Ο αυθεντικός Django ήταν ένας σκληροτράχηλος μαύρος βοηθός σερίφη που από τη σκλαβιά και τη λιποταξία από τον εμφύλιο πόλεμο μετατράπηκε σε έναν από τους πιο αποτελεσματικούς εκπροσώπους του νόμου στην Άγρια Δύση, συλλαμβάνοντας 3.000 παρανόμους και σκοτώνοντας άλλους 14 εγκληματίες. Σε μια εποχή γεμάτη μύθους και λαϊκές δοξασίες, όπως ήταν το αμερικανικό Φαρ Ουέστ, τα κατορθώματα του Μπας Ριβς ήταν εξόχως πραγματικά και όλοι οι μυθιστορηματικοί και φανταστικοί ήρωες της περιόδου είχαν κάτι από τους άθλους και τον χαρακτήρα του εντός τους. Από τον Μοναχικό Καβαλάρη μέχρι και το πρόσφατο ταραντινικό «Django Unchained», όλοι τους έλκουν κομμάτια από το αγέρωχο και έντιμο του χαρακτήρα του, καθώς ο Ριβς λειτούργησε ως έμπνευση για την ίδια τη μυθιστορία του Φαρ Ουέστ. Σε μια περίοδο που ένας στους τέσσερις καουμπόι ήταν Αφροαμερικανός, αντίθετα δηλαδή από τη διαδεδομένη πεποίθηση περί λευκών γελαδάρηδων, ο Ριβς κατάφερε να γίνει βοηθός σερίφη, καθώς είχε πιάσει φιλίες με τους Ινδιάνους και ήξερε όχι μόνο τη γλώσσα αλλά και τα ήθη τους. Ήταν ο πρώτος φυσικά μαύρος που υπηρετούσε τον νόμο, μόνο που έμελλε να γίνει και ένας από τους καλύτερους σερίφηδες που φόρεσαν ποτέ το χρυσό αστέρι στο πέτο. Στα 32 χρόνια της αστυνομικής του καριέρας και τις 3.000 συλλήψεις του, δεν είχε φάει μάλιστα ποτέ του σφαίρα, καθώς ήταν τρομερός στο σημάδι και, όπως έλεγαν, γρηγορότερος και από σφαίρα. Και ασταμάτητος πραγματικά, καθώς όποιον έβαζε στο στόχαστρο δεν γλίτωνε. Η περιοχή δυτικά του Μισισιπή του ανήκε ολότελα. Τέτοια ήταν η φήμη του που λέγανε πως οι ντεσπεράντο παραδίδονταν μονάχοι τους όταν μάθαιναν πως ήταν ο Μπας Ριβς στο κατόπι τους! Αυτός εξάλλου είχε ζήσει για καιρό με τους σκληροτράχηλους Ινδιάνους, όταν έσπασε τις αλυσίδες της σκλαβιάς του δηλαδή και κατέφυγε στα εδάφη των ερυθρόδερμων για να ζήσει ελεύθερος, κι έτσι ήταν ανιχνευτής τρομερός, ξέροντας τα μέρη απέξω και ανακατωτά. Μετά αγόρασε μια έκταση και έχτισε ένα σπίτι με τα γυμνά του χέρια για τη φαμίλια του, όταν στα 38 του πια (το 1875) θα τον χρίσουν βοηθό σερίφη για να βοηθήσει τους λευκούς να βάλουν νόμο και τάξη στα άναρχα εδάφη των Ινδιάνων. Ήταν επιφορτισμένος να πιάνει όχι μόνο μαύρους παρανόμους, αλλά και λευκούς, μια τιμή που ανέλαβε να εκτελέσει στην εντέλεια με όχημα το απαράμιλλο σημάδι και το ατρόμητο του χαρακτήρα του. Αλλά και την παροιμιώδη επιμονή του. Στην καριέρα του ξέκανε ολόκληρες συμμορίες αλογοκλεφτών. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να καθαρίζει τον αρχηγό τους και να βλέπει τους άλλους να διασκορπίζονται στις τέσσερις γωνιές της Άγριας Δύσης. Όποιος παρανομούσε στην Οκλαχόμα, την είχε απλά βαμμένη! Κι όταν ο γιος του σκότωσε τη νύφη του, ο έντιμος σερίφης τον κυνήγησε στις εσχατιές του Φαρ Ουέστ για να τον ρίξει τελικά στη φυλακή. Καθώς ο νόμος ήταν ίδιος για όλους και το έγκλημα έπρεπε να παταχθεί απ’ όπου κι αν προερχόταν, ακόμα και από το σπλάχνο του. Ή τον ίδιο του τον εαυτό…
Πρώτα χρόνια
Ο Μπας Ριβς γεννιέται τον Ιούλιο του 1838 σε φυτεία του Αρκάνσας ως άλλος ένας σκλάβος του πολιτειακού νομοθέτη Γουίλιαμ Ριβς. Ο κρατικός λειτουργός μετέφερε το 1846 το βιος του στο Τέξας, τοποθετώντας τον οχτάχρονο δούλο στην προσωπική υπηρεσία του γιου του, συνταγματάρχη Τζορτζ Ριβς, που λειτουργούσε και ως σερίφης της τεξανής κομητείας. Όταν ξέσπασε λοιπόν ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος, ο Τζορτζ τοποθετήθηκε διοικητής αποσπάσματος της Συνομοσπονδίας και πήρε τον πιστό του σκλάβο στον πόλεμο με τους Βόρειους. Με τους ανθρώπους που ήθελαν δηλαδή να αποτινάξουν τη δουλεία! Στην πιο κατάλληλη λοιπόν στιγμή για τον ίδιο, δραπετεύει από το στρατόπεδο των Νοτίων και καταφεύγει δυτικά, στην επικίνδυνη ινδιάνικη περιοχή, για να γλιτώσει τα χειρότερα. Άλλοι είπαν πως έριξε αναίσθητο τον αφέντη του έπειτα από μια παρτίδα χαρτιών και το έσκασε για να γλιτώσει την τιμωρία και άλλοι πως απέδρασε μέσα στο κατασκόταδο χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς καθώς είχε μάθει πως οι σκλάβοι ζούσαν ελεύθεροι στον Βορρά. Όπως κι αν είχε, ο Ριβς θα περάσει αρκετά χρόνια μέσα στους ινδιάνικους καταυλισμούς, ως κατατρεγμένος ανάμεσα στους κατατρεγμένους. Τσερόκι, Σεμινόλε, Κρικ και οι άλλες τοπικές φυλές των ιθαγενών είχαν εξαναγκαστεί εξάλλου από τον λευκό να μετακομίσουν στη νέα Ινδιάνικη Περιοχή, στα εδάφη που είναι σήμερα η Οκλαχόμα. Παρά το γεγονός ότι ήταν αγράμματος, έμαθε τις γλώσσες, τα ήθη και τα έθιμα των ερυθρόδερμων και έγινε ένας από τους καλύτερους μη γηγενείς ανιχνευτές. Αλλά και τρομερός στο σημάδι. Πλάι στους Ινδιάνους θα περάσει τα χρόνια μέχρι και το 1865, όταν ψηφίστηκε η 13η Τροπολογία που αποτίναζε επιτέλους τη δουλεία στις ΗΠΑ. Τώρα μπορούσε να επιστρέψει στη λευκή Άγρια Δύση και να αγοράσει ένα κομμάτι γης στο Αρκάνσας, όντας ο πρώτος Αφροαμερικανός που απέκτησε δικό του χωράφι στην πολιτεία. Αλλά και ο πρώτος μαύρος άποικος. Αφού παντρεύτηκε τον έρωτα της ζωής του, την πρώην σκλάβα Νέλι Τζίνι, της έχτισε με τα χέρια του ένα σπίτι οχτώ δωματίων για να στεγάσουν την αγάπη τους αλλά και τα έντεκα παιδιά που απέκτησαν τελικά. Τώρα ζούσε ήρεμα στο σπιτικό του ως αγρότης και κτηνοτρόφος, ενώ κάποιες φορές τον επιστράτευε ο νόμος στο κυνήγι των παρανόμων, μιας και ήταν ικανότατος ανιχνευτής. Η ζωή του κυλούσε ειρηνικά, μόνο που όλα θα άλλαζαν μαγικά για να γεννηθεί ο θρύλος της Άγριας Δύσης, Μπας Ριβς!
Ο πρώτος μαύρος βοηθός σερίφη
Η σημερινή Οκλαχόμα ήταν στα χρόνια εκείνα δύο διαφορετικές περιοχές: η λευκή περιοχή (Οκλαχόμα) και τα εδάφη των ερυθρόδερμων (Ινδιάνικη Περιοχή), εκεί που είχαν μεταφερθεί όλες οι ινδιάνικες φυλές μιας τεράστιας έκτασης με τον σχετικό νόμο του 1830. Η Ινδιάνικη Περιοχή δεν είχε όμως μόνο γηγενείς, καθώς εκεί ζούσαν μαύροι πρώην σκλάβοι που είχαν γίνει εντωμεταξύ μέλη των φυλών αλλά και λευκοί έποικοι από τα ανατολικά, καθώς και παράνομοι φυσικά που κατέφευγαν εκεί για να διαφύγουν τον νόμο. Γιατί στα εδάφη των ερυθρόδερμων επικρατούσε ένα περίεργο ποινικό καθεστώς: οι Ινδιάνοι δικάζονταν σε εντεταλμένα δικαστήρια και όλοι οι υπόλοιποι στα ομοσπονδιακά, μόνο που υπήρχαν ελάχιστα στην τεράστια περιοχή, πόσο μάλλον αρκετοί σερίφηδες για να επιβάλουν τον νόμο. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε μετατρέψει άλλωστε την Ινδιάνικη Περιοχή σε χαοτικό άντρο ανομίας, καθώς πρακτικά κανένας νόμος δεν εφαρμοζόταν, ούτε ινδιάνικος ούτε λευκός. Τότε, το 1875, διορίζεται ομοσπονδιακός δικαστής στην Ινδιάνικη Περιοχή ο περιβόητος «δικαστής-κρεμάλα» Άιζακ Πάρκερ, η πρώτη δουλειά που θα κάνει ο οποίος είναι να εξουσιοδοτήσει τον τοπικό σερίφη Τζέιμς Φάγκαν να προσλάβει 200 βοηθούς για να φέρουν την τάξη στα έκνομα εδάφη. Ο Φάγκαν είχε χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες του Ριβς σε αρκετά ανθρωποκυνηγητά και γνώριζε τόσο τις ικανότητές του στο σημάδι και την ανίχνευση όσο και το πόσο καλά ήξερε τη γλώσσα και τα έθιμα των ερυθρόδερμων. Κι έτσι ο Μπας μεταμορφώνεται μέσα σε μια μέρα στον πρώτο μαύρο βοηθό σερίφη της αμερικανικής ιστορίας! Είχε στην ευθύνη του όλη την περιοχή δυτικά του Μισισιπή και τη δικαιοδοσία να συλλαμβάνει λευκούς και έγχρωμους κακοποιούς. Ο ίδιος αναγνώρισε μάλιστα την ιστορικότητα της στιγμής και υποσχέθηκε να δώσει τον καλύτερό του εαυτό, φέρνοντας όσους περισσότερους ντεσπεράντο μπορούσε στο δικαστήριο του Πάρκερ. Νεκρούς ή ζωντανούς…
Ο «αδάμαστος σερίφης» που δεν χαριζόταν σε κανέναν
Παρά το γεγονός ότι ήταν στα 38 του πια και η περιοχή της ευθύνης του μεγαλύτερη από 75.000 τετραγωνικά μίλια, το επιβλητικό παράστημα και το τεράστιο άλογό του σύντομα θα γίνονταν γνωστά σε όλους. Απέκτησε σχεδόν αμέσως τη φήμη του ατρόμητου και ταχύτατου στο τράβηγμα, καθώς ήταν διατεθειμένος να κυνηγά τον στόχο του ακόμα και στα βαλτοτόπια που κανείς δεν πατούσε. Ακόμα και ντεσπεράντο που λογίζονταν ανίκητοι έφερε ενώπιον της δικαιοσύνης, πόσο μάλλον συμμορίες ολόκληρες που λυμαίνονταν αγροκτήματα και άμαξες. Παρά το γεγονός ότι ταξίδευε συνήθως μόνος με την άμαξά του, όταν το απαιτούσε η αποστολή είχε μαζί του ολόκληρο απόσπασμα από άντρες και έναν μάγειρα. Κάθε φορά μάλιστα που η άμαξά του επέστρεφε στο Οχυρό Σμιθ, την έδρα του δικαστή Πάρκερ, ήταν γεμάτη από αλυσοδεμένους κακοποιούς. Φόβητρο μέχρι το 1882, συνέλαβε εκείνη τη χρονιά την Μπελ Σταρ για αλογοκλοπή. Όπως ορκίζονταν οι μάρτυρες, η διαβόητη κακοποιός παραδόθηκε μονάχη της στον Ριβς όταν έμαθε πως την κυνηγούσε! Το 1889, με τις τόσες επιτυχίες στο τσεπάκι του, τοποθετήθηκε στο Παρίσι του Τέξας για να κυνηγήσει την περιβόητη συμμορία αλογοκλεφτών του Τομ Στόρι. Άπιαστοι θεωρούνταν και κανείς δεν τους κυνηγούσε πια. Ο Μπας τους έστησε καρτέρι στον δρόμο, επέδωσε στον κακοποιό το ένταλμα σύλληψής του και τράβηξε φυσικά γρηγορότερα το κολτ του, στέλνοντάς τον στον άλλο κόσμο. Οι λοιποί διασκορπίστηκαν στις τέσσερις γωνιές, καθώς κανείς δεν ήταν γρηγορότερος στο τράβηγμα από τον Τομ Στόρι. Και κανείς δεν ξανάκουσε φυσικά νέα τους. Σειρά είχαν μετά τα αδέλφια Μπράντερ, πληρωμένοι δολοφόνοι και φόβητρο σε όλη την Άγρια Δύση. Τους επέδωσε το ένταλμα, εκείνοι γέλασαν με την ψυχή τους και τράβηξαν τα ρεβόλβερ τους. Οι δύο έπεσαν αμέσως νεκροί και ο τρίτος οδηγήθηκε στην αγχόνη του δικαστή Πάρκερ. Δεν ήταν μόνο γρήγορος, αλλά και πολυμήχανος, καθώς αρκετές φορές είχε βρεθεί σε δεινή θέση. Το γνωστότερο τέχνασμά του ήταν να κρατά στο πέτο του ένα γράμμα της συζύγου του, το οποίο παρακαλούσε ως τελευταία επιθυμία τους συμμορίτες να του το διαβάσουν, μιας και ήταν αγράμματος. Κάτι που γνώριζαν όλοι, αφού ήταν μαύρος πρώην δούλος. Αρκετά τέτοια επιβεβαιωμένα περιστατικά έλαβαν χώρα στη μακρά του καριέρα. Σε όλες τις περιπτώσεις ο Μπας είχε αφοπλιστεί από τους παρανόμους, κατάφερε όμως να ανασύρει το όπλο του όταν εκείνοι απέστρεφαν τα μάτια τους από πάνω του. Πέρα από δαιμόνιος όμως βοηθός σερίφη, ήταν και ένας ολότελα έντιμος άνθρωπος. Το 1887, για παράδειγμα, συνέλαβε τον εαυτό του και παρουσιάστηκε ενώπιον του δικαστή Πάρκερ με κατηγορίες για τον θάνατο του μάγειρά του. Ο Ριβς ήξερε ότι τον είχε σκοτώσει κατά λάθος, όταν το όπλο που καθάριζε εκπυρσοκρότησε, έπρεπε όμως να αποδειχτεί η αθωότητά του στο δικαστήριο. Έτσι πίστευε. Τον αθώωσαν τελικά καθώς όλοι γνώριζαν την παροιμιώδη ειλικρίνεια και την εντιμότητά του, καθώς δεν δωροδοκούνταν από κανέναν. Κάτι που επιβεβαιώθηκε το 1902, όταν κυνήγησε λυσσαλέα και συνέλαβε τον ίδιο του τον γιο, Μπένι, για τον φόνο της συζύγου του. Ο Μπένι είχε καταφύγει σε κάτι επικίνδυνα βαλτοτόπια και κανένας σερίφης δεν ήταν διατεθειμένος να ρισκάρει τη ζωή του για να τον πιάσει. Κανείς εκτός από τον ακάματο πατέρα του βέβαια, ο οποίος τον τσάκωσε και τον ανάγκασε να περάσει 22 χρόνια στη φυλακή για το έγκλημά του. Τώρα είχε ήδη αγγίξει καθεστώς θρύλου και είχε διευκολύνει μάλιστα τον δρόμο για την πρόσληψη κι άλλων έγχρωμων αντρών ως βοηθών σερίφη, καθώς είχε αποδείξει πως οι μαύροι εκπρόσωποι του νόμου αντιμετωπίζονταν με λιγότερη δυσπιστία από τους Ινδιάνους στα εδάφη τους. Παρά το γεγονός ότι ήταν αναλφάβητος, είχε τρομερή μνήμη, κι έτσι αποστήθιζε τα εντάλματα σύλληψης πριν φύγει για την αποστολή του. Και βέβαια ποτέ δεν έφερε ενώπιον του δικαστή λάθος άνθρωπο. Επιβλητικός καθώς ήταν με το μπόι του πάνω στο λευκό άλογό του, η εικόνα του με το κατάμαυρο καπέλο και τα δύο κολτ έγινε σύμβολο του νόμου σε μια περιοχή που βασίλευε η ανομία. Κάθε φορά μάλιστα που περνούσε την πόρτα του δικαστηρίου, φέρνοντας άλλον έναν από τους 3.000 συλληφθέντες του, ήταν πάντα ντυμένος στην πένα, με κομψά κοστούμια και καλογυαλισμένα παπούτσια. Και παρά το γεγονός ότι τον είχαν πυροβολήσει περισσότερες φορές απ’ όσες η γερή του μνήμη μπορούσε να ανακαλέσει, δεν είχε φάει ποτέ του σφαίρα, γεννώντας τον μύθο του ανθρώπου που απέφευγε τις σφαίρες κινούμενος πιο γρήγορα από δαύτες! Και βέβαια, όπως μας παραδίδεται, ήταν και εξπέρ στις μεταμφιέσεις. Εμφανιζόταν στις σπείρες ως καουμπόι, αγρότης, ακόμα και ντεσπεράντο. Όταν δεν ήταν μασκαρεμένος, τον αναγνώριζαν όλοι από το σήμα-κατατεθέν του, τα ασημένια δολάρια που άφηνε πουρμπουάρ στα σαλούν. Όλα αυτά ξεπερνιούνταν μόνο από τον απόλυτο σεβασμό που έτρεφε για τη δικαιοσύνη και το έργο της…
Τελευταία χρόνια
Το 1907, όταν η επιβολή του νόμου πέρασε αποκλειστικά σε κρατικά χέρια μιας και η Οκλαχόμα έγινε πολιτεία, ο 69χρονος πια Ριβς είπε να βγάλει από το πέτο του το σήμα του βοηθού σερίφη. Κάτι που δεν θα γινόταν φυσικά, καθώς τον τοποθέτησαν σε αστυνομικό τμήμα μιας πόλης για να συνεχίσει τις θρυλικές έφιππες περιπολίες του. Τώρα ήταν ζωντανός μύθος και οι ιστορίες που κυκλοφορούσαν γι’ αυτόν με το πώς είχε ξεκάνει συμμορίες και διαβόητους φυγάδες έδιναν και έπαιρναν. Μόνο που οι δικές του ήταν ολότελα πραγματικές. Το επίσημο μητρώο του είχε εξάλλου αυτό το μαγικό 3.000 συλλήψεις (και 14 νεκρούς κακοποιούς), κάτι που καμιά «σάλτσα» δεν μπορούσε να του στερήσει. Παρέμεινε ενεργός στα καθήκοντά του μέχρι την τελευταία σχεδόν στιγμή, παρά το γεγονός ότι η υγεία του επιδεινωνόταν πια μέρα με τη μέρα. Πέθανε τελικά στις 12 Ιανουαρίου 1910 από νεφρίτιδα. Παρά το γεγονός ότι στα χρόνια του ήταν σύμβολο του νόμου και ένας από τους αποτελεσματικότερους σερίφηδες που είδε ποτέ η Άγρια Δύση, με μητρώο συλλήψεων πολύ μεγαλύτερο από του Γουάιατ Ερπ, του Μπιλ Χίκοκ ή του Μπατ Μάστερσον, ο μύθος του λευκού σερίφη θα του στερούσε τελικά τη θέση που δικαιούνταν στα χρονικά του Φαρ Ουέστ. Ο μύθος του μυθιστορηματικού Μοναχικού Καβαλάρη ήταν κυριολεκτικά σαν βιογραφία του Μπας Ριβς, παρά το γεγονός ότι στις εικόνες εμφανίζονταν πάντα ένας λευκός έφιππος τιμωρός. Την ώρα που ο καλύτερος σερίφης που είχε να επιδείξει το Φαρ Ουέστ ήταν ένας πανύψηλος Αφροαμερικανός με μαύρο καπέλο και άπλετο σεβασμό στον νόμο. Όταν τον ρώτησαν εξάλλου γιατί είχε περάσει τόσα χρόνια κοπιάζοντας για τους νόμους των λευκών, εκείνος αποκρίθηκε με τη βαριά προφορά του Νότου: «Μπορεί ο νόμος να μην είναι τέλειος, είναι όμως το μόνο που έχουμε, και χωρίς αυτόν δεν έχουμε τίποτα»… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr