Τους κανόνες του εκλογικού παιχνιδιού επιχειρεί να θέσει το γαλάζιο στρατόπεδο σε μια περίοδο οιονεί προεκλογική με την 9η Απριλίου να έρχεται ξανά στο προσκήνιο ως η πιθανότερη ημερομηνία για το στήσιμο της πρώτης κάλπης. Μια αποστροφή του λόγου του πρωθυπουργού κατά τη χθεσινή επίσκεψή του στο Δήμο Κορυδαλλού περί «ανάβασης» στον Όλυμπο το Μάιο πυροδότησε εκ νέου τα σενάρια, καθώς για να ολοκληρωθεί η διπλή εκλογική διαδικασία το Μάιο θα πρέπει η πρώτη κάλπη με την απλή αναλογική να στηθεί στις 2 ή 9 Απριλίου και η δεύτερη με το νέο εκλογικό νόμο 14 ή 21 Μαΐου. Στις ημερομηνίες αυτές συνηγορεί και η έντονη κινητικότητα που υπάρχει στα πολιτικά γραφεία με τους υποψήφιους να κάνουν τον προγραμματισμό τους στη λογική της προκήρυξης των εκλογών τον Μάρτιο.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την εκτίμηση που έχει κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για παράλληλες κάλπες σε Ελλάδα και Τουρκία ενισχύει το ενδεχόμενο αυτό, δεδομένου ότι «κλείδωσαν» οι εκλογές στη γείτονα στις 14 Μαΐου. «Πιστεύω ότι και εδώ και στην Τουρκία θα έχουμε εκλογές λίγο-πολύ την ίδια χρονική περίοδο. Αυτό μπορεί να είναι και καλό από μίας πλευράς, με την έννοια ότι θα προκύψουν καινούργιες κυβερνήσεις περίπου ταυτόχρονα» είχε δηλώσει πρόσφατα ο πρωθυπουργός από την Αλεξανδρούπολη.
Στενοί συνεργάτες του επισημαίνουν ότι είναι απαραίτητο να έχει σχηματιστεί κυβέρνηση στην Ελλάδα το Μάιο γιατί για να αναδειχθεί νικητής στην Τουρκία απαιτείται το 50%+1 των ψήφων συνεπώς εάν η Τουρκία πάει σε επαναληπτικές εκλογές στις 21 Μαΐου, στο μεσοδιάστημα αυτό των επτά ημερών μπορεί ο Ταγίπ Ερντογάν για να κυριαρχήσει να ανεβάσει «επικίνδυνα» στροφές εναντίον της χώρας μας. Για αυτό σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να έχει απέναντί του μια υπηρεσιακή αλλά μια σταθερή και συμπαγή κυβέρνηση που θα μπορεί να «απαντήσει» ακόμη και επί του πεδίου.
Για το λόγο αυτό η γαλάζια εκλογική καμπάνια θα εστιάζει στην κρισιμότητα της πρώτης κάλπης και στο όφελος που έχει η χώρα από μία αυτοδύναμη κυβέρνηση. Κυρίαρχο σύνθημα θα είναι «καλύτεροι μισθοί», ενώ μεγάλο βάρος δίνεται και στον τομέα της ασφάλειας και της αμυντικής θωράκισης της χώρας μας. Στο μέτωπο της ακρίβειας το μήνυμα που στέλνει η ΝΔ στους πολίτες είναι ότι όσο η οικονομία αναπτύσσεται τόσο η κυβέρνηση δεν θα διστάζει το μέρισμα ανάπτυξης να το αξιοποιήσει για να στηρίξει όσους το έχουν πραγματικά ανάγκη. Οι γαλάζιοι επιτελείς μελετούν τις δημοσκοπήσεις και διαπιστώνουν ότι βασικό κριτήριο της ψήφου παραμένει η οικονομία και η ακρίβεια, εξ ου και ο υπουργός Οικονομικών άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο λήψης νέων μέτρων στήριξης προς την κοινωνία όσο ο δημοσιονομικός χώρος που δημιουργείται το επιτρέπει.
Ενισχύεται ο δικομματισμός
Την πορεία ενδυνάμωσης ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ καταγράφουν οι δύο τελευταίες δημοσκοπήσεις της Opinion Poll και της Alco, χωρίς να καταγράφεται ταυτόχρονα κάποια μεγάλη μείωση της διαφοράς. Συγκεκριμένα προβάδισμα 7,8% εμφανίζει η Νέα Δημοκρατία έναντι του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου στο πρώτο γκάλοπ, ενώ στο δεύτερο η διαφορά αποτυπώνεται στις 6,9 μονάδες (από 7,3 τον Νοέμβριο), Ακολουθούν το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ με 10,7%, το ΚΚΕ με 5,5%, η Ελληνική Λύση με 4,5% και το ΜέΡΑ25 με 3,2%. Και στις δύο δημοσκοπήσεις απώλειες καταγράφει το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ, ενώ η Ελληνική Λύση «τσιμπάει» προς τα πάνω. Στην ερώτηση ποιον πολιτικό αρχηγό εμπιστεύεστε περισσότερο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται με 32% έναντι 22% για τον Αλέξη Τσίπρα, με το κανένα να συγκεντρώνει 23% στη δημοσκόπηση της Alco (για τον Alpha).
Αναλυτές εκτιμούν ότι η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος παίζει ρόλο, δημιουργεί εντυπώσεις αλλά δεν είναι αυτό που θα κρίνει την αυτοδυναμία, η οποία εξαρτάται από το απόλυτο ποσοστό του πρώτου κόμματος σε συνδυασμό με το πόσο τοις εκατό θα είναι το άθροισμα των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής.
Χαρακτηριστικό πάντως της ψυχολογίας του εκλογικού σώματος είναι και το γεγονός ότι 1 στους 5 ψηφοφόρους δηλώνει ότι θα ψηφίσει άλλο κόμμα σε σχέση με το 2019. Το 47% αναφέρει ότι θα ψηφίσει το «λιγότερο κακό» κόμμα, ενώ το 41% δηλώνει ότι θα ψηφίσει αυτό που θεωρεί καλύτερο. Μάλιστα, το 62% των ψηφοφόρων της ΝΔ απαντά ότι θα το ψηφίσει ως «το καλύτερο κόμμα», κάτι που ισχύει για το 44% της ψήφου υπέρ ΣΥΡΙΖΑ και μόλις το 23% για τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ.