Ο «μαχαραγιάς του χάλυβα», όπως είναι γνωστός στις αγορές του κόσμου, αν δεν ήταν ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν λογοτεχνικός ήρωας. Τα υλικά που απαρτίζουν εξάλλου τη ζωή του είναι τα ίδια με αυτά που στήνονται τα μπεστ σέλερ. Οι γονείς του φρόντισαν να του δώσουν όνομα που σχετίζεται με την ινδουιστική θεότητα του πλούτου, λες και γνώριζαν εκ των προτέρων τι μεγιστάνας θα γινόταν μια μέρα ο ινδός φτωχοδιάβολος! Ο κροίσος Λακσμί Νίβας Μιτάλ που ανεβοκατεβαίνει δέκα-δέκα τις θέσεις της λίστας του «Forbes» με τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου γεννήθηκε σε χωριουδάκι της Ινδίας που ούτε ρεύμα δεν είχε. Είχε όμως ατσάλι, το οποίο δούλευαν στο σιδηρουργείο του πατέρα του και το μικρό χυτήριο αργότερα, όταν η φαμίλια μετακόμισε στην Καλκούτα. Σε μια εποχή που οι αγορές θωρούσαν τον χάλυβα χαμένη υπόθεση, εκείνος κατάφερε να κάνει περιουσία στον κλάδο, όταν και θα εμφανίζονταν τα πρώτα σύννεφα στην επαγγελματική του δράση. Γιατί ο Μιτάλ κατέληξε από νωρίς στον τρόπο του δικού του επιχειρείν: αγόραζε με το τσουβάλι προβληματικές χαλυβουργίες σε διάφορα σημεία του πλανήτη, λαδώνοντας όποιον μπορούσε, και τις μεταμόρφωνε σε πραγματικές μηχανές παραγωγής χρήματος, κόβοντας κόστη, διώχνοντας υπαλλήλους και εκμεταλλευόμενος την πλήρη γκάμα των οικονομιών κλίμακας. Η πορεία του προς την κορυφή, αρχής γενομένης από το 1976, είναι όμως συνυφασμένη με τον πόνο και την ανέχεια των άλλων. Την ώρα που δίνει σταθερά έμφαση στην καλύτερη δυνατή τεχνολογία για τις χαλυβουργίες του, βασίζει το οικονομικό του θαύμα στα φτηνά εργατικά χέρια. Για αποικίες ασιατών σκλάβων τον κατηγορούσαν ήδη από τις πρώτες του στιγμές στον κλάδο της βιομηχανίας, πόσο μάλλον που μετά έβαλε στο στόχαστρο τις πρώην κρατικές χαλυβουργίες τόσο του τρίτου κόσμου όσο και του πρώην ανατολικού μπλοκ. Στη δεκαετία του 1980 επεκτείνεται ραγδαία, εξαγοράζοντας τις χαλυβουργίες της προβληματικής πια ΕΣΣΔ και της «κόκκινης» Ανατολικής Ευρώπης. Το τίμημα που πληρώνουν οι εργάτες βαρύτατο. Για τον ίδιο όλα αυτά δεν είναι παρά υποπροϊόντα της βασιλικής του πορείας ως την κορυφή της χαλυβουργίας, παραμένοντας ένας από τους νέους μαέστρους της λεγόμενης «οικονομίας του παρασκηνίου», του εκτός νόμου και άκρατου καπιταλισμού δηλαδή που από ηθικούς φραγμούς δεν γνωρίζει. Μέχρι τα μέσα του 2000, είναι στην πρώτη δεκάδα των πλουσιότερων της υφηλίου, έχοντας αποδείξει πως με το χρήμα και τις διασυνδέσεις όλα είναι δυνατά. Το «Forbes» τοποθετεί σήμερα την προσωπική του περιουσία στα 14,9 δισ. δολάρια (τελευταία ενημέρωση στις 5 Ιουλίου 2017), καθώς ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της μεγαλύτερης χαλυβουργίας του κόσμου, ArcelorMittal, έχει εγκαθιδρυθεί εδώ και χρόνια ως ο δεύτερος πλουσιότερος Ινδός. Όχι πάντα χωρίς περιπέτειες, αφού ακόμα και τα «γεράκια» του καπιταλισμού χάνουν κάποιες φορές. Η ArcelorMittal καταποντίστηκε το 2010 και το 2011, χάνοντας 10 δισ. δολάρια, αλλά και το 2015, όταν σημείωσε απώλειες της τάξης των 7,9 δισ. δολαρίων, καθώς οι κυβερνήσεις Ευρώπης και ΗΠΑ έψαχναν τώρα να θωρακίσουν τις χαλυβουργίες τους από τα αρπακτικά του νύχια. Να αντισταθεί στον κροίσο Μιτάλ και να υπερασπιστεί τη βιομηχανία της Γαλλίας επιδίωξε, για παράδειγμα, ο Φρανσουά Ολάντ, ορθώνοντας το ανάστημά του απέναντι στον αινιγματικό Ινδό. Και το έκανε παρά το γεγονός ότι ο «μαχαραγιάς» απασχολεί στα 150 περίπου γαλλικά εργοστάσιά του κάπου 20.000 εργάτες, μια επιχείρηση που αντιπροσωπεύει το ένα έκτο των συνολικών εσόδων του σε όλο τον κόσμο (4,6 δισ. ευρώ). Ο Ολάντ αποφάσισε λοιπόν να «εθνικοποιήσει προσωρινά», όπως δήλωσε, ένα προβληματικό εργοστάσιο του Μιτάλ, καθώς ο κροίσος απειλούσε να βάλει λουκέτο και να διώξει τους 629 εργάτες. Ο Ολάντ γνώριζε πως πιθανότατα ήταν ο Ινδός αυτός που τον είχε στο χέρι, καθώς η Mittal είχε εξαγοράσει επιθετικά το 2006 την Arcelor, την κληρονόμο του μεγαλύτερου ποσοστού των παραδοσιακών χαλυβουργείων Γαλλίας, Λουξεμβούργου και Ισπανίας, και πλέον δεν τον τρόμαζαν οι κυβερνητικές απειλές. Την ώρα που ο υπουργός του Ολάντ ξεκαθάριζε πως ο Ινδός «δεν είναι πια καλοδεχούμενος» στη Γαλλία (τα μάζεψε μετά), εκείνος ένιωθε τόσο δυνατός που δεν πρέπει να έχυσε στάλα ιδρώτα. Γιατί μπορεί το όνομά του να κατρακύλησε σε μία χρονιά καμιά 15αριά θέσεις στη λίστα με τους κροίσους του «Forbes», παραμένει ωστόσο ένας από τους πλουσιότερους παγκοσμίως, ο δεύτερος πλουσιότερος Ινδός, ίσως ο πλουσιότερος κάτοικος της Βρετανίας και αναμφίβολα ο 47ος ισχυρότερος άνθρωπος στον πλανήτη. Στη χώρα μας τον ξέρουμε από την περιπέτεια της Ελληνικής Εταιρείας Χάλυβος, η οποία δεν ήταν προφανώς όσο προβληματική ήθελε ο άσος των εκκαθαρίσεων ώστε να μην αποσύρει τελικά το ενδιαφέρον του. Η εμβληματική χαλυβουργία της Βόρειας Ελλάδας έβαλε τελικά λουκέτο, μιας και ο κροίσος με τον κολοσσό που παράγει ετησίως 119 εκατ. τόνους χάλυβα και απασχολεί 232.000 εργαζόμενους δεν πίστεψε στην κερδοφορία της. Έστω και με τις προκρούστειες μεθόδους του…
Πρώτα χρόνια
Ο «μαχαραγιάς του χάλυβα» και η συνταγή που κερδίζει