Ο πασίγνωστος βρετανός ηθοποιός, αφού κυρίευσε το θεατρικό σανίδι της Αγγλίας στη δεκαετία του ’30, έβαλε κατόπιν σκοπό να κατακτήσει υποκριτικά τον κόσμο ολόκληρο.

Κάτι που κατάφερε εύκολα, αφήνοντας το σημάδι του σε μια σειρά κλασικών ταινιών που θυμούνται όλοι: «Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι», «Ο Λόρενς της Αραβίας», «Δρ Ζιβάγκο», «Το Πέρασμα στην Ινδία», «Η Συμμορία των Πέντε», «Ο Πόλεμος των Άστρων», για να μνημονεύσουμε μερικές μόνο από τις κορυφαίες εμφανίσεις του.

Για την υποκριτική του δεινότητα θα λάμβανε μπόλικες υποψηφιότητες για Όσκαρ και πολλούς επαίνους, το πραγματικό βραβείο ωστόσο του το απένειμε το παγκόσμιο κοινό, που δεν ξέχασε και δεν θα ξεχάσει ποτέ τον κορυφαίο ηθοποιό, ο οποίος δάνεισε λίγη από την ερμηνευτική του διάνοια σε κορυφαίους κινηματογραφικούς ρόλους.

Αν υπήρχε ο θεσμός της βασιλείας στην υποκριτική, ο Άλεκ Γκίνες θα κατείχε τα σκήπτρα…

Πρώτα χρόνια

Ο Άλεκ Γκίνες ντε Καφ γεννιέται στις 2 Απριλίου 1914 στο Λονδίνο, αγνώστου πατρός. Παρά τις φημολογίες για τον βιολογικό του πατέρα, ο μικρός Άλεκ μεγαλώνει με τις ευεργεσίες του σκοτσέζου τραπεζίτη Άντριου Γκέντες (που ενδέχεται να ήταν πράγματι ο άγαμος πατέρας του), με την οικονομική επιφάνεια του επιχειρηματία να του εξασφαλίζει καλά παιδικά χρόνια και εκπαίδευση σε ιδιωτικά σχολεία.

Ολοκληρώνοντας τις σχολικές του υποχρεώσεις το 1932, ο Γκίνες πιάνει δουλειά ως μαθητευόμενος κειμενογράφος σε διαφημιστική του Λονδίνου. Την επόμενη χρονιά ένιωσε ωστόσο το κάλεσμα της τέχνης και κατάφερε να κερδίσει υποτροφία για τη δραματική σχολή Fay Compton Studio, κάνοντας το ντεμπούτο του στο θεατρικό σανίδι μόλις την επόμενη χρονιά, παίρνοντας μέρος στον σεξπιρικό «Άμλετ».

Μέχρι το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου και τη θητεία του στο Βασιλικό Ναυτικό, ο Γκίνες είχε ήδη προλάβει να πάρει μέρος σε περισσότερες από 20 θεατρικές παραγωγές, γνωρίζοντας κορυφαίους βρετανούς ηθοποιούς και πιάνοντας φιλίες με τους περισσότερους. Η καλοσύνη, ο επαγγελματισμός και το ταλέντο του τον ξεχωρίζουν από τους νέους της ηλικίας του.

Ως απλός ναύτης αρχικά και κατόπιν με χαμηλό βαθμό αξιωματικού, ο Γκίνες συμμετέχει στις εχθροπραξίες του πολέμου, παίρνοντας μέρος στις αποβάσεις στη Σικελία και τη νήσο Έλβα. Ταυτόχρονα βέβαια με τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, ο ηθοποιός βρίσκει χρόνο να εμφανιστεί σε παραστάσεις του Λονδίνου καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια του φονικού πολέμου…

Κινηματογραφική καριέρα

Η κινηματογραφική καριέρα του Γκίνες ξεκινά με τον ρόλο του Herbert Pocket στις «Μεγάλες Προσδοκίες» του 1946, ακολουθούμενο από την πρώτη αξιομνημόνευτη εμφάνισή του στο σινεμά, στον ρόλο του Fagin στον «Όλιβερ Τουίστ» του 1948.

Και βέβαια την επόμενη χρονιά θα αφήσει το στίγμα του βαθιά χαραγμένο στην κινηματογραφία, όταν και ερμηνεύει περισσότερους από 8 ρόλους (περιλαμβανομένων γυναικείων) στο εμβληματικό «Kind Hearts and Coronets» («Ο 13ος Κληρονόμος» – 1949)!

Το όνομά του σύντομα έγινε συνώνυμο των καταπληκτικών κωμωδιών που χάρισε στο παγκόσμιο κοινό το βρετανικό στούντιο Ίλινγκ στη δεκαετία του ’50, εκτοξεύοντάς τον τελικά στη δόξα! Πέρα από τα φιλμ «The Mudlark» (1950), «The Lavender Hill Mob» (1951), «The Swan» (1956) και πολλά ακόμα, συμμετέχει στο ξεκαρδιστικό «Η Συμμορία των Πέντε» (The Ladykillers – 1955) και γίνεται αστέρας διεθνούς βεληνεκούς.

Σειρά έχει το 1957 το αριστούργημα «Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι», όπου για την περίφημη ερμηνεία του ως συνταγματάρχης Νίκολσον θα τιμηθεί με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου αλλά και Χρυσή Σφαίρα.

Την επόμενη χρονιά θα λάβει άλλη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ, αυτή τη φορά ως σεναριογράφος, κάτι που αγνοούν πολλοί, για το σατιρικό φιλμ «Στο Στόμα του Αλόγου» (The Horse’s Mouth – 1958), ενώ στη διάρκεια της πλούσιας καριέρας του θα κερδίσει τρεις ακόμα υποψηφιότητες για το σπουδαίο βραβείο της αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (5 συνολικά), για τους ρόλους του στις ταινίες «The Lavender Hill Mob», «Μικρή Ντορίτ» και το «Star Wars» φυσικά!

Η δεκαετία του 1960 του ανήκει κυριολεκτικά, καθώς μας χαρίζει μια σωρεία μοναδικών ερμηνειών σε κλασικές πλέον ταινίες: τον «Λόρενς της Αραβίας» του 1962, την «Πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας» του 1964, τον «Δρ Ζιβάγκο» του 1965 και τους «The Comedians» του 1967.

Η δημιουργική του περίοδος συνεχίστηκε και στη δεκαετία του 1970, με τον Άλεκ Γκίνες να πρωταγωνιστεί στο «Cromwell» και το «Σκρουτζ: Χριστουγεννιάτικη Μπαλάντα» του 1970, ενώ το 1973 θα έρθει ο ρόλος που ο ίδιος ο ηθοποιός θεωρούσε τον κορυφαίο της καριέρας του: υποδύεται τον στυγνό ναζιστή δικτάτορα στις «Δέκα Τελευταίες Μέρες του Χίτλερ» και γράφει κυριολεκτικά ιστορία…

Το 1976 εμφανίζεται στο «Καίσαρας και Κλεοπάτρα», κάνοντας ταυτόχρονα διαλείμματα για να επιστρέψει στη μεγάλο του πάθος, το θεατρικό σανίδι. Πρωταγωνιστεί σε μνημειώδεις παραστάσεις σε Μπρόντγουεϊ και Λονδίνο, ερμηνεύοντας αναρίθμητους σεξπιρικούς ρόλους και άλλους κορυφαίους χαρακτήρες του κλασικού ρεπερτορίου, για τους οποίους θα τιμηθεί πολλαπλά και θα κερδίσει βραβείο Τόνι για την ενσάρκωση του ποιητή Ντίλαν Τόμας στο ομώνυμο θεατρικό του Μπρόντγουεϊ.

Και βέβαια δεν έλειψε από τα τηλεοπτικά πράγματα, παίρνοντας μέρος και πρωταγωνιστώντας σε μπόλικες σειρές, αν και η κορυφαία του τηλεοπτική εμφάνιση θα ήταν στον ρόλο του Τζορτζ Σμάιλι στα δραματοποιημένα μυθιστορήματα του Τζον Λε Καρέ της δεκαετίας του ’80 «Tinker, Tailor, Soldier, Spy» και «Smiley’s People». Ο ίδιος ο βρετανός συγγραφέας εντυπωσιάστηκε τόσο από την ενσάρκωση του Γκίνες ως Σμάιλι που βάσισε πάνω του πλέον τον μυθιστορηματικό του χαρακτήρα στα μεταγενέστερα έργα του!

Ο Άλεκ Γκίνες έμελλε να έχει απήχηση και σε μια τελείως διαφορετική κινηματογραφική γενιά, απαθανατίζοντας με το πρόσωπό του τον εμβληματικό ρόλο του Όμπι-Ουάν Κανόμπι στη θρυλική πρώτη τριλογία του «Πολέμου των Άστρων» (1977-1983)! Ποιος μπορεί να τον ξεχάσει στον ρόλο του τζεντάι δασκάλου;

Ο ίδιος ο Γκίνες δεν εκτιμούσε βέβαια καθόλου τη συμμετοχή του στο «Star Wars», θεωρώντας τον ρόλο λίγο για τον ίδιο. Τόσο πολύ μίσησε τελικά τον Όμπι-Ουάν που -όπως ισχυριζόταν ο ίδιος τουλάχιστον- έπεισε τον Τζορτζ Λούκας να τον σκοτώσει, για να απεμπλακεί έτσι από τη σειρά των ταινιών. Ταυτοχρόνως βέβαια, όντας το μεγάλο όνομα του καστ, κατάφερε να πάρει το 2% των κερδών της τριλογίας, γεγονός που σήμαινε απλά-απλά ότι θα περνούσε τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του βαθύπλουτος!

Προσωπική ζωή

Ο Άλεκ Γκίνες έλαβε τον τίτλο του σερ το 1959, για τα επιτεύγματά του σε θέατρο και κινηματογράφο. Το 1980 πήρε και τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο της προσφοράς του στην κινηματογραφία, με τους εμβληματικούς ρόλους που ενσάρκωσε να αναγκάζουν την Ακαδημία Κινηματογράφου των ΗΠΑ να μην τον ξεχάσει.

Ο τελευταίος ρόλος του κορυφαίου ηθοποιού έμελλε να είναι τηλεοπτικός, στη μίνι σειρά «Eskimo Day» του 1996. Το τελευταίο μέρος της αυτοβιογραφίας του, η οποία αποτελείται από τους τόμους «Blessings in Disguise» (1985) και «My Name Escapes Me» (1996), εκδόθηκε το 1999 με τίτλο «A Positively Final Appearance», ενώ η επίσημη βιογραφία του συντάχθηκε το 2003 από τον Piers Paul Read.

Χαμηλών τόνων άνθρωπος και συνεχώς εκτός δημόσιας προβολής, ο σερ Άλεκ Γκίνες κράτησε την προσωπική του ζωή… προσωπική. Ο ηθοποιός ήταν παντρεμένος από το 1938 με την καλλιτέχνιδα, ηθοποιό και θεατρική συγγραφέα Μερούλα Σάλαμαν, με την οποία απέκτησαν έναν γιο, τον Μάθιου Γκίνες, το 1940.

Ο Μάθιου ακολούθησε τα βήματα του πατέρα του…

Θάνατος

Ο μεγάλος ηθοποιός έχασε τη μάχη με τον καρκίνο στις 5 Αυγούστου 2000 στο Σάσεξ, σε ηλικία 86 ετών.

Η σύντροφος της ζωής του τον ακολούθησε στον θάνατο μόλις δύο μήνες αργότερα, καταλήγοντας κι εκείνη από καρκίνο. Το ζευγάρι που μέτρησε 62 χρόνια κοινής συζυγικής ζωής ενταφιάστηκε δίπλα-δίπλα στο κοιμητήριο του Χάμσαϊρ.

Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr