Όταν στις 2 Απριλίου 1930 ο Ταφάρι Μακόνεν, κατά τη στέψη του ως Αυτού Μεγαλειότης Χαϊλέ Σελασιέ Α’, πρόσθεσε μπροστά από το όνομά του τον βασιλικό τίτλο «Ρας», δεν μπορούσε να ξέρει ότι σε μια μακρινή γωνιά του κόσμου θα γεννιόταν ο Μεσσίας! Ως μέλος μιας αφρικανικής δυναστείας που ισχυριζόταν ότι ήταν απόγονοι του βασιλιά Σολομώντα και της βασίλισσα του Σαβά, η άνοδός του στον θρόνο της Αιθιοπίας προκάλεσε κυριολεκτικά σεισμό στην Τζαμάικα, καθώς οι προφητείες του παναφρικανικού κινήματος του Μάρκους Γκάρβεϊ επιβεβαιώνονταν: ο μαύρος βασιλιάς που θα έφερνε όλους τους αφρικανούς σκλάβους στη Μαμά Αφρική είχε μόλις στεφθεί! Ο Ρας Ταφάρι ήταν για το θρησκευτικο-οικονομικό κίνημα των Ρασταφάρι η μετενσάρκωση του Ιησού αλλά και άμεσος απόγονος της δωδέκατης φυλής του Ισραήλ, αυτός που θα οδηγούσε δηλαδή τους λαούς της Αφρικής και της αφρικανικής διασποράς στη Σιών και την ελευθερία τους! Ο Χαϊλέ Σελασιέ δεν θα γνώριζε βέβαια για όλα αυτά παρά πολύ αργότερα και σίγουρα δεν εκπλήρωσε την προφητεία του κινήματος της Καραϊβικής που τον ήθελε Σωτήρα. Ο τελευταίος αυτοκράτορας της Αιθιοπίας με την αναντίρρητη επιρροή και εκτός των συνόρων της χώρας του προσπάθησε αντιθέτως να απελευθερώσει το δικό του έθνος, αν και μπλέχτηκε στη δίνη της διαμάχης τόσο των αποικιοκρατικών δυνάμεων όσο και των αφρικανικών εθνών. Το μεγάλο όνομα της αφρικανικής πολιτικής έφερε τη χώρα του στην Κοινωνία των Εθνών και τα Ηνωμένη Έθνη κατόπιν και έκανε την Αντίς Αμπέμπα οικονομικό και πολιτικό κέντρο της Μαύρης Ηπείρου, πριν τον προλάβει τουλάχιστον ο αιθιοπικός λιμός και η πραξικοπηματική ανατροπή του από τον θρόνο το 1974. Ο Σελασιέ αντιστάθηκε στον ιταλικό ζυγό, γνώρισε την εξορία και μπλέχτηκε στη διχαλωτή εξωτερική πολιτική των ευρωπαϊκών δυνάμεων, προσπαθώντας στις τόσες δεκαετίες της ηγεμονίας του να μεταρρυθμίσει την Αιθιοπία μέσω ραγδαίων αλλαγών στην κοινωνική, οικονομική και εκπαιδευτική πολιτική. Παραμένει μια από τις εμβληματικότερες προσωπικότητες τόσο του Μεσοπολέμου όσο και στα μεταπολεμικά χρόνια, διαδραματίζοντας σημαίνοντα ρόλο στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Αν και η αυταρχική του πολιτική επικρίθηκε τελικά τόσο για την υπερεκμετάλλευση των πόρων της πατρίδας του προς ίδιον όφελος όσο και για κατάχρηση εξουσίας, κάτι που θα κατέληγε στην πραξικοπηματική ανατροπή του από το φιλοσοβιετικό κίνημα του 1974…
Πρώτα χρόνια
Ο Χαϊλέ Σελασιέ γεννιέται ως Λιτζ (τίτλος ευγενείας) Ταφάρι Μακόνεν στις 23 Ιουλίου 1892 μέσα σε οικογένεια αριστοκρατικής καταγωγής. Ήταν γιος του κυβερνήτη της σημαντικής επαρχίας Χαράρ αλλά και πρωτοξάδελφου του αυτοκράτορα Μενελίκ Β’, Ρας Μακόνεν, με την ευγενική του καταγωγή να μετρά γενιές και γενιές τοπικών υψηλόβαθμων αξιωματούχων. Ο πατέρας του ήταν ένας από τους δελφίνους για τον θρόνο της Αιθιοπίας και πιθανότατα ο επικρατέστερος, καθώς η σύζυγός του ήταν θεία του Μενελίκ. Ο μικρός Ταφάρι λαμβάνει ανώτερη μόρφωση από γάλλους δασκάλους και δείχνει από πολύ νωρίς δείγματα της ευφυΐας και των ικανοτήτων του. Από τις διασυνδέσεις του πατέρα του στα ανάκτορα, ο Ταφάρι ανελίχθηκε πολύ γρήγορα και, σύμφωνα με τις κακές γλώσσες, πολύ προκλητικά: ήδη από παιδί, τοποθετήθηκε αξιωματούχος σε διάφορες περιοχές και το 1907 διορίστηκε κυβερνήτης της σημαντικής νότιας επαρχίας Σιντάμο. Ο 15χρονος οραματιστής έφηβος εφαρμόζει αμέσως μια ριζοσπαστική και προοδευτική για την εποχή πολιτική με κύριο στόχο τον εκσυγχρονισμό των διοικητικών δομών, τον περιορισμό της εξουσίας των τοπικών φεουδαρχών και την ενίσχυση του ρόλου της κεντρικής κυβέρνησης. Η πολιτική αυτή θα τον φέρει σε άμεση σύγκρουση με τους ντόπιους αξιωματούχους, αλλά θα τον καταστήσει ιδιαιτέρως προσφιλή στην αυλή, την πραγματική εξουσίας της χώρας. Παρά το γεγονός ότι το 1908 έχασε τον πατέρα του και τις υψηλές του διασυνδέσεις, ο Σελασιέ είχε ήδη τον δικό του κύκλο μέσα στο παλάτι, όπου δονούταν από συνωμοσίες, ίντριγκες και μηχανορραφίες. Εκλεκτός της αυτοκράτειρας, αναλαμβάνει νέες διοικητικές θέσεις και το 1910 γίνεται τελικά κυβερνήτης της σημαντικής επαρχίας Χαράρ, ενώ την επόμενη χρονιά ο νεαρός πρίγκιπας παντρεύεται τη δισέγγονη του αυτοκράτορα, εγκαθιδρύοντας τον εαυτό του ως έναν από τους πιθανότερους διεκδικητές του θρόνου. Με τον θάνατο του Μενελίκ Β’ το 1913, ήταν ο εγγονός του τελικά αυτός που ξεπήδησε νικητής από τις σκοτεινές δολοπλοκίες του παλατιού, αν και έκανε ένα μοιραίο λάθος: μεταστράφηκε στον μουσουλμανισμό, κάτι που τον αποξένωσε από το παραδοσιακό χριστιανικό στοιχείο της τότε Αβησσυνίας. Ο Ρας Ταφάρι ηγείται του χριστιανικού κινήματος για την ανατροπή του ισλαμιστή μονάρχη το 1916 και με τη βοήθεια εκκλησίας και ευγενών τα καταφέρνουν. Η κόρη του Μενελίκ αναλαμβάνει καθήκοντα αυτοκράτειρας και ο Ρας Ταφάρι ξεπηδά ως αντιβασιλέας αλλά και αδιαφιλονίκητος διάδοχος του θρόνου…
Η γέννηση του Χαϊλέ Σελασιέ
Η συντηρητική αυτοκράτειρα ενδιαφερόταν ωστόσο περισσότερο για την παράδοση και τη θρησκεία και κάποια στιγμή λειτούργησε ως αντιπολίτευση στο μεταρρυθμιστικό όραμα του αντιβασιλέα της, το πολιτικό άστρο του οποίου είχε ήδη ανατείλει. Ο Ρας Ταφάρι ήθελε διακαώς τον εκσυγχρονισμό του έθνους, αν και ήταν υποχρεωμένος να ακολουθήσει μια συμβιβαστική μεσαία γραμμή μεταξύ συντηρητικών και εκσυγχρονιστικών κύκλων, που θα σφράγιζε τη δεκαετία. Το 1926 ο Ταφάρι τέθηκε επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων της Αβησσυνίας, μια θέση που του εξασφάλισε τον τίτλο του βασιλιά, μιας και πια ήταν παντοδύναμος. Η θέση τού απονεμήθηκε εξαιτίας της διπλωματικής του επιτυχίας στο διεθνές στερέωμα, με την είσοδο της Αβησσυνίας στην Κοινωνία των Εθνών το 1923. Κι έτσι όταν πέθανε η αυτοκράτειρα το 1930, ο Ταφάρι ενθρονίστηκε τον Απρίλιο ως αυτοκράτορας της χώρας, «βασιλιάς των βασιλιάδων», όπως ήταν ο τίτλος του, παίρνοντας το όνομα Χαϊλέ Σελασιέ Α’ (κάτι που μεταφράζεται ως Ισχύς της Αγίας Τριάδας). Συνεχίζοντας το μεταρρυθμιστικό του όραμα, που είχε ήδη αφήσει γερή παρακαταθήκη στη χώρα, όπως την πλήρη κατάργηση της δουλείας το 1924, το 1931 ο νέος αυτοκράτορας έβαλε σκοπό να φτιάξει γραπτό Σύνταγμα, ως σύμβολο της νέας και σύγχρονης εποχής της χώρας. Πίστευε πως μόνο με μια δυνατή και συγκεντρωτική κεντρική διοίκηση μπορούσε το έθνος να πάει μπροστά και έκανε τα πάντα για να αυξήσει την εξουσία της, η οποία παράδερνε από τον θάνατο του Μενελίκ…
Η ιταλική εισβολή
Το μεταρρυθμιστικό όραμα του Σελασιέ θα ανακοπτόταν βιαίως και αιφνιδίως όμως το 1935, όταν ο Μπενίτο Μουσολίνι διέταξε τις δυνάμεις του να εισβάλουν στην Αβησσυνία. Η ιταλική πολεμική μηχανή, με την ανώτερη τεχνολογία της, τα αεροπλάνα αλλά και τα τοξικά αέρια, έκαμψε τη μικρή αντίσταση των αυτοκρατορικών δυνάμεων, εγκαθιστώντας σύντομα μια φασιστική διακυβέρνηση. Ήταν μάλιστα η πρώτη φορά στην ιστορία της Αιθιοπίας που το έθνος έχανε την ανεξαρτησία του! Ο Σελασιέ εξαναγκάζεται σε εξορία το 1936 και πλέον κατοικεί στη Βρετανία. Από κει θα αιτηθεί βοήθεια από την Κοινωνία των Εθνών για τη χώρα του, αν και μάτια. Και εκεί θα τον επισκεφθούν για πρώτη φορά αντιπρόσωποι των τζαμαϊκανών Ρασταφάρι ενημερώνοντάς τον για τη μεσσιανική αποστολή του (1936)! Ο Σελασιέ τους υποσχέθηκε επίσκεψη στο νησί της Καραϊβικής, μια υπόσχεση που δεν θα εκπληρωνόταν ωστόσο παρά έπειτα από 30 χρόνια (1966). Επόμενος σταθμός στην πολιτική καριέρα του Σελασιέ το 1941, όταν οι βρετανικές δυνάμεις, επικουρούμενες από την ηρωική αιθιοπική αντίσταση, διώχνουν τους Ιταλούς από τη χώρα, επιτρέποντας έτσι στον Χαϊλέ Σελασιέ να μπει θριαμβευτής στην πρωτεύουσα Αντίς Αμπέμπα τον Μάιο της ίδιας χρονιάς. Η πεντάχρονη φασιστική διακυβέρνηση της Ιταλίας είχε αποσαρθρώσει την πραγματική δύναμη της κυβέρνησης, κάτι που σήμαινε ότι ο αυτοκράτορας ήταν πια σαφώς δυνατότερος από ό,τι πριν…
Η διοίκηση του αυτοκράτορα
Καθ’ όλη την επόμενη δεκαετία, ο Σελασιέ δούλεψε πυρετωδώς για να ξαναχτίσει την κεντρική διοίκηση, να ανανεώσει τόσο τη δομή όσο και τον εξοπλισμό του στρατεύματος, να περάσει νόμους για τον περιορισμό της κρατικής διαφθοράς και να ελέγξει τις αυθαιρεσίες των αξιωματούχων, της εκκλησίας αλλά και του επιχειρηματικού κατεστημένου. Ταυτοχρόνως, φτιάχνει εκτεταμένο οδικό δίκτυο (κάτι που είχαν ξεκινήσει οι ιταλοί φασίστες), ιδρύει υπουργεία, κεντρική τράπεζα και ταχυδρομεία, κόβει νόμισμα και προβαίνει στη δημιουργία μεγάλων κρατικών δομών. Το πρόσωπο της Αιθιοπίας αλλάζει δραστικά. Η υφαρπαγή της δύναμης από τους τοπικούς αξιωματούχους και η συγκέντρωσή τους στο πρόσωπο του αυτοκράτορα έφερε βέβαια αντιδράσεις, που κλιμακώθηκαν με εξεγέρσεις σε διάφορες επαρχίες, τις οποίες κατέπνιξε στο αίμα. Οι δολοπλοκίες στο παλάτι του συνεχίστηκαν και ο Σελασιέ γινόταν ολοένα και πιο καχύποπτος, συγκεντρώνοντας προοδευτικά περισσότερες εξουσίες στο πρόσωπό του, καθώς πια δεν εμπιστευόταν κανέναν. Στη δεκαετία του 1950 θα ξεκινούσε ο πολυετής του αγώνας να προσαρτήσει στην Αιθιοπία την επαρχία της Ερυθραίας, σε μια αιματοβαμμένη σύγκρουση που θα ολοκληρωνόταν τελικά το 1962. Ταυτοχρόνως, ίδρυσε το Πανεπιστήμιο της Αντίς Αμπέμπα και υποδέχθηκε πίσω πάμπολλους αιθίοπες σπουδαστές που αναγκάζονταν να ξενιτευτούν για να σπουδάσουν. Στην επέτειο των 25 ετών της ηγεμονίας του, το 1955, ο Σελασιέ βρήκε την ευνοϊκή συγκυρία να παρουσιάσει το αναθεωρημένο Σύνταγμά του, το οποίο επέτρεψε τις πρώτες δημοκρατικές εκλογές το 1957. Ο αυτοκράτορας πάλευε συνεχώς να κρατήσει συμβιβαστική γραμμή μεταξύ των τόσων και αντιτιθέμενων συμφερόντων, κάτι που θα κατέληγε σε πραξικόπημα εναντίον του τον Δεκέμβριο του 1960. Το πραξικόπημα απέτυχε μεν, έστειλε ωστόσο ένα βίαιο μήνυμα στην Αιθιοπία προοιωνίζοντας το μέλλον…
Ο παναφρικανός ηγέτης και το τέλος
Στη δεκαετία του 1960, ο αυτοκράτορας της Αιθιοπίας ξεπήδησε ως μεγάλο όνομα αλλά και δύναμη αλλαγής στο παναφρικανικό κίνημα, την πολιτική κίνηση για την ένωση όλης της Αφρικής δηλαδή, καθώς είχε αποδείξει την ικανότητά του να προσαρμόζεται και να επικρατεί σε συνθήκες ραγδαίων αλλαγών. Κι έτσι θεωρήθηκε προσωπικός θρίαμβος όταν ο νεοϊδρυθέντας Οργανισμός για την Αφρικανική Ενότητα έφτιαξε το στρατηγείο του το 1963 στην Αντίς Αμπέμπα! Η κριτική που του ασκήθηκε πάντως είχε να κάνει με τον ισόβιο ρόλο του στο τιμόνι της χώρας, καθώς οι άλλοι αφρικανοί ηγέτες διαμαρτύρονταν ότι εκείνοι ήταν υποχρεωμένοι να ζητούν την ψήφο του λαού, ενώ ο Σελασιέ απαλλαγμένος από δημοκρατικές νομιμοποιήσεις, μπορούσε να επιδεικνύει τη δύναμή του. Μέχρι το 1970 πάντως, ο Σελασιέ είχε εκχωρήσει ολοένα και περισσότερες καθημερινές ασχολίες στην κεντρική κυβέρνηση και είχε αποσυρθεί λίγο-πολύ από τα τεκταινόμενα στο εσωτερικό, ρίχνοντας τώρα το βάρος στην εξωτερική πολιτική της Αιθιοπίας.
Την εποχή αυτή περιόδευε συνεχώς στο εξωτερικό και έκανε πιθανότατα περισσότερες επίσημες επισκέψεις από κάθε άλλο ηγέτη. Στη χώρα του τον κατηγορούσαν τώρα για ταξίδια με προσωπικό όφελος, την ίδια ώρα που οι κραυγές για τον παράνομο πλουτισμό του και την απομύζηση των δημόσιων ταμείων πλήθαιναν. Όλα αυτά τον έκαναν ακόμα πιο φιλύποπτο και πλέον ήταν εξαιρετικά επιφυλακτικός στις εκσυγχρονιστικές του μεταρρυθμίσεις, που τον είχαν κάνει άλλοτε λαοφιλή στην Αιθιοπία αλλά και σε όλη τη Μαύρη Ήπειρο. Η δυτική πρόοδος που τόσο προσπάθησε να εισάγει στην Αιθιοπία ήταν τώρα πιο αργή από ποτέ και ο εδώ και 40 χρόνια αυτοκράτορας φάνταζε εχθρός της ανανέωσης! Με τον δείκτη ανεργίας να καλπάζει και τον μεγάλο λιμό που ξέσπασε σε επαρχία της Αιθιοπίας το 1973, η φήμη του κηλιδώθηκε και πλέον ήταν μισητός από τον λαό. Κι έτσι στις 13 Σεπτεμβρίου 1974 έγινε νέο στρατιωτικό πραξικόπημα εναντίον του από «κόκκινο» ηγέτη με πρόδηλο φιλοσοβιετικό προσανατολισμό, ολοκληρώνοντας έτσι επιτυχώς τις προσπάθειες ανατροπής του που δονούσαν τη χώρα ήδη από τον Φεβρουάριο. Ο 82χρονος πρώην αυτοκράτορας τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό, όπου και πέρασε το τελευταίο διάστημα της ζωής του μέχρι τις 27 Αυγούστου 1975, όταν και πέθανε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Το επίσημο πιστοποιητικό του θανάτου του παραθέτει φυσικά αίτια για τον χαμό του, αν και είναι μάλλον κοινό μυστικό ότι δολοφονήθηκε από την αιθιοπική χούντα, όπως υποδεικνύουν τουλάχιστον σχετικές ενδείξεις. Ο άντρας που κυβέρνησε αγέρωχα την Αιθιοπία για τόσες δεκαετίες και την οδήγησε με πυγμή ακόμα και στις σκοτεινότερες περιόδους του έθνους δεν είχε καν μια κανονική κηδεία. Ακόμα και ο τόπος της ταφής του δεν έγινε ποτέ γνωστός. Όσο για τη μεσσιανική περιπέτειά του με τους Ρασταφάρι, έληξε εξίσου άδοξα. Ο μαύρος αυτοκράτορας που οι Τζαμαϊκανοί ήθελαν απελευθερωτή της μαύρης φυλής επισκέφθηκε το νησί της Καραϊβικής στις 21 Απριλίου 1966, όπου δεκάδες χιλιάδες Ρασταφάρι τον υποδέχθηκαν ως θεό! Ο Σελασιέ τρομοκρατήθηκε αρχικά από τους πιστούς που κατέκλυσαν το αεροδρόμιο του Κίνγκστον και τον αναφωνούσαν Μεσσία, πείστηκε ωστόσο να συναντηθεί με την ηγεσία των Ρασταφάρι. Φαίνεται πως ο Σελασιέ αναδιπλώθηκε στρατηγικά στο θέμα του παναφρικανισμού και την επιστροφή των μαύρων στη Μητέρα Αφρική, ξεμπλέκοντας ευφυώς από το θέμα του επαναπατρισμού των τζαμαϊκανών Ρασταφάρι στην Αιθιοπία. Ο αυτοκράτορας φέρεται να είπε στους πιστούς ότι δεν πρέπει να επαναπατριστούν στην Αιθιοπία πριν απελευθερώσουν τον λαό της Τζαμάικα. Ο ολοφάνερος ελιγμός του Σελασιέ θεωρήθηκε ωστόσο ως η «αρχή της απελευθέρωσης πριν τον επαναπατρισμό» για το κίνημα των Ρασταφάρι και αποτέλεσε ένα νέο έναυσμα για τον αγώνα τους… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr