρώπινη επικοινωνία. Η ρίζα όμως είναι πιο βαθιά, η βιβλιογραφία και η κλινική πράξη επιβεβαιώνουν ότι ένα παιδί που θα ασκήσει βία είναι εκείνο που έχει εξοικειωθεί με τη βία μέσα στην οικογένειά του. Μόνο που η σύγχρονη οικογενειακή βία δεν είναι μόνο η λεκτική ή η σωματική. Είναι και η απουσία, η αμέλεια, η παραμέληση, όταν οι γονείς είναι συναισθηματικά απόντες, όταν δεν υπάρχει η αποδοχή, η κατανόηση, η ελευθερία, το αίσθημα του ανήκειν, μία βάση και μία σταθερότητα. Είναι η σιωπή που υπάρχει ανάμεσα στο γονεϊκό ζευγάρι, όταν δεν μιλούν μεταξύ τους, δεν αγκαλιάζονται… δεν μοιράζονται. Είναι ο “νεκρός γάμος”, που κρύβεται πίσω από συμβιβασμούς και καθημερινή ανοχή».
«Ο έφηβος νιώθει αόρατος και ασήμαντος, όταν η οικογένεια δεν έχει τις προϋποθέσεις για να τον αγκαλιάσει»
Όπως εξηγεί μιλώντας στο Newsbeast η Ιωάννα Σκλιάμη, «ο έφηβος που έχει την ανάγκη από ένα περιβάλλον που θα του καθησυχάσει την εσωτερική του μάχη, αποσυντονίζεται, νιώθει αόρατος και ασήμαντος, όταν η οικογένεια δεν έχει τις προϋποθέσεις για να τον αγκαλιάσει και να τον κάνει να νιώσει ασφάλεια».
«Το παιδί έχει ανάγκη να ανήκει κάπου και, όταν αυτό δεν το βρίσκει μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο, αναζητάει μία ομάδα για να βιώσει την πληρότητα της ασφάλειας και της αποδοχής που έχει στερηθεί. Έτσι, με αυτή την αποστροφή και τον φόβο για την κοινωνία, το παιδί εμπλέκεται σε “συμμορίες ανηλίκων” με παραβατική δράση, τις περισσότερες φορές, για να μπορέσει να επιβιώσει ψυχικά και συναισθηματικά σε μία επιβεβλημένη ανασφάλεια», σημειώνει και αναφερόμενη στον παράγοντα «οικογένεια» τονίζει πως «ανάγεται σε δύο θεματικές:
- 1) στις διαπροσωπικές σχέσεις γονιού-παιδιού μέσα από την επίβλεψη, την προσοχή, την επιβολή, τη διαπαιδαγώγηση ή και την κοινωνικοποίηση και
- 2) στους αντικειμενικούς παράγοντες, ήτοι στο μέγεθος της οικογένειας, τη θέση του παιδιού μέσα στην οικογένεια, την οικονομική κατάσταση, τη σχέση μεταξύ των γονέων, τη χρήση βίας για την απόκρουση των οικογενειακών διαφορών ή και την κατανάλωση αλκοόλ από τους γονείς, που ωθούν τα παιδιά σε παραβατικές συμπεριφορές και στην αποφυγή του καθιερωμένου προτύπου πειθαρχίας».
«Να θυμόμαστε… η αγάπη βάζει όρια, η τιμωρία τα καταρρίπτει»
Ξεκαθαρίζοντας πως «το σχολείο είναι ένας κοινωνικοποιητικός θεσμός αμέσως μετά την οικογένεια» η ψυχολόγος – εγκληματολόγος, Ιωάννα Σκλιάμη, υπογραμμίζει «να θυμόμαστε ότι η αγάπη βάζει όρια, η τιμωρία τα καταρρίπτει».
«Οι γονείς και κατ’ επέκταση η κοινωνία έχουν αναθέσει στο σχολείο την προετοιμασία των νέων ατόμων, για να αντιμετωπίσουν υπεύθυνα τη ζωή και το μέλλον. Η ευθύνη του σχολείου είναι καθοριστική. Η δομή αλλά και ο τρόπος λειτουργίας του σχολείου, ο αυταρχισμός, η έλλειψη συμμετοχής των μαθητών στη λήψη αποφάσεων, η διδασκόμενη ύλη αλλά και η μέθοδος διδασκαλίας (χωρίς διάλογο και ερεθίσματα για έρευνα και εμβάθυνση), η έλλειψη σύνδεσης σχολείου-κοινότητας, η έλλειψη υλικής υποδομής των σχολείων, έχουν κατηγορηθεί ότι συμβάλλουν με τη σειρά τους στο πρόβλημα», μας λέει.
«Το εκπαιδευτικό σύστημα εξακολουθεί να είναι ανελεύθερο, πνίγει τον αυθορμητισμό του μαθητή και τις δημιουργικές του ικανότητες, υπερφορτώνει τη μνήμη του, αμβλύνει την κρίση του και καταλήγει το σχολικό πρόγραμμα να είναι προθάλαμος προετοιμασίας εξετάσεων. Από την άλλη πλευρά, η ελλιπής σχολική φοίτηση (η υποχρεωτική εκπαίδευση είναι μέχρι το Γυμνάσιο, ενώ θα έπρεπε να είναι μέχρι και το Λύκειο) είναι ακόμα ένας αρνητικός παράγοντας, γιατί διαταράσσει την ομαλή κοινωνικοποίηση των εφήβων. Η άρνηση των εφήβων να πάνε σχολείο μπορεί, επίσης, να οφείλεται σε οικογενειακά αίτια, όταν βιώνουν σε καθημερινή βάση συγκρούσεις, βία, αυταρχικότητα, στέρηση στοργής και απόρριψη ή όταν υπάρχει φτώχεια και απουσία ελπίδας για το μέλλον.
Αποτέλεσμα είναι να τους γεννιούνται συναισθηματικά και ψυχολογικά προβλήματα, αισθήματα μοναξιάς και δυστυχίας, αισθήματα χαμηλής αυτοεκτίμησης και αναξιότητας που τους απομακρύνουν από το σχολείο», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ποιος είναι ο ρόλος των social media στην έξαρση της βίας των ανηλίκων
«Ο σύγχρονος δυτικός κόσμος έχει εξελιχθεί σε έναν χώρο ανταγωνισμού και κοινωνικής σύγκρισης. Η συνεχής αξιολόγηση που επιβάλλουν τα social media κάθε άλλο παρά εξυπηρετούν την επικοινωνιακή εγγύτητα. Ταυτοχρόνως, αποτελούν ένα μέσο επίδρασης για τους νέους προωθώντας πρότυπα τα οποία επαυξάνουν τον ατομικισμό, τη διεκδικητικότητα άνευ όρων και την επιθετικότητα.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον τα ευγενή συναισθήματα θεωρούνται αδυναμία και απορρίπτονται. Έτσι, τα παιδιά αναπτύσσονται ψυχοσυναισθηματικά σε μια εποχή συναισθηματικού “αποστραγγισμού”, με το συλλογικό ασυνείδητο της νεολαίας να διαμορφώνεται με εικόνες και μουσικές που προάγουν και εξυμνούν τη βία και την παραβατικότητα», μας λέει η ψυχολόγος – εγκληματολόγος.
Η παραβατικότητα των ανηλίκων σε αριθμούς
«Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία αύξηση ποσοτική που πρέπει να μας προβληματίσει, ως προς τα βίαια εγκλήματα. Η σύγκριση των αστυνομικών δεδομένων του 2000 και του 2020 είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική. Το 2000 η νεανική παραβατικότητα 13 ως 17 ετών κυμαινόταν στο 7%, ενώ το 2020 είχε πέσει στο 4,5%. Το 26% των παιδιών ξεκινάει την παραβατική συμπεριφορά στην ηλικία των 8 με 14 ετών, ενώ η παραβατικότητα εκδηλώνεται κυρίως μετά την ηλικία των 15 ετών», διαμηνύει η Ιωάννα Σκλιάμη.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Αστυνομίας υπήρξε αύξηση στα ποσοστά παραβατικότητας ανηλίκων το 2023.
Πιο συγκεκριμένα παρατηρείται αύξηση στις συλλήψεις ανηλίκων κατά:
- 80% το 2023 σε σχέση με το 2022 για εγκληματική οργάνωση,
- 33% για επικίνδυνες σωματικές βλάβες και
- 46% για κλοπές.
«Το 2023 υπήρξαν 10.776 περιστατικά ανήλικης παραβατικότητας, 1.100 εκ των οποίων ήταν έως 11 ετών και 1.400 από 12 έως 14 ετών και μόνο τον Σεπτέμβριο του 2023 συνελήφθησαν 1.553 ανήλικοι, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας.
Το πρώτο 8μηνο του 2024 έγιναν 9.000 συλλήψεις ανηλίκων.
Με βάση τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, εκτιμάται ότι 200.000 ανθρωποκτονίες διεξάγονται μεταξύ νέων ηλικίας 10-29 ετών, αριθμός που εκπροσωπεί το 43% του συνολικού αριθμού ανθρωποκτονιών κατά έτος. Το πρώτο οκτάμηνο του 2024 υπήρξαν 667 συλλήψεις για σωματικές βλάβες, 93 για βιασμοί και απόπειρες, 776 για ναρκωτικά και 2.050 για ληστείες, κλοπές. Κατά μέσο όρο, κάθε ημέρα από την αρχή του 2024 η Αστυνομία προχωρά στη σύλληψη 37 μαθητών Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου», δηλώνει κλείνοντας η Ιωάννα Σκλιάμη.