«Αν δεν κρεμάσεις αυτούς που το αξίζουν, εξαπλώνονται σαν ιός», έλεγε με την παροιμιώδη του σκληρότητα ο ισχυρός άντρας της Τουρκίας σε όσους διαμαρτύρονταν για τον απαγχονισμό ενός 17χρονου στις ταραχές που ακολούθησαν το στρατιωτικό πραξικόπημά του. Ο λόγος για τον στρατηγό Κενάν Εβρέν, που εκμεταλλεύτηκε την πολιτική ρευστότητα και το κλίμα αστάθειας και έκανε το τελευταίο πραξικόπημα κλασικού τύπου της Τουρκίας, δείχνοντας για άλλη μια φορά πως ήταν ο στρατός ο μεγάλος ρυθμιστής του πολιτικού στίβου. Μόνο που αυτός ο πραξικοπηματίας δεν θα σταματούσε στην υφαρπαγή της εξουσίας με τη δύναμη των όπλων: ανέστειλε αμέσως την ισχύ του Συντάγματος, καθώς φαινόταν αποφασισμένος να αναδιαρθρώσει εκ βάθρων το πολιτικό σύστημα της χώρας του. Το νέο Σύνταγμα του Εβρέν, το οποίο εγκρίθηκε μάλιστα με δημοψήφισμα το 1982, προέβλεπε υπεραυξημένες αρμοδιότητες στον πρόεδρο, ο οποίος είχε τώρα το δικαίωμα να διορίζει τον πρωθυπουργό, να διαλύει τη Βουλή και να κηρύττει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Δεν ήταν παρά μια γενική χάρτα που ρύθμιζε τις σχέσεις πολίτη-εξουσίας με τρόπο που περιόριζε δραστικά τις ατομικές ελευθερίες, κάτι που ίσχυε μέχρι το πρόσφατο δημοψήφισμα του Ερντογάν που θέλει να αλλάξει ακόμα περισσότερο το τοπίο κλονίζοντας πια συθέμελα το δημοκρατικό οικοδόμημα της Τουρκίας. «Αν μπορούσαμε να το ξανακάνουμε, θα επαναλαμβάναμε ακριβώς την ίδια επιχείρηση. Δεν έχω καμιά απολύτως τύψη», δήλωνε αμετανόητος τον Νοέμβριο του 2013 ο πραξικοπηματίας που μετατράπηκε σε αυτόκλητο υπερασπιστή του κοσμικού κράτους που είχε ιδρύσει ο Κεμάλ Ατατούρκ. Ο Εβρέν ανέλαβε την ηγεσία του Γενικού Επιτελείου των Ένοπλων Δυνάμεων της Τουρκίας το 1978 και δύο χρόνια αργότερα κατάλαβε πραξικοπηματικά την εξουσία, εγκαινιάζοντας μια αυταρχική διακυβέρνηση που νομιμότητα δεν θα γνώριζε. Ο στρατηγός ανέλαβε Πρόεδρος της Δημοκρατίας το 1983 και παρέμεινε ακλόνητος στη θέση του ως το 1989, έχοντας την αμέριστη υποστήριξη Αμερικανών και Ευρωπαίων. Κι ενώ όπως όλα έδειχναν θα έμενε στο απυρόβλητο των διώξεων, ήταν και πάλι ο Ερντογάν αυτός, στην προσπάθειά του να καθυποτάξει τον στρατό και να κόψει τα νήματά του στον κρατικό μηχανισμό, που θα τον περνούσε από δίκη αίροντας την ασυλία του. Από κοινού με τον πρώην αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, Ταχσίν Σαχίνκαγια, ήταν οι πρώτοι δικτάτορες της Τουρκίας που καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη για «εγκλήματα εναντίον του κράτους». Πριν από την προσαγωγή του σε δίκη ωστόσο, ο Κενάν Εβρέν είχε δηλώσει πως «θα προτιμούσα να αυτοκτονήσω, παρά να δικαστώ», κάτι που δεν έκανε φυσικά πράξη. Το μόνο που έκανε πράξη ήταν η αιματοβαμμένη διακυβέρνησή του μετά την τραγική χούντα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980, όταν και μετατράπηκε σε αρχέτυπο της στρατιωτικής εμπλοκής στα τουρκικά πολιτικά πράγματα. Παρά το γεγονός ότι η δική του στρατιωτική δικτατορία δεν ήταν φυσικά η πρώτη που έλαβε χώρα στην Τουρκία, ακολουθώντας απαρέγκλιτα αυτές του 1960 και του 1971, ήταν όμως μακράν η πιο αιματηρή: εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι συνελήφθησαν, κάπου 250.000 ήρθαν αντιμέτωποι με δικαστικές διώξεις, 50 κρατούμενοι εκτελέστηκαν, δεκάδες άλλοι πέθαναν στις φυλακές λόγω των απάνθρωπων βασανιστηρίων και δεκάδες χιλιάδες εξορίστηκαν. Μέχρι να αποσυρθεί από την ενεργό συνωμοτική δράση, ο Εβρέν είχε επηρεάσει όσο ελάχιστοι τη σύγχρονη τουρκική ιστορία. Το καθεστώς του συνδέεται εξάλλου με τη σημαντικότερη τροποποίηση της σύγχρονης εθνικιστικής ιδεολογίας της Τουρκίας, ανατρέποντας τον κλασικό κεμαλισμό που έβλεπε το Ισλάμ ως αναχρονισμό αλλά και τροχοπέδη στην πρόοδο του τουρκικού έθνους. Έχοντας απέναντι τον πανταχού παρόντα κίνδυνο του κομμουνισμού αλλά και τον κουρδικό πατριωτισμό, ο Εβρέν ανακάλυψε μαγικά την ενωτική δράση της θρησκείας, επανεισάγοντας την υποχρεωτική διδασκαλία των θρησκευτικών και κάνοντας τα πάντα για να αποκαταστήσει το Ισλάμ στη δημόσια σφαίρα. Με σκοπό να χειραγωγήσει περαιτέρω την κοινή γνώμη και να καθυποτάξει τον λαό στα κελεύσματα του στρατού, πάντα. Όπως μας λένε οι διεθνείς αναλυτές, το πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980 υπήρξε καταλυτικό για την τύχη της τουρκικής αριστεράς, αλλά και την πορεία της ίδιας της τουρκικής δημοκρατίας. Τα εργατικά συνδικάτα, το φοιτητικό κίνημα αλλά και η πνευματική ηγεσία δεν θα ξεπερνούσαν ποτέ τα συντριπτικά πλήγματα που δέχτηκαν την περίοδο του Εβρέν. Κι όλα αυτά τα φρικαλέα την ώρα που δεχόταν συγχαρητήρια από τους ευρωπαίους χρηματοδότες του! Η τότε ΕΟΚ και η αμερικανική κυβέρνηση έσπευδαν να τον υποστηρίξουν σκανδαλωδώς, καταπατώντας κάθε έννοια δημοκρατίας…
Πρώτα χρόνια
Ο Αχμέτ Κενάν Εβρέν γεννιέται στις 17 Ιουλίου 1917 στο Αλασεχίρ της επαρχίας Μανίσα (Φιλαδέλφεια Μαγνησίας) μέσα σε οικογένεια τούρκων μεταναστών από τα Βαλκάνια. Αφού περάσει και από την Κωνσταντινούπολη για τις εκπαιδευτικές του υποχρεώσεις, τελειώνοντας το Γυμνάσιο φοιτά στο Στρατιωτικό Λύκειο της Άγκυρας, το οποίο τελειώνει το 1936. Μετά θα γίνει δεκτός στην τουρκική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε το 1938 ως αξιωματικός Πυροβολικού, και ανέλαβε πόστα σε μονάδες Πυροβολικού μέχρι το 1946, όταν θα περάσει από την ανώτερη Στρατιωτική Ακαδημία της Άγκυρας. Την οποία θα τελειώσει το 1949 και θα είναι τώρα ανώτερος αξιωματικός του τουρκικού στρατού και ήδη παντρεμένος. Την ώρα που η σύζυγός του έδινε ζωή στις τρεις κόρες του, ο Κενάν υπηρετεί σε επιτελεία ανά την Τουρκία και παίρνει τελικά μέρος στον Πόλεμο της Κορέας με το τουρκικό εκστρατευτικό σώμα του ΟΗΕ. Αφού παρασημοφορηθεί για τη δράση του στην Κορέα (1958-1959), μετατρέπεται σε μοχλό της νατοϊκής αντικομμουνιστικής ασπίδας «Stay Behind» και συσπειρώνει γύρω του τούρκους εθνικιστές και ακροδεξιά στοιχεία. Η άνοδός του στη στρατιωτική ηγεσία υπήρξε ταχύτατη, καθώς ο Εβρέν ήταν καλά δικτυωμένος και περνούσε συχνά-πυκνά από σχολεία πολέμου αλλά και νευραλγικές θέσεις του στρατεύματος. Το 1974 θα πάρει τον βαθμό του στρατηγού υπηρετώντας πια στη Στρατιά Αιγαίου. Η στιγμή που τόσο περίμενε θα έρθει στις 7 Μαρτίου 1978, όταν αναλαμβάνει ως αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού τη θέση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ της Τουρκίας. Είναι ο ισχυρός άντρας των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και πανέτοιμος να εξυφάνει τη συνωμοσία για την πραξικοπηματική κατάληψη της εξουσίας…
Το πραξικόπημα
Το πρώτο πράγμα που έκανε ο νέος αρχηγός ΓΕΕΘΑ μόλις ανέλαβε τα υψηλόβαθμα καθήκοντά του ήταν να απευθύνει μια αυστηρή προειδοποίηση -εξ ονόματος του στρατού- στον πρωθυπουργό Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, τον οποίο θεωρούσε ανεπαρκή. Η πολιτική αστάθεια της Τουρκίας με τις επαναλαμβανόμενες εκλογές και τις εναλλαγές στην εξουσία μεταξύ Ετσεβίτ και Ντεμιρέλ ευνοούσε μια αιφνιδιαστική κίνηση των ενόπλων δυνάμεων, καθώς η Τουρκία μόνο ξένη δεν ήταν στα όνειρα των στρατηγών να επιβάλουν τον δικό τους νόμο. Οι νεοφασιστικές οργανώσεις αλώνιζαν εξάλλου ανενόχλητες και το κύμα βίας είχε κλιμακωθεί τραγικά καθ’ όλη τη δεκαετία του 1970. Αυτή ήταν η δικαιολόγηση για το στρατιωτικό πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980, το τρίτο στην ιστορία του τουρκικού κράτους, που ανέτρεψε τον εκλεγμένο πρωθυπουργό Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ: η έκρυθμη κατάσταση που επικρατούσε στο εσωτερικό από τις συνεχιζόμενες αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ αριστερών και δεξιών και η ανάγκη να επανέλθει η Τουρκία στην ομαλότητα. Το πραξικόπημα είχε φυσικά την πλήρη υποστήριξη των Αμερικανών και του ΝΑΤΟ, καθώς και την -τουλάχιστον- ανεκτική στάση της ΕΟΚ. Το πενταμελές Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας που ανέλαβε την εξουσία, αποτελούμενο από μέλη της ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας, ονόμασε τον στρατηγό Εβρέν αρχηγό του κράτους, διέλυσε τα πολιτικά κόμματα, την κυβέρνηση και την Εθνοσυνέλευση, ανέστειλε το Σύνταγμα και κήρυξε στρατιωτικό νόμο. Το χουντικό καθεστώς, που ανακοινώθηκε από την κρατική τηλεοπτική συχνότητα, υπήρξε ιδιαίτερα σκληρό, επιβάλλοντας καθεστώς λογοκρισίας, διαλύοντας τα εργατικά συνδικάτα, φυλακίζοντας πολιτικούς αρχηγούς και κηρύσσοντας εκτός νόμου τόσο τις οργανώσεις της αριστεράς όσο και της άκρας δεξιάς.
Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία δεν συμφωνούν, επισήμως αναφέρονται 650.000 συλλήψεις, 230.000 προσαγωγές σε δίκη, 300 θάνατοι στη φυλακή, 171 θάνατοι από βασανιστήρια, 517 καταδίκες σε θάνατο και 50 εκτελέσεις. Μέσα στο κλίμα του εκφοβισμού, της καταστολής και της λογοκρισίας, ο Εβρέν προωθεί συνταγματικές αλλαγές στην Τουρκία, ένα αυταρχικό ουσιαστικά Σύνταγμα, το βασικό πνεύμα του οποίου παρέμενε -παρά τις πολυάριθμες αναθεωρήσεις και τροποποιήσεις του- μέχρι το πρόσφατο δημοψήφισμα του Ερντογάν σε ισχύ. Τον Ιούλιο του 1982, το καθεστώς Εβρέν δίνει στη δημοσιότητα το σχέδιο του νέου Συντάγματος, το οποίο έχει επεξεργαστεί η διορισμένη από τους χουντικούς Συμβουλευτική Συντακτική Συνέλευση. Αυτή λογίζεται ως η θεμελιώδης παρακαταθήκη του Εβρέν, το Σύνταγμα που έδινε σαφή προτεραιότητα στην προστασία του κρατικού συμφέροντος σε βάρος των ατομικών δικαιωμάτων και την πάταξη κάθε είδους πλουραλισμού. Ήταν ένα αντιδημοκρατικότατο Σύνταγμα που αποτελούσε τροχοπέδη στον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας. Παρά τις επανειλημμένες αναθεωρήσεις του μάλιστα, κανείς δεν άλλαξε τις επίμαχες αυταρχικές διατάξεις, λες και η πολιτική ζωή χόρευε στους ρυθμούς των κατευθυντήριων αρχών του οράματος του Εβρέν. Το δημοψήφισμα της 7ης Νοεμβρίου 1982 εγκρίνει πάντως τις συνταγματικές αλλαγές με ποσοστό 91,4%! Ο Εβρέν, πανίσχυρος και με τις ευλογίες του νέου Συντάγματος, παραμένει στη θέση του προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας και του Προέδρου της Δημοκρατίας φυσικά, αποχωρώντας οικειοθελώς από τη θέση του αρχηγού των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Τον Ιούνιο του 1983 αποστρατεύεται, παραμένει ωστόσο στην Προεδρία της Δημοκρατίας μέχρι τον Νοέμβριο του 1989, όταν θα έδινε τη θέση του στον Τουργκούτ Οζάλ.
Επισήμως βέβαια το στρατιωτικό καθεστώς είχε παραχωρήσει την εξουσία στο πολιτικό σύστημα ήδη από τον Δεκέμβριο του 1983. Παραχωρήσει μερικώς, καθώς στις εκλογές της 6ης Νοεμβρίου κατέβηκαν τρία μόνο κόμματα και όλοι οι παλαιοί πολιτικοί αρχηγοί είχε απαγορευτεί να συμμετάσχουν στην αναμέτρηση (πριν την παρέλευση τουλάχιστον μιας δεκαετίας)! Ο πολιτικός που αναδείχθηκε από τη νέα κατάσταση ήταν ο 56χρονος μηχανολόγος Τουργκούτ Οζάλ, ενώ λίγες ημέρες αργότερα στην κατεχόμενη Κύπρο ο Ραούφ Ντενκτάς ανακηρύσσει την ίδρυση του ψευδοκράτους. Το καθεστώς Εβρέν, στην οικονομική του πολιτική, εφάρμοσε κατά γράμμα τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις του Οζάλ, μετατρέποντας την τουρκική οικονομία από εσωστρεφή κρατικιστική σε εξωστρεφή ιδιωτική. Κάτι που θα προσέλκυε το ενδιαφέρον των επενδυτών και θα νομιμοποιούσε τελικά στα μάτια τόσο των Αμερικανών όσο και των Ευρωπαίων την απολυταρχική διακυβέρνηση του Εβρέν. Την ώρα λοιπόν που οι συλλήψεις πολιτών και υπόπτων ανέρχονταν σε εκατοντάδες χιλιάδες, οι πραξικοπηματίες βλέπουν τις Βρυξέλλες να καλωσορίζουν ουσιαστικά το στρατιωτικό τους καθεστώς, καλώντας σε συνέχιση των οικονομικών συμφωνιών. Οι τούρκοι στρατιωτικοί καρπώθηκαν κανονικά τα ευρωπαϊκά κονδύλια του 3ου Χρηματοδοτικού Πρωτοκόλλου του 1979 και μέχρι το 1981 απορροφούσαν χωρίς πρόβλημα τα εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια που έβγαιναν από τα ταμεία της ΕΟΚ. Ο γενικός διευθυντής Εξωτερικών Σχέσεων της ΕΟΚ, Pierre Duchâteau, αφήνοντας το θέμα της δημοκρατικής καταπάτησης κατά μέρος, επισκέφτηκε την Τουρκία του Εβρέν τρεις μήνες μετά το πραξικόπημα και δήλωνε «πολύ ικανοποιημένος» από τις επαφές που έκανε με τους χουντικούς: «Η Τουρκία έχει μεγάλη ανάγκη ξένων κεφαλαίων και επενδύσεων. Υποδεχθήκαμε πολύ θετικά τον νέο κανονισμό της κυβερνήσεως προς ενθάρρυνση του ξένου κεφαλαίου. Θα ήταν αναγκαίο και πολύ χρήσιμο να οδηγηθούν προς την Τουρκία ορισμένες επενδύσεις διά της οδού του κανονισμού αυτού … Είναι πολύ θετικά και σωστά τα σχέδια και οι τομείς για τους οποίους διατέθηκαν τα 105 εκατομμύρια δολάρια της ειδικής πιστώσεως». Και βέβαια, σπεύδοντας να μιλήσει υπέρ όλων των Ευρωπαίων, σημείωσε με νόημα πως «δεν τασσόμαστε υπέρ ασκήσεως πιέσεων για την ανακοίνωση ενός χρονοδιαγράμματος επί του θέματος επανόδου στη Δημοκρατία»! Η Κομισιόν συνέχισε απρόσκοπτα τις δουλειές της στην Τουρκία, παρά τη δημοκρατική εκτροπή, και κάποιοι ευρωβουλευτές έφτασαν μάλιστα μέχρι το σημείο να χαρακτηρίσουν «δημοκρατικό το πραξικόπημα του Εβρέν»! Παρά το γεγονός ότι όταν αποβιβάστηκε στην Τουρκία τον Φεβρουάριο του 1981 η ειδική αντιπροσωπεία του Ευρωκοινοβουλίου για να συναντηθεί με τα μέλη της Μεικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Τουρκίας-ΕΟΚ είδε με αποτροπιασμό πως όλα τα μέλη ήταν πίσω από τα κάγκελα! Η σκανδαλώδης στάση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποτυπώθηκε γλαφυρά τον Απρίλιο του 1981, όταν από τους 434 ευρωβουλευτές μόλις 51 -οι μισοί εκ των οποίων Έλληνες- ψήφισαν υπέρ της πρότασης του παγώματος των σχέσεων ΕΟΚ και Τουρκίας αν οι χουντικοί δεν αποκαθιστούσαν τη δημοκρατία στη χώρα. Το καθεστώς Εβρέν συνέχισε να απολαμβάνει την ύποπτη αυτή ευρωπαϊκή ασυλία και να σφίγγει ακόμα περισσότερο τα λουριά των αντιφρονούντων καθώς οι κυρώσεις δεν έρχονταν ποτέ. Και όταν ήρθαν τελικά, δεν ήταν παρά μόνο στα χαρτιά, καθώς τα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΟΚ συνέχιζαν κανονικά τις μπίζνες τους με τη χουντική Τουρκία. Δημοκρατική ή όχι, η Τουρκία αποτελούσε σημαντική αγορά που απορροφούσε διαρκώς τα ευρωπαϊκά προϊόντα. Τη δεκαετία του 1980, για παράδειγμα, οι εισαγωγές στην Τουρκία αυξήθηκαν κατά 183%. Μεταξύ 1981-1987, οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ ΕΟΚ και Τουρκίας υπερδιπλασιάστηκαν, με την ευρωπαϊκή κοινότητα να παραμένει ο κύριος πελάτης της Τουρκίας. Όσο για τις πρώτες εκλογές που διεξήχθησαν το 1983, υπό την άδεια και εποπτεία του στρατηγού Εβρέν, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έσπευσε να τις χαιρετίσει ως «επιστροφή στη δημοκρατία», χωρίς να δώσει προφανώς καμία σημασία στις σκανδαλώδεις συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκαν (τα δύο από τα τρία κόμματα που συμμετείχαν στις εκλογές, για παράδειγμα, έφεραν τη σφραγίδα της ίδιας της χούντας!). Με εξίσου καλό μάτι είδαν το πραξικόπημα στην Τουρκία τόσο οι αγορές όσο και οι Αμερικανοί, προσβλέποντας στα οικονομικά οφέλη της πολιτικής σταθερότητας, του ανεξέλεγκτου φιλελευθερισμού και της κρατικής τρομοκρατίας (όπως η απαγόρευση των απεργιών!). Η κυβέρνηση Ρίγκαν έτρεξε να υπογράψει κι αυτή μνημόνια συνεργασίας με το καθεστώς Εβρέν, νομιμοποιώντας περαιτέρω τη δημοκρατική εκτροπή. «Εσωτερική υπόθεση» χαρακτήρισε εξάλλου τη χούντα του Εβρέν το State Department! Όσο για τον ίδιο τον Εβρέν, υποσχόμενος το τέλος των αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ αριστερών, δεξιών και κούρδων αυτονομιστών, έβαλε την τουρκική δημοκρατία στον γύψο, ακριβώς τη στιγμή που άλλες χώρες έκαναν αποφασιστικά βήματα προς τον εκδημοκρατισμό και την ένταξή τους στην ευρωπαϊκή οικογένεια…
Τελευταία χρόνια
Ο Εβρέν, ο οποίος κυβέρνησε με αιματοβαμμένη πυγμή για εννιά χρόνια, αποσύρθηκε από τον δημόσιο βίο το 1989, για να αφοσιωθεί στη ζωγραφική στη βίλα του στο παραθαλάσσιο τουριστικό θέρετρο της Μαρμαρίδας, στη νοτιοδυτική Τουρκία. Κανείς δεν φαινόταν διατεθειμένος να τον ενοχλήσει και ήταν ξανά ο ίδιος που τάραξε τα νερά της πολιτική ζωής τον Μάρτιο του 2007, όταν υποστήριξε ανοιχτά την είσοδο του φιλοκουρδικού κόμματος στο τουρκικό Κοινοβούλιο, προκαλώντας σφοδρές αντιδράσεις. Ο «τούρκος Πινοσέτ», όπως ήταν τώρα γνωστός, πουλούσε τις ελαιογραφίες του έναντι δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Ένα γυναικείο γυμνό του έπιασε μάλιστα 214.000 ευρώ το 1993! «Δεν είχαν δει καν τον πίνακα», σχολίασε ο πραξικοπηματίας για το γεγονός. Η ιδιόρρυθμη ασυλία που απολάμβανε για πολλά χρόνια αυτός και οι λοιποί πρωταίτιοι του πραξικοπήματος του 1980 έμελλε να τερματιστεί το 2010, όταν η κυβέρνηση Ερντογάν είπε να διαταράξει την ήρεμη ζωή του στρατηγού και εισηγήθηκε την παραπομπή του σε δίκη, αλλάζοντας μάλιστα τη σχετική συνταγματική διάταξη που είχε επιφέρει ο στρατηγός το 1982. Ο Εβρέν καταδικάστηκε πράγματι στις 18 Ιουνίου 2014 σε ισόβια κάθειρξη, δείχνοντας την ίδια -παντελή- απουσία μεταμέλειας ενώπιον των δικαστών. «Θα προτιμούσα να αυτοκτονήσω, παρά να δικαστώ», είχε πει με στόμφο ο απόστρατος αξιωματικός το 2011, μένοντας στα λόγια. Λίγη σημασία είχαν φυσικά όλα αυτά για τον αιωνόβιο στρατηγό, καθώς από το 2012 νοσηλευόταν σε στρατιωτικό νοσοκομείο της Άγκυρας, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τον Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα της Τουρκίας θα έπρεπε να του είχαν στερηθεί όλοι οι βαθμοί και να έχει υποβιβαστεί ατιμωτικά στην τάξη του απλού στρατιώτη. Η κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί μέχρι την καταδίκη του και δεν θα ζούσε πολύ ακόμα. Ο Κενάν Εβρέν πέθανε στις 9 Μαΐου 2015, σε ηλικία 98 ετών. Η κηδεία του τελέστηκε στην Άγκυρα στις 12 Μαΐου, χωρίς ιδιαίτερη επισημότητα. Παρά τις στρατιωτικές τιμές, το σύνολο του πολιτικού κόσμου της Τουρκίας απουσίαζε ως ένδειξη διαμαρτυρίας, την ίδια ώρα που διαδηλωτές φώναζαν συνθήματα έξω από το κρατικό κοιμητήριο της Άγκυρας, όπου είναι θαμμένοι οι πλέον υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της χώρας. Μια άγνωστη γυναίκα σχολίασε πάντως ενδεικτικά: «Είναι ντροπή. Όλοι οι σημερινοί ηγέτες τού είχαν φιλήσει το χέρι κάποτε»… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr