Παρά τη μεγάλη πλειοψηφία στο γερμανικό κοινοβούλιο για τη νέα δανειακή σύμβαση, οι «σκεπτικιστές» δεν καταθέτουν τα όπλα και υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να διασωθεί. Από τους πιο γνωστούς επικριτές της νέας σύμβασης, αλλά και των χειρισμών της κυβέρνησης Μέρκελ στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι ο Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ, βουλευτής του κυβερνώντος χριστιανοδημοκρατικού κόμματος και επί σειρά ετών επικεφαλής της επιτροπής εσωτερικών υποθέσεων στο γερμανικό κοινοβούλιο. Μιλώντας στην τηλεόραση της Deutsche Welle, ο Μπόσμπαχ επιχειρεί να εξηγήσει τη στάση του: «Στο πρώτο πακέτο για την Ελλάδα είχα δώσει τη συγκατάθεσή μου, σε αντίθεση με άλλους συναδέλφους που έλεγαν “όχι” εξ΄αρχής. Είχα την ελπίδα ότι θα πετύχει ένα σχέδιο που προβλέπει οικονομική βοήθεια χέρι-με-χέρι με τις μεταρρυθμίσεις, ώστε η χώρα να μπορεί να αυτοχρηματοδοτηθεί. Αλλά η κατάσταση γινόταν όλο και πιο δυσχερής…». Από την αρχική αισιοδοξία και συγκατάθεση, ο Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ πέρασε σε μία απαισιόδοξη στάση απέναντι στις εξελίξεις στην Ελλάδα. Αναγνωρίζει ωστόσο ότι η πλειοψηφία του κόμματος δεν συμμερίζεται τη στάση του: «Λέγαμε ότι δεν θα επαρκούσε το δεύτερο πακέτο, ότι θα χρειαζόταν και τρίτο, και μας επέκριναν. Τώρα το αποφασίσαμε το τρίτο πακέτο. Κι όποιος λέει “προσέξτε, σε λίγα χρόνια η Ελλάδα θα χρειαστεί κι άλλα χρήματα”, αντιμετωπίζει οργισμένες επικρίσεις, όπως και παλαιότερα. Είναι σαν να ζούμε τη γνωστή ταινία, την “Ημέρα της μαρμότας”. Αλλά ξέρω ότι σε τελική ανάλυση το ζήτημα δεν είναι ποιος έχει δίκιο, αλλά ποιός έχει την πλειοψηφία».
Κατανόηση για την «άλλη άποψη»
O Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ, μέλος των χριστιανοδημοκρατών από το 1972 και βουλευτής από το 1994, έχει αφήσει να εννοηθεί ότι σκέπτεται να αποχωρήσει από την πολιτική σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την πολιτική που ακολουθεί το κόμμα της Άγκελα Μέρκελ στο ελληνικό ζήτημα. Ωστόσο δεν το έχει κάνει μέχρι στιγμής. Θέλει ωστόσο να εγκαταλείψει την προεδρία της επιτροπής εσωτερικών υποθέσεων με το επιχείρημα ότι το αξίωμα αυτό το οφείλει στην κοινοβουλευτική ομάδα, ενώ την απευθείας εκλογή του την οφείλει στους ψηφοφόρους του. «Είμαι απολύτως ρεαλιστής. Γνωρίζω τους συσχετισμούς δυνάμεων και πλειοψηφίας στην κοινοβουλευτική ομάδα. Ξέρω ότι πολλοί συνάδελφοι έχουν ενδοιασμούς, αλλά δίνουν θετική ψήφο, γιατί τη θεωρούν ένδειξη εμπιστοσύνης προς την κυβέρνησή τους. Με την ψήφο τους θέλουν να υποστηρίξουν την καγκελάριο και τον υπουργό Οικονομικών, παρότι επί της ουσίας βλέπουν με σκεπτικισμό το ζήτημα». Η επίμονη κριτική του Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και στο ίδιο του το κόμμα. Μάλιστα ο γενικός γραμματέας των χριστιανοδημοκρατών, έχει ασκήσει ανοιχτή κριτική για τη «συμπεριφορά» του και τη συνεχή παρουσία του στα μέσα ενημέρωσης. Ο ίδιος ο Μπόσμπαχ δεν αποδέχεται την κριτική: «Δεν νομίζω ότι θα υπάρξουν συνέπειες από αυτά που λέει ο γενικός γραμματέας. Θεωρώ τη γνώμη του εσφαλμένη. Παλαιότερα ο γενικός γραμματέας του κόμματος συνήθιζε να ασχολείται να αντιπαρατίθεται με τα υπόλοιπα κόμματα, τώρα επιδίδεται σε αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό του κόμματος. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι καλό για το κόμμα μας…»
Ένας βετεράνος της πολιτικής
Πολλά στελέχη των χριστιανοδημοκρατών με τη νομική κατάρτιση και την εμπειρία του Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ έχουν κατά καιρούς αναλάβει υπουργεία. Για τον ίδιο υπήρχε σοβαρή πιθανότητα να αναλάβει χαρτοφυλάκιο το 2005, αλλά τελικά έμεινε εκτός κυβέρνησης. Ήταν δική του η απόφαση ή της Άνγκελα Μέρκελ; «Σίγουρα δεν ήταν δικοί μου οι λόγοι» λέει ο ίδιος. «Το ήθελα και ήλπιζα ότι θα γίνει, δεν το λέω όχι από υπεροψία, αλλά γιατί είχαν γίνει κάποιες συζητήσεις τότε. Εντάξει, δεν ήταν γραφτό, η ζωή συνεχίζεται». Μόνο που κάποιοι θεωρούν ότι ο λόγος για το σημερινό «αντάρτικο» είναι ακριβώς η απογοήτευση για τη «μη υπουργοποίηση» προ δεκαετίας. Ισχύει αυτό ή μήπως πρόκειται για δυσφήμηση; Ο Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ απορρίπτει μετά βδελυγμίας αυτό το σενάριο: «Όχι μόνο είναι δυσφήμηση, αλλά και είναι και κακόβουλο, είναι απλώς βλακώδες. Μιλάμε για το 2005. Δηλαδή εγώ αποφάσισα να είμαι υπάκουος επί έξι χρόνια και ξαφνικά αποφάσισα να γίνω ιδιότροπος; Και αν είναι έτσι γιατί υπερψήφισα το πρώτο πακέτο για την Ελλάδα. Δεν έλεγα όχι, στην αρχή υπερψήφισα αλλά κάποια στιγμή είπα “ως εδώ και μη παρέκει”».