Ήταν το 1972 όταν μια δυστυχισμένη γυναίκα εξομολογήθηκε ότι η κλειτορίδα βρισκόταν στον λαιμό της, πυροδοτώντας έτσι μια «ροζ» πολιτιστική επανάσταση!
Μιλάμε φυσικά για την περίληψη της καλτ πορνογραφικής ταινίας «Βαθύ Λαρύγγι», του φιλμ που απενοχοποίησε το σεξ στην Αμερική και έγινε η πρώτη πετυχημένη εμπορικά δημιουργία του αισθησιακού κινηματογράφου.
Το «Βαθύ Λαρύγγι» έσπασε κυριολεκτικά τα ταμεία (περιλήφθηκε στη λίστα με τις 10 εμπορικότερες ταινίες της χρονιάς!), απογείωσε το ερωτικό σινεμά και άνοιξε διάπλατα τις πόρτες για το κινηματογραφικό πορνό. Αυτό που έκανε ωστόσο ιστορικό το καλτ ερωτικό διαμάντι ήταν η απελευθέρωση των ηθών, καθώς όλοι την είδαν και μάλιστα παραδέχονταν ανοιχτά πια ότι την είχαν δει.
Δεν ήταν έτσι άλλη μια φτηνή πορνογραφική στιγμή αλλά ένα σωστό κινηματογραφικό έργο χωρίς ταμπού, διανθισμένο απλώς με πολλές «πιπεράτες» στιγμές. Ο Φρανκ Σινάτρα την πρόβαλε στο σπίτι του και μεταξύ της παρέας ήταν και ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Σπύρος Άγκνιου!
Η ταινία εκτόξευσε την πρωταγωνίστρια Λίντα Λάβλεϊς στο πάνθεο της πορνογραφίας και έμεινε ιστορική από κάθε πραγματικά άποψη. Οχτώ χρόνια όμως αργότερα, η μεγάλη πια σταρ του πορνό εκδίδει την αυτοβιογραφία της και αφήνει τον κόσμο με το χαμόγελο παγωμένο στα χείλη: «Όταν βλέπετε την ταινία ‘‘Το Βαθύ Λαρύγγι’’», αποκαλύπτει η Λάβλεϊς, «παρακολουθείτε τον βιασμό μου. Έπαιζα με το πιστόλι στον κρόταφο».
Το σκοτάδι πίσω από την άνοδό της αποκαλύπτεται σε όλη του τη ζοφερή μεγαλοπρέπεια και η σεξουαλική απελευθέρωση δεν ήταν πια τίποτα άλλο παρά ένα προπέτασμα καπνού πίσω από βιασμούς και εξαναγκασμένη πορνεία. Η Λάβλεϊς δηλώνει απερίφραστα ότι ήταν ο σύζυγός της που την ανάγκαζε να τα κάνει όλα και οι μετα-πορνογραφικές περιπέτειες της ζωής της είχαν μόλις αρχίσει.
Κι έτσι από ιέρεια της βιομηχανίας του πορνό η Λίντα μετατράπηκε σε σφοδρό πολέμιό της, ορθώνοντας το ανάστημά της κατά της ανθηρής πορνογραφίας…
Πρώτα χρόνια
Η Λίντα Σούζαν Μπόρμαν γεννιέται στις 10 Ιανουαρίου 1949 στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης μέσα σε οικογένεια της εργατικής τάξης. Ο πατέρας της ήταν αστυνομικός και έλειπε συνεχώς από το σπίτι, αφήνοντας τη μικρή στα αυστηρά χέρια της μητέρας, που όπως αποκάλυψε αργότερα η Λάβλεϊς, την κακοποιούσε βάναυσα.
Θρησκόληπτη καθολική, η Ντόροθι μεγάλωνε την κόρη της με αυταρχικό τρόπο και την έστελνε να φοιτήσει στα αυστηρότερα καθολικά σχολεία της πόλης. Το παρατσούκλι της Λάβλεϊς στο σχολείο ήταν «Δεσποινίς Αγία», γιατί ήθελε να γίνει καλόγρια, έπειτα από ώρες κατήχησης από τη μητέρα της.
Παρά το σφοδρό καθολικό πλαίσιο όμως που μεγάλωσε, η Λίντα όχι μόνο δεν έγινε καλόγρια αλλά ακολούθησε από νωρίς την ερωτική της κλίση: 20 χρονών κορίτσι, αποκτά το πρώτο της παιδί, το οποίο αναγκάζεται να δώσει αμέσως για υιοθεσία. Η τάση της να εμπιστεύεται τους λάθος ανθρώπους συνεχίζεται και το 1971, όταν στα 22 της γνωρίζει και παντρεύεται τον φερόμενο επιχειρηματία Τσακ Τρέινορ, αν και ισχυρίστηκε αργότερα ότι τον παντρεύτηκε για να γλιτώσει από την τυραννική οικογένειά της.
Μπορεί βέβαια να ξέφυγε από τον ασφυκτικό μητρικό κλοιό, κατέληξε όμως σε έναν ακόμα μεγαλύτερο εφιάλτη: ο σύζυγος τη σπρώχνει στην πορνεία και την πορνογραφία -κατά τους ισχυρισμούς της πάντα, τους οποίους δεν δέχτηκε ποτέ ο Τρέινορ- και την απειλεί με τη ζωή της αν αντισταθεί. Ο κύκλος βίας και εξαναγκασμένης πορνογραφίας έχει μόλις αρχίσει…
Το «Βαθύ Λαρύγγι»
Το κορμί της Λίντα αποδεικνύεται χρυσωρυχείο για τον σύζυγο, η μόνη δουλειά του οποίου ήταν να εκμεταλλεύεται τη νεαρή και όμορφη γυναίκα του. Την παραχωρεί δεξιά και αριστερά με το αζημίωτο πάντα, την αναγκάζει να κάνει προσθετικές επεμβάσεις στο στήθος της, την ξυλοκοπεί κατ’ εξακολούθηση και την παρασύρει σε έναν κόσμο σεξουαλικού σαδισμού. Το επόμενο λογικό βήμα της εκμετάλλευσής της ήταν το πορνό, καθώς ο Τρέινορ υπερηφανευόταν ότι η σύζυγός του είχε κλίση στον στοματικό έρωτα και θέλησε έτσι να το εξαργυρώσει εμπορικά. Ο φίλος του και κομμωτής Τζέραρντ Νταμιάνο σκόπευε να γυρίσει μια χιουμοριστική πορνοταινία, έχοντας ήδη βρει χρηματοδότη: τη Μαφία!
Όταν γνώρισε τη Λίντα, αποφάσισε να βασίσει όλη την ταινία πάνω της και να της δώσει έναν λιτό αλλά ιδιαίτερα περιγραφικό τίτλο: «Βαθύ Λαρύγγι». Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν σε λιγότερο από μία βδομάδα σε ένα φτηνομοτέλ της Φλόριντα και στοίχισαν μόλις 25.000 δολάρια. Η Λάβλεϊς πήρε λιγότερο από 1.200 δολάρια (και μάλιστα όχι αυτή, αλλά ο «ατζέντης» της Τρέινορ) για τον πρωταγωνιστικό της ρόλο, αλλά δεν την απασχόλησε πολύ ο μισθός. Όπως δήλωσε αργότερα: «Δεν πληρώθηκα καλά, αλλά είμαι διάσημη, οπότε όλα είναι εντάξει».
Η ταινία απογείωσε τη Λάβλεϊς και την έκανε φίρμα στα πέρατα του κόσμου. Πλέον είχε μόνιμη πρόσκληση από τον Χιου Χέφνερ στην έπαυλη του Playboy, έκανε παρέα με διάσημους, ενώ ακόμα και καταξιωμένοι κριτικοί κινηματογράφου υμνούσαν το υποκριτικό της ταλέντο. Έγραφαν χαρακτηριστικά: «Η ταινία δεν έχει τόσο πολύ σχέση με την απόλαυση του σεξ όσο με τις φυσικές ικανότητες και την ανατομία της Λάβλεϊς»!
Η ταινία διανεμήθηκε σε όλη την Αμερική, με τη μεσολάβηση της Μαφίας πάντα, και κανείς, ούτε καν ο συντηρητικός πρόεδρος Νίξον, δεν μπόρεσε να εμποδίσει την προβολή της. Η φτηνή παραγωγή απέφερε κέρδη που υπολογίζονται στα 600 εκατομμύρια δολάρια!
Παρά το γεγονός ότι η ταινία βρήκε τον δρόμο της στα σινεμά των ΗΠΑ και του κόσμου τελικά ολόκληρου, δεν έπαυε να ήταν πορνογραφική, κάτι που πυροδότησε μια τεράστια συζήτηση για τη λογοκρισία και την εκμετάλλευση του γυναικείου σώματος. Η κυβέρνηση Νίξον, πλήθος χριστιανικών ενώσεων και ο αμερικανικός φεμινισμός διαμαρτυρήθηκαν εντόνως για την προβολή της στα παραδοσιακά σινεμά (ο καθένας για τους δικούς του φυσικά λόγους), την ίδια ώρα που δεν ήταν σπάνιο να ορμά ο εξοργισμένος όχλος στη σκοτεινή αίθουσα για να διακόψει βιαίως την προβολή της. Αλλού πάλι οι Αρχές έβαζαν στο χέρι τις μπομπίνες του φιλμ και τιμωρούσαν τους αιθουσάρχες με βαρύτατα πρόστιμα.
Παρά το γεγονός ότι η Λάβλεϊς ήταν στο απυρόβλητο, κλήθηκε να καταθέσει αρκετές φορές σε διάφορα πολιτειακά δικαστήρια για το «κατάφωρα σεξουαλικό περιεχόμενο» του φιλμ. Όλα αυτά μαγνήτισαν βέβαια ακόμα περισσότερο το ενδιαφέρον του κοινού και έστειλαν το «Βαθύ Λαρύγγι» στο box office των 10 εμπορικότερων ταινιών της χρονιάς!
Η Λίντα χώρισε από τον σύζυγό της το 1974 και ξεκίνησε καριέρα ηθοποιού. Η διαβόητη φήμη της την ακολουθούσε όμως πιστά και της στέρησε έτσι οποιαδήποτε καριέρα στην υποκριτική. Το 1974 γύρισε το πιο soft σίκουελ της ταινίας που την είχε κάνει παγκόσμια διασημότητα, το «Βαθύ Λαρύγγι 2», και την επόμενη χρονιά πρωταγωνίστησε σε ένα ακόμα πορνογραφικό φιλμ, το «Λίντα Λάβλεϊς για Πρόεδρος», αν και αμφότερα πάτωσαν εισπρακτικά…
Όταν χώρισε από τον Τρέινορ, η Λίντα αποκάλυψε τη δική της εκδοχή για την ταινία: ο σύζυγός της την κρατούσε φυλακισμένη «σαν να ήμουν στο Αλκατράζ» και την ανάγκαζε να πηγαίνει με αγνώστους, απειλώντας τη με το πιστόλι στον κρόταφο. Η μύησή της στην πορνογραφία, κατά τα λεγόμενά της, έγινε με τον ομαδικό βιασμό της από πέντε άντρες, ενώ ο Τρέινορ παρακολουθούσε οπλισμένος. Όσο για την ταινία που την έκανε διάσημη, η Λάβλεϊς είπε τα εξής: «Όταν βλέπετε την ταινία, παρακολουθείτε τον βιασμό μου. Είναι έγκλημα που προβάλλεται ακόμα η ταινία. Είχα ένα πιστόλι στον κρόταφο καθ’ όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων».
Τα γέλια όσων εκθείαζαν την πονηρή ταινία ως μια «γαργαλιστική αταξία» κόπηκαν απότομα. Η συμμετοχή της στην ταινία, όπως και σε όλες τις άλλες παραγωγές που πήρε μέρος (ακόμα και σε πορνογραφικές ταινίες με κτηνοβασίες), πραγματοποιήθηκαν έπειτα από ξυλοδαρμούς και απειλές θανάτου. Οι δηλώσεις της Λάβλεϊς προκάλεσαν την οργή των πρώην συνεργατών της. Όλοι γνώριζαν ότι ο Τρέινορ την χτυπούσε, κυκλοφορούσε εξάλλου συχνά με μελανιές και εκδορές, αλλά επέμεναν ότι συμμετείχε με τη θέλησή της στις ταινίες. Ο συμπρωταγωνιστής σε ένα από τα πορνό, Έρικ Έντουαρντς, την αποκάλεσε «σεξουαλικό υπερφρικιό χωρίς όρια» και «παθολογική ψεύτρα»…
Οι ισχυρισμοί της Λάβλεϊς επιβεβαιώθηκαν από τη συμπρωταγωνίστρια της στην ταινία «Βαθύ Λαρύγγι 2», Άντρεα Τρου, που χαρακτήρισε «σαδιστή» τον Τρέινορ. Όσο για τη Λίντα, πέρασε μέχρι και από ανιχνευτή ψεύδους, ο οποίος επιβεβαίωσε την αλήθεια των λεγομένων της, αν και δεν δικαιώθηκε ποτέ…
Προσωπική ζωή
Μετά το διαζύγιο με τον Τρέινορ, η Λάβλεϊς παντρεύτηκε τον Λάρι Μαρσιάνο και απέκτησε δύο παιδιά. Πλέον αφοσιώθηκε ολόψυχα στην καταπολέμηση της πορνογραφίας, κρατώντας πια την προσωπική της ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας (είχε αποσυρθεί στο Ντένβερ του Κολοράντο).
Το 1980 έγραψε την αυτοβιογραφία της, τη «Δοκιμασία», και τότε τη βρήκε η μεγάλη αμφισβήτηση του κοινού: «Φαινόσουν να το απολαμβάνεις», της έλεγαν δημόσια οι δημοσιογράφοι καλύπτοντας τα λεγόμενά της με δυσπιστία. Ακόμα και η σκληροπυρηνική φεμινίστρια Γκλόρια Στάινεμ που ήταν άλλοτε υπέρμαχός της τώρα είχε στραφεί εναντίον της.
Ταυτοχρόνως, αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας (υποβλήθηκε σε διπλή μαστεκτομή λόγω της κακής ποιότητας των εμφυτευμάτων) και τα ιατρικά έξοδα τη γονάτισαν. Κάποια στιγμή χώρισε και από τον δεύτερο σύζυγό της (1996), καθώς όπως ισχυρίστηκε ήταν αλκοολικός και βίαιος. Το 2001, έπειτα από χρόνια πολέμου εναντίον της πορνογραφίας, φωτογραφήθηκε ημίγυμνη για αντρικό περιοδικό! Ήταν 52 χρονών και δήλωσε: «Δεν είναι κακό να φαίνεσαι σέξι, αν γίνεται με κομψό τρόπο». Όσοι την ήξεραν γνώριζαν ότι είχε τεράστια ανάγκη τα χρήματα.
Παρά το γεγονός ότι έφτασε να περάσει μέχρι και από τεστ αλήθειας, κανείς δεν πίστευε τα λεγόμενά της. Η επιστροφή της άλλωστε στην πορνογραφία επιβεβαίωνε την υποψία ότι όσα έλεγε ήταν ψέματα. Εκείνη ανταπαντούσε: «Είναι καιρός να βγάλω κι εγώ λεφτά από τη βία και την εκμετάλλευση που έχω υποστεί».
Στις 22 Απριλίου 2002, η 53χρονη Λίντα Λάβλεϊς έφυγε από τη ζωή έπειτα από επιπλοκές στην υγεία της, που προκλήθηκαν μετά το σοβαρό τροχαίο δυστύχημα στις 3 του ίδιου μήνα. Δίπλα της ήταν τα δυο της παιδιά ο δεύτερος άντρας της Μαρσιάνο. Τρεις μήνες αργότερα, την ακολούθησε στον άλλο κόσμο και ο πρώην σύζυγός της Τσακ Τρέινορ. Η αδερφή της Λίντα, Μπάρμπαρα, δήλωσε για τον χαμό του: «Κρίμα που πέθανε πριν προλάβω να τον σκοτώσω»…
Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr