Όταν παίχτηκε στο φεστιβάλ των Κανών το μνημειώδες «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» (1957), το διαχρονικό βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη που μετέφερε στον κινηματογράφο ο Ζιλ Ντασέν, ο Ζαν Κοκτό, μέλος της κριτικής επιτροπής, λιποθύμησε από θαυμασμό! «Και έπρεπε να τον συνεφέρουν για να συνεχίσει η διαδικασία», παρατήρησε λακωνικά ο Ντασέν. Αυτός ήταν ο σπουδαίος αμερικανός σκηνοθέτης που θα κατέληγε στο τέλος της ζωής του επίτιμος έλληνας πολίτης: από υποψήφιος για Όσκαρ (σκηνοθεσίας και σεναρίου) και προσωπικός βοηθός του Χίτσκοκ, η ζωή του θα έπαιρνε άσχημη τροπή όταν κυνηγήθηκε από τον μακαρθισμό και βρήκε καταφύγιο στην Ευρώπη και τη φιλόξενη ελληνική αγκαλιά στο τέλος. Ο ίδιος βέβαια ισχυριζόταν ότι «Ήμουν Έλληνας πριν γνωρίσω τη Μελίνα» και αν κρίνουμε από τη μαχητικότητα, την προοδευτικότητα και το πείσμα του, αυτό πιθανότατα ήταν αλήθεια! Ο γαλλικής καταγωγής αμερικανός μαέστρος της έβδομης τέχνης χάρισε σπουδαίες ταινίες, κυνηγήθηκε για τα πιστεύω του, έγινε παντοτινός σύντροφος της Μελίνας Μερκούρη και κράτησε στην καρδιά του την Ελλάδα, γινόμενος τελικά «δικός μας» με τα όλα του. Αν και στην Ιστορία θα έμενε γι’ αυτό ακριβώς που ήταν, ο μεγάλος σκηνοθέτης δηλαδή του «Ποτέ την Κυριακή» (1960), του «Τοπκαπί» (1964) και του «Ριφιφί» (1954)… Πρώτα χρόνια
Πριν μπει στη μαύρη λίστα του Χόλιγουντ, κατάφερε να γίνει όνομα στην αμερικανική κινηματογραφία με το γνωστό φιλμ νουάρ «Brute Force» (1947) αλλά και το υπέροχο δράμα με τον Μπαρτ Λάνκαστερ «The Naked City» (1948), για το οποίο απέσπασε υποψηφιότητα για Όσκαρ Σκηνοθεσίας και Μοντάζ.
Ο Ντασέν συνέχισε τις ταινίες δράσης με το «Thieves’ Highway» (1949) και η τελευταία του χολιγουντιανή δουλειά έμελλε να είναι το «Night and the City» (1950), ένα φιλμ για το γύρισμα του οποίου θα βρεθεί στο Λονδίνο. Για μερίδα κριτικών, αυτό είναι το μεγάλο του αριστούργημα.
Η μεγάλη του δουλειά παραμένει ωστόσο το «Ποτέ την Κυριακή» (1960), ένα κινηματογραφικό όραμα που είχε πριν εκδιωχθεί άρον-άρον από το Χόλιγουντ και είχε έρθει επιτέλους ο καιρός για να το υλοποιήσει. Για το σπουδαίο φιλμ, ο Ντασέν (τι ειρωνικό!) απέσπασε υποψηφιότητα για Όσκαρ Σκηνοθεσίας και Σεναρίου! Δεν θα μπορούσε φυσικά να τιμηθεί στην Αμερική, η ταινία απέσπασε όμως το Όσκαρ Μουσικής για «Τα Παιδιά του Πειραιά» του Μάνου Χατζιδάκι…
Το φιλμ έσπασε κυριολεκτικά τα ταμεία και το σάουντρακ γνώρισε τη δική του ζωή. Το 1966 παντρεύτηκε τη Μερκούρη, δύο χρόνια δηλαδή μετά την επόμενη συνεργασία τους στο «Τοπκαπί» (1964), άλλη μια ταινία δράσης με ληστεία κοσμημάτων…
Ντασέν και Μερκούρη γύρισαν μαζί 9 ταινίες, μεταξύ των οποίων και η Φαίδρα (1962), αν και πλέον ο σκηνοθέτης είχε συντάξει τις δυνάμεις του με το όραμα της Μελίνας για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα αλλά και κατόπιν, στον γνωστό αντιδικτατορικό της αγώνα. Τα ζευγάρι ανέπτυξε δράση στα χρόνια της ελληνικής Χούντας των Συνταγματαρχών και μπόρεσε να επιστρέψει στην Ελλάδα μόνο μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974 (ζούσαν μόνιμα στο Παρίσι καθώς ήταν αμφότεροι εχθροί του καθεστώτος!). Ο ίδιος είχε δηλώσει αργότερα: «Ζούσα μια διαφορετική εξορία από το 1967 έως το 1974. Σκηνοθέτησα μόνο μία ταινία, γιατί η καρδιά μου είχε μόνο απογοήτευση για τη δικτατορία στην Ελλάδα. Αφοσιώθηκα στη Μελίνα, μένοντας πλάι της όσο το δυνατόν περισσότερο. Οι ταινίες δεν βρίσκονταν καν στο μυαλό μας, γυρίσαμε μία, απλώς και μόνο επειδή είχαμε υπογράψει συμβόλαιο».
Το 1962, με τις καλύτερες ταινίες του να είναι πια παρελθόν, ο ίδιος είχε δηλώσει στο περιοδικό «Cue»: «Από τις ταινίες μου, μόνο μία μου αρέσει πραγματικά: ‘‘Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται’’ … Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι είμαι τελείως ικανοποιημένος. Αν μπορούσα, θα την ξαναγύριζα αλλιώς»…