Ως ένα από τα ιερά τέρατα του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, ο μοναδικός Νίκος Σταυρίδης έλαμψε στη μεγάλη οθόνη με το χαρακτηριστικό του γέλιο, τις ιδιαίτερες γκριμάτσες και την πληθωρική κίνησή του. Με χιούμορ πηγαίο και αφάνταστη αυτοσχεδιαστική ικανότητα, ο σπουδαίος αυτός ηθοποιός της πρώτης φουρνιάς των μεγάλων ελλήνων κωμικών που σφράγισαν τη θρυλική εποχή του εθνικού μας σινεμά άφησε παρακαταθήκη ταινίες που αρνούνται να γεράσουν. Ποιος μπορεί εξάλλου να ξεχάσει την αθάνατη σκηνή στα «Κίτρινα Γάντια» με την πορτοκαλάδα, την κωμικότερη κατά πολλούς σκηνή του ελληνικού κινηματογράφου, ή τις ερμηνείες του στο «Ευτυχώς τρελάθηκα», τον «Σταμάτη και Γρηγόρη», το «Φτωχαδάκια και λεφτάδες» και τόσες ακόμα ταινίες του παλιού καλού σινεμά; Ο δρόμος βέβαια για τον Σταυρίδη μόνο με ροδοπέταλα δεν ήταν στρωμένος και πέρασε από χίλια κύματα για να πάρει τελικά τη θέση που του άξιζε στο εγχώριο στερέωμα. Φτωχόπαιδο καθώς ήταν, ταλαιπωρήθηκε πολύ και πάλεψε πολύ, την ίδια ώρα που ο ευαίσθητος ψυχισμός του θα τον έφερνε στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Όλα αυτά σφυρηλάτησαν όμως μια φανταστική κωμική φιγούρα που δεν θα ξαναδούμε ποτέ στο κινηματογραφικό πανί…
Πρώρα χρόνια
Ο φτωχοδιάβολος στο θεατρικό σανίδι
Ο θεατρικός ηθοποιός στο μεγάλο πανί
Οι μεγάλοι σκηνοθέτες της εποχής τον επέλεγαν σταθερά πια στις νέες τους ταινίες και οι Τσιφόρος, Λάσκος, Σακελλάριος, Γλυκοφρύδης, Γρηγορίου, Ανδρίτσος έπιναν νερό στο όνομά του. Αν πρέπει να κάνουμε αναφορά σε μερικά από τα χαρακτηριστικά του φιλμ, ξεχωρίζουν αναμφίβολα «Η Ωραία των Αθηνών» (1954), «Οι παπατζήδες» (1954), «Γραφείο συνοικεσίων» (1956), «Μπαρμπαγιάννης ο κανατάς» (1957), «Η φτώχεια θέλει καλοπέραση» (1958), «Τα κίτρινα γάντια» (1960), «Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα» (1960), «Σταμάτης και Γρηγόρης» (1962), «Η Αθήνα τη νύχτα» (1962), «Κορόιδο γαμπρέ» (1962), «Ζητείται τίμιος» (1963), «Ο αδελφός μου ο τροχονόμος» (1963), «Ψυχραιμία Ναπολέων» (1968), «Ξύπνα καημένε Περικλή» (1969), «Ο άνθρωπος ρολόι» (1972) κ.ά.
Τελευταία του κινηματογραφική δουλειά ήταν το «Πώς καταντήσαμε Σωτήρη» του 1972, κλείνοντας έτσι μια σπουδαία καριέρα σε θέατρο και σινεμά.
Άνθρωπος απλός και καλλιτέχνης προσιτός, ο Σταυρίδης έζησε μια ήρεμη ζωή πάντα μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Συνεσταλμένος και καθημερινός, δεν πήγαινε μάλιστα ποτέ στις λαμπερές πρεμιέρες των ταινιών του, προτιμώντας να τις απολαμβάνει κατόπιν στις σκοτεινές αίθουσες ανάμεσα στο κοινό που τόσο τον λάτρευε. Αν κάτι φρόντισε πάντως ο ίδιος να καταστήσει γνωστό για την προσωπική του ζωή, ήταν το πάθος του για τον Ολυμπιακό, τις αγωνιστικές υποχρεώσεις του οποίου ακολουθούσε ανελλιπώς μη χάνοντας ευκαιρία να αποδεικνύει την αγάπη του για την ομάδα του Πειραιά.