Τον έχουν αποκαλέσει «Καραγκιόζη του ελληνικού σινεμά» και πιθανότατα έχουν δίκιο, καθώς ο εθνικός μας κωμικός ήταν η απόλυτη ενσάρκωση του λαϊκού κινηματογραφικού ήρωα, κουβαλώντας στις ερμηνείες του όλα όσα απαρτίζουν τη σύγχρονη νεοελληνική ψυχή. Ο αυθεντικότερος εγχώριος κινηματογραφικός ήρωας έβαλε σκοπό της ζωής του να προσφέρει τη χαρά, αν και στην πορεία μίλησε τελικά για όλα, κουβαλώντας πάντα τη σεμνότητα και τη μελαγχολία του ευαίσθητου κλόουν. Ο Βέγγος διέσχισε τη νεοελληνική πραγματικότητα με τη χαρακτηριστική του σφραγίδα, φιλοτεχνώντας μια μοναδική σχέση οικειότητας ανάμεσα στον ίδιο και τον θεατή: ήταν ο δικός μας άνθρωπος, το σπαρταριστό alter ego μας, που μέσα από το πηγαίο του ταλέντο δημιούργησε ένα συνονθύλευμα ανεπανάληπτων στιγμών και αξέχαστων αναμνήσεων, εκφράζοντας συλλογικούς πόνους, φόβους αλλά και καταστάσεις εξόχως ελληνικές. Ο Βέγγος δεν ήταν όμως άλλος ένας κωμικός που εξαντλήθηκε στη φάρσα και το εύκολο γέλιο (αν και όταν το έκανε, το έκανε υπέροχα!), ήταν ένας καλλιτέχνης με ευαισθησίες που έστελνε μέσα από τα έργα του πολλαπλά μηνύματα σε πολλούς παραλήπτες: σατίρισε τα νεοελληνικά ελαττώματα, γέμισε τις ταινίες του με πολιτικά υπονοούμενα (ακόμα και σε εποχές δύσκολες), γέλασε με την ψυχή του για τη σοβαροφάνεια που επικρατούσε και αστειευόταν πάντα σοβαρά. Διαχρονικός και αυθεντικός σαν το παλιό καλό ελληνικό σινεμά, ο Βέγγος ήταν ο ίδιος ο ελληνικός κινηματογράφος αυτοπροσώπως! Σεμνότατος και πάντα αποτραβηγμένος από τα φώτα της φτιαχτής δημοσιότητας, ο Βέγγος πορεύτηκε μια ζωή δύσκολη και κακοτράχαλη, δουλεύοντας σκληρά για να επιβιώσει, περνώντας από εξορίες και βιώνοντας απώλειες. Γι’ αυτό και γνώριζε τόσο καλά τους ήρωες που υποδυόταν, που δεν ήταν άλλοι από τους τύπους του λαϊκού Νεοέλληνα που τόσο αγάπησε και σατίρισε ταυτοχρόνως. «Μακελεμένος λειτουργούσα. Βολεμένος ποτέ», έχει πει στο παρελθόν ο μεγάλος μας κωμικός, ο οποίος μπόλιασε το μελόδραμα με τη φαρσοκωμωδία σε ένα ιδανικό και τελείως προσωπικό μείγμα που θα τον έστελνε στις καρδιές όλων μας. Κι αν δεν ήταν περιχαρακωμένος στην ελληνική γλώσσα, σήμερα θα περιλαμβανόταν αναμφισβήτητα στο πάνθεο των κορυφαίων κωμικών του πλανήτη. Ο καλός μας άνθρωπος που έκλεισε στον ντελιριακό του λόγο και την παροιμιώδη υπερκινητικότητά του την αλήθεια μιας ολόκληρης εποχής παραμένει ένα από τα ελάχιστα πρόσωπα που απολαμβάνει κοινής αποδοχής, αναγνώρισης, εκτίμησης και λατρείας, ένας καθημερινός ήρωας που δεν έφυγε και δεν θα φύγει ποτέ από κοντά μας, καθώς ανήκει ήδη στη σύγχρονη νεοελληνική μυθολογία. Ο Βέγγος ταυτίστηκε με την εικόνα του αεικίνητου ανθρώπου («τρέχω σαν Βέγγος» συνηθίζουμε να λέμε), ενώ η τρανή ατάκα του «καλέ μου άνθρωπε!» τον χαρακτήριζε προσωπικά, καθώς ξεχώριζε για το ήθος και τη σεμνότητά του. Για περισσότερο από πενήντα χρόνια, ο κορυφαίος κωμικός διέτρεξε -κυριολεκτικά!- το σώμα του ελληνικού κινηματογράφου με τον ενθουσιώδη παροξυσμό του, τα σουρεαλιστικά γκαγκ, τις σπαρταριστές ατάκες αλλά και το κορμί του που ήταν σε διαρκή κίνηση και καταιγιστική δράση. Πολύ μεγαλύτερος από έναν ακόμη εμπορικό κωμικό της δεκαετίας του ’60, ο Βέγγος έφερε μέσα του τα αυθεντικά ελληνικά πολιτισμικά στοιχεία που έλκουν την καταγωγή τους από πολύ παλιά. Γι’ αυτό και ήταν ο δικός μας άνθρωπος, γιατί πλάι σε αυτά διατήρησε ακέραια την ανθρωπιά του και τους ηθικούς κώδικες, παραδίδοντας με τη ζωή και τη δημιουργία του ένα οικουμενικό μάθημα ψυχής… Πρώτα χρόνια
Για να επιβιώσει, είναι σωστό κινηματογραφικό συνεργείο και κρατά συνήθως μπόλικους ρόλους στην παραγωγή. Η πραγματική ευκαιρία στο σινεμά ήρθε όμως το 1960, όταν πλαισιώνει τον Νίκο Σταυρίδη στους «Δοσατζήδες» και γράφει πρώιμη κινηματογραφική ιστορία…
Για να παίξει βέβαια κανονικό ρόλο όφειλε να βγάλει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού, μόνο που δεν είχε περάσει ποτέ από υποκριτική σχολή. Κανένα πρόβλημα φυσικά αν είσαι ο Βέγγος, ο οποίος πήρε το 1959 το πολυπόθητο χαρτί βασιζόμενος στο εξαιρετικό του ταλέντο, που έκανε την ειδική επιτροπή να του χορηγήσει την άδεια χωρίς δεύτερη κουβέντα! Την ίδια ακριβώς χρονιά ανεβαίνει και στο θεατρικό σανίδι, πλάι στους Γκιωνάκη και Ρίζο στην επιθεώρηση «Ομόνοια Πλατς-Πλουτς»…
Η φήμη του για την κακοδιαχείριση των οικονομικών γρήγορα εξαπλώθηκε και όσοι ήθελαν να βγάλουν λεφτά αγόραζαν πια μετοχές από τον Βέγγο, αφού πολλοί ήταν αυτοί που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν την επιχειρηματική αδυναμία του. Από την άλλη, ο Βέγγος ως παραγωγός δεν λογάριαζε τα χρήματα, επαναλαμβάνοντας κάθε σκηνή αμέτρητες φορές μέχρι να πάρει το αποτέλεσμα που επιδίωκε, ασχέτως κόστους.
Πλέον οι ταινίες του είναι πιο ανήσυχες κοινωνικά και πολιτικά, καθώς τον απασχολούσε πάντα η καθημερινότητα του κόσμου. Από τις δουλειές της περιόδου, ξεχωρίζει «Ο Θανάσης στη Χώρα της Σφαλιάρας» (1976), εκεί δηλαδή που η μετατόπιση του ενδιαφέροντός του στην κοινωνική κριτική είναι πρόδηλη…
Με 120 ταινίες στο ενεργητικό του (στις 50 και ως σκηνοθέτης), ο Βέγγος έκοψε κινηματογραφικούς ρυθμούς από το 1983, όταν μπλέχτηκε κι αυτός στις περιπέτειες της βιντεοκασέτας (γύρισε 6 βιντεοταινίες), αλλά και της τηλεόρασης (έπαιξε στα «Βεγγαλικά» του 1988 και στον «Αστυνόμο Θανάση Παπαθανάση»).
Την επιστροφή του στον κινηματογράφο τη σηματοδότησε η συνεργασία του με τον Παντελή Βούλγαρη στις «Ήσυχες Μέρες του Αυγούστου», αν και ο Βέγγος ήταν πια τελείως διαφορετικός υποκριτικά, κάτι που προσυπέγραψε ο ρόλος του στο σπονδυλωτό «Όλα Είναι Δρόμος» του Βούλγαρη το 1998.
Την ίδια εποχή, ο Βέγγος μετέφερε την απαράμιλλη εκφραστικότητά του στην Επίδαυρο, ερμηνεύοντας πλήθος αριστοφανικών κωμωδιών, και συνέχισε τις επιλεγμένες εμφανίσεις του στο μεγάλο πανί, όπως η αξιομνημόνευτη εμφάνισή του στο «Βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου…
Τελευταία του τηλεοπτική εμφάνιση ήταν στη σειρά «Περί Ανέμων και Υδάτων» (2002), ενώ στο σινεμά πρόλαβε να παίξει στην «Ψυχή Βαθιά» του Βούλγαρη το 2009. Ξεχωριστή στιγμή στην καριέρα του, η απονομή του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το 2008.
Ενδεικτικός της σεμνότητάς του ήταν ο σύντομος χαιρετισμός που απηύθυνε το 2002 στην τιμητική εκδήλωση του Δήμου Κορυδαλλού: «Καλοί μου άνθρωποι», χαιρέτισε ο Βέγγος, «πρέπει να κουραστήκατε απ’ αυτήν την ακατάσχετη βεγγολογία – εγώ πάντως κουράστηκα. Το χάρηκα, αλλά κουράστηκα. Ειλικρινά δεν πιστεύω ότι έκανα πάρα πολύ σπουδαία πράγματα στην καριέρα μου. Για ένα πράγμα όμως σας διαβεβαιώ: ότι στη γαλέρα της ζωής μου τράβηξα άγριο κουπί», είπε και ξέσπασε σε κλάματα… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr