Συστηματικά και για χρόνια «ξάφριζε» το ελληνικό Δημόσιο η εγκληματική οργάνωση που εξιχνιάστηκε με τη σύλληψη 11 μελών της.
Η οργάνωση, είχε φτιάξει μια σειρά από «μαϊμού» εταιρείες, στις οποίες είχε βάλει διαχειριστές «αχυρανθρώπους» οι οποίοι άλλαζαν μεταξύ τους για να μην μπορεί κανείς εύκολα να τους εντοπίσει. Τα έκαναν όλα με τον τύπο του νόμου. Είχαν ΑΦΜ, ήταν δηλωμένες στο ΓΕΜΗ, έκαναν τις φορολογικές τους δηλώσεις και τις δηλώσεις ΦΠΑ χωρίς καθυστέρηση.
Αυτά όμως ήταν μονάχα η απαραίτητη κάλυψη για την «κομπίνα». Είχαν φτιάξει 139 τραπεζικούς λογαριασμούς, οι οποίοι ανακύκλωναν μεταξύ τους χρήματα, καταγράφηκαν σύμφωνα με τον Alpha σχεδόν 53.000 συναλλαγές με αποτέλεσμα να εξαπατήσουν το Δημόσιο.
Πήραν παράνομα 133 επιστρεπτέες προκαταβολές, πήραν πάνω από 44 επιστροφές ΦΠΑ, ποσό που ξεπερνά τα 15 εκατομμύρια ευρώ. Έχουν βρεθεί και συλληφθεί 11 άτομα ενώ έχουν κατασχεθεί πολυτελή οχήματα και ένας τραπεζικός λογαριασμός με 1,5 εκατ. Ευρώ.
Ψάχνουν άλλα 23 άτομα.
Η δικογραφία
Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα -κατά περίπτωση- για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, απάτη κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του ελληνικού Δημοσίου και των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και για παράβαση των νόμων περί όπλων, επιβλαβών φαρμάκων και του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, ενώ, παράλληλα, στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμα 23 άτομα.
Σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, από την πολύμηνη έρευνα προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση με διάρκεια και συγκεκριμένη δομή και οργάνωση, με σκοπό τη συγκάλυψη της μη απόδοσης ΦΠΑ ή της παράνομης θεμελίωσης δικαιώματος επιστροφής ΦΠΑ, την είσπραξη παράνομου οικονομικού όφελος και την παρακράτηση παράνομων οικονομικών ενισχύσεων από τα ταμεία του ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω ανύπαρκτων εταιριών εμπορίας προϊόντων τεχνολογίας ή νομικών οντοτήτων που έχουν τα χαρακτηρίστηκα του «εξαφανισμένου εμπόρου».
Για την επίτευξη του παράνομου σκοπού τους, τα μέλη της οργάνωσης:
- χρησιμοποιούσαν πλαστά έγγραφα και ψευδείς δηλώσεις για τη σύσταση των εταιρειών, ενώ υπέβαλαν ψευδείς δηλώσεις μισθωτηρίων στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων,
- δήλωναν ως έδρα των εταιρειών χώρους στους οποίους ουδέποτε εγκαθίσταντο και δεν ανέπτυσσαν εμπορική δραστηριότητα,
- χρησιμοποιούσαν «αχυράνθρωπους» ή στοιχεία φυσικών προσώπων που δεν σχετίζονταν με νομικές οντότητες, ως διαχειριστές/εκπροσώπους των εταιρειών,
- μέσω των στοιχείων αυτών, απέδιδαν ΑΦΜ και αποκτούσαν κωδικούς taxisnet,
- καταχωρούσαν τα στοιχεία στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο,
- δήλωναν σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες δήθεν μισθώσεις επαγγελματικών χώρων-εδρών των εταιρειών, υπέβαλαν φορολογικές δηλώσεις και αιτούνταν τις σχετικές αιτήσεις χορήγησης ενισχύσεων για επιτρεπτέα προκαταβολή και
- προχωρούσαν σε άνοιγμα εταιρικών τραπεζικών λογαριασμών και συνδεόμενων με αυτούς τραπεζικών καρτών και εξέδιδαν κωδικούς ηλεκτρονικής τραπεζικής.
Παράλληλα, για να αποφεύγουν την αποκάλυψη της δράσης τους από τις διωκτικές Αρχές, φρόντιζαν να ιδρύουν νέες νομικές οντότητες, να τοποθετούν διαρκώς νέα μέλη ως διαχειριστές και να καλύπτουν τις εικονικές εμπορικές συναλλαγές μέσα από ένα πλέγμα τραπεζικών κινήσεων συνδυασμένο με αναντιστοιχίες μεταξύ περιοδικών δηλώσεων ΦΠΑ σε σχέση με τις τραπεζικές πιστώσεις και τις χρεώσεις τηρούμενων λογαριασμών.
Αποτέλεσμα αυτού ήταν να εκδίδονται από τις φορολογικές αρχές αποφάσεις ως «αχρεωστήτως καταβληθέντα» σε βάρος των ανύπαρκτων πρόσωπων ή «αχυρανθρώπων», αποστερώντας τη δυνατότητα ανάκτησής τους και αποφεύγοντας τις ποινικές και διοικητικές κυρώσεις σε βάρος των μελών της οργάνωσης.
Χαρακτηριστική περίπτωση, σύμφωνα με την ανακοίνωση, αποτελεί η σύσταση 5 εταιρειών μέσω υφαρπαγής στοιχείων προσώπου και μεταβίβαση σε αυτό 26 εταιρειών, τις οποίες διαχειρίζονταν αφανώς τα μέλη της οργάνωσης.
Το άτομο αυτό περιλαμβάνεται στην επικαιροποιημένη λίστα των μεγαλοοφειλέτων του Δημοσίου με ποσό 3.250.000 ευρώ περίπου.