Σε μια συνέντευξη, στην ΕΡΤ1, που κάλυψε σχεδόν όλο το φάσμα των θεμάτων, ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος ρωτήθηκε για το μείζον ζήτημα των ημερών, τη ρύθμιση που αφορά στο κόμμα Κασιδιάρη. Αφού παρέπεμψε στη χθεσινή απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου, επανέλαβε ότι «στο πλαίσιο κατάρτισης της ρύθμισης που κατατέθηκε στη Βουλή, έχει υπάρξει, όντως, διαβούλευση της κυβέρνησης με τον Άρειο Πάγο για να εξετάσουμε όλες τις δικονομικές λεπτομέρειες ως προς την εφαρμογή της ρύθμισης. Είναι η συνήθης διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας πριν την κατάθεση και ψήφιση μιας κρίσιμης διάταξης. Πέραν της διαβούλευσης δεν έχει υπάρξει κάτι άλλο. Ποτέ δεν έχει γίνει παρέμβαση από πλευράς της κυβέρνησης στο έργο της δικαιοσύνης», διαβεβαίωσε «στο διά ταύτα».
Ταυτοχρόνως, όμως, τόνισε, «έχουμε το πλεονέκτημα της ιστορικής γνώσης και μνήμης, το οποίο, δυστυχώς, έχει πληρωθεί με αίμα. Υπάρχει μια μάνα, η μάνα του Φύσσα εκεί έξω, η οποία κλαίει για το παιδί που έχασε εξαιτίας της ναζιστικής, φασιστικής βίας. Η οποία (βία), δυστυχώς, για κάποια χρόνια βρήκε καταφύγιο και μέσα στη Βουλή. Αυτό δε θέλουμε να ζήσουμε, δε θέλουμε σε καμία περίπτωση το πολιτικό σύστημα να δώσει τη δυνατότητα σε εχθρούς της δημοκρατίας να ξανατρυπώσουν στη Βουλή. Και να εκμεταλλευθούν αυτήν τη δυνατότητα να εργαλειοποιήσουν τη δημοκρατία και τους θεσμούς για να κάνουν κακό σε αυτήν και το πολιτικό σύστημα, και τους ανθρώπους εν τέλει. Όσοι υπερασπίζονται τις ιδέες και τις πράξεις της Χρυσής Αυγής, τελικά στρέφονται κατά των ίδιων των πολιτών. Πληρώνονται με αίμα αυτές οι πράξεις και εδώ δε διώκονται οι ιδέες, διώκονται οι πράξεις».
Στο ίδιο θέμα, ο υπουργός Επικρατείας έριξε τα βέλη του και κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία προσπαθεί, όπως είπε, «να βρει προφάσεις για να μην υπερψηφίσει μια διάταξη. Η οποία (διάταξη) θα έπρεπε να βρει αρραγές το δημοκρατικό τόξο ώστε να μην επιτρέψουμε καμία χαραμάδα να ξαναμπούν ο φασισμός και οι εχθροί της δημοκρατίας στη Βουλή. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα κριθεί ως προς το εάν θα ψηφίσει ή όχι αυτήν την αναγκαία διάταξη», συμπέρανε εν τέλει.
Κληθείς δε, να σχολιάσει άλλες προτάσεις (π.χ. των κ.κ. Αλιβιζάτου και Κοντιάδη), υποστήριξε ότι «η ρύθμιση που έχουμε φέρει γνωρίζουμε ότι είναι στα όρια του Συντάγματος». Αντιθέτως, η πρόταση Αλιβιζάτου – Κοντιάδη «νομίζω ότι υπερβαίνει τα όρια του Συντάγματος. Εφάπτεται στις ιδέες, εκεί να μπορεί οποιοσδήποτε μετά να διώκεται για τις ιδέες του. Δε μας ενδιαφέρει να διωχθούν οι ιδέες κανενός. Μας ενδιαφέρει, όμως, να μην μπουν οι εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου στη Βουλή. Η άλλη πρόταση διακρίνεται από έναν πολιτικό βολονταρισμό, η οποία θα έχει τα αντίστροφα αποτελέσματα». Για τη δε, πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. «κινδυνεύει και είναι κατά τη γνώμη μας αντισυνταγματική και πολιτικά ατελέσφορη. Θεωρούμε ότι η δική μας πρόταση είναι η ρεαλιστικά εφαρμόσιμη, η οποία θα βάλει τέρμα και μπλόκο στο να μπουν ξανά ο ναζισμός και ο φασισμός στη Βουλή».
Όταν ερωτήθηκε για την επικοινωνία που έχει αναπτύξει όλο αυτό το διάστημα μέσα από τη φυλακή ο καταδικασθείς Ηλίας Κασιδιάρης, ο υπουργός Επικρατείας αναγνώρισε ότι αυτό «όντως είναι ένα πρόβλημα. Εκεί πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί ως προς τα δικαιώματα των φυλακισμένων, δεν ξέρω με ποιο τρόπο επικοινωνεί και αξιοποιεί το δικαίωμα της επικοινωνίας ως κρατούμενος […] αυτό είναι ένα πρόβλημα αλλά έτσι λειτουργεί η δημοκρατία, η οποία πρέπει να είναι μαχόμενη».
Στο ερώτημα γιατί έρχεται η παρούσα διάταξη, ενώ έχει προηγηθεί άλλη, διευκρίνισε ότι «τίποτε δεν πήγε λάθος (με προηγούμενη ρύθμιση), δεν αλλάζει ως προς την ουσία της, παραμένει ίδια στον πυρήνα της. Η τελευταία τροπολογία διευρύνει το Σώμα που θα κρίνει αυτήν την πολύ σημαντική για τη δημοκρατία υπόθεση. Από μια μικρότερη σύνθεση του Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου πηγαίνουμε στην Ολομέλεια αυτού του Τμήματος ώστε να μην αποκλεισθεί κανένας δικαστής του συγκεκριμένου Τμήματος στο να εκφρασθεί». Στο ερώτημα δε, αν είναι υπό συζήτηση η πρόταση του ΠΑΣΟΚ -Κινήματος Αλλαγής να αποφασίσει η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, απάντησε ότι «αυτά θα τα δούμε στη Βουλή».
Συν τοις άλλοις, στο ίδιο θέμα, ο υπουργός Επικρατείας επέρριψε «υποκρισία και διγλωσσία» στο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. «Την είχαμε δει και κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης (από τη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση). Καθυστέρησε αδικαιολόγητα η εκδίκαση στον πρώτο βαθμό, της Χρυσής Αυγής. Τελικά, αυτή εκδικάσθηκε επί ΝΔ, καταδικάσθηκε σε πρώτο βαθμό ο Κασιδιάρης ως επικεφαλής εγκληματικής οργάνωσης. Δεν είναι μια ευκαιριακή διγλωσσία και υποκρισία, είναι μια πάγια στάση του ΣΥΡΙΖΑ. Μια μεγάλη αναντιστοιχία των πραγμάτων που λέει και εκείνων που κάνει. Το βλέπω σε πολλά πεδία της πολιτικής», κατέληξε διευρύνοντας την κριτική του για τον πολιτικό αντίπαλο της κυβέρνησης.
Το πρόβλημα της ακρίβειας
Σε άλλο θέμα, σε αυτό των τιμών, «όντως υπάρχει πρόβλημα ακρίβειας στην αγορά», αναγνώρισε προσθέτοντας ότι «είναι ένα εισαγόμενο φαινόμενο. Η αντιπολίτευση έχει πει ότι η πανδημία ήταν “πανδημία Μητσοτάκη“, ο πόλεμος στην Ουκρανία “πόλεμος Μητσοτάκη“, η ενεργειακή ακρίβεια, “ακρίβεια Μητσοτάκη“. Όλα οφείλονται στον Μητσοτάκη και την κυβέρνηση, δεν είναι έτσι, τι να κάνουμε […] Μιλάμε για εξωγενείς κρίσεις, οι οποίες έρχονται στην Ελλάδα, αλλά χάρη στην προσπάθεια και διαχείριση που έχει κάνει η κυβέρνηση, έχουμε ορθώσει τείχος προστασίας. Δε λέμε ότι έχουμε λύσει το πρόβλημα. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι τα εισοδήματα πιέζονται». Αλλά, συμπλήρωσε, οι αυξήσεις στους κατώτατους μισθούς κατά 20% δεν έγιναν «με μαγικό ραβδί. Αλλά εν μέσω κρίσεων έχουμε καταφέρει να έχουμε δυναμική ανάκαμψη της οικονομίας, διπλάσια από την υπόλοιπη Ευρώπη. Επίσης, αυτό δεν έγινε τυχαία, έγινε χάρη στην οικονομική πολιτική που έφερε περισσότερες επενδύσεις, δημιούργησε περισσότερες θέσεις εργασίας».
Ειδικώς για το Market Pass, είπε πως έως τώρα έχουν κάνει χρήση του μέτρου τουλάχιστον 3,5 εκατ. πολιτών, αλλά «μπορούν και περισσότεροι. Συνδυαστικά με το “Καλάθι του νοικοκυριού” μπορούν να δώσουν ανακούφιση της τάξης των 120 -130 ευρώ το μήνα σε ένα καλάθι αξίας 500 ευρώ». Με άλλα λόγια, «απορροφά όλες τις αυξήσεις του πληθωρισμού. Είναι το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε για να διατηρήσουμε και τη δημοσιονομική ισορροπία».
Πολιτική αστάθεια και επιτόκια
Στο σημείο αυτό της συνέντευξης, ο ‘Α. Σκέρτσος προχώρησε, όμως, σε μια γενικότερη διαπίστωση: «H χώρα δεν μπορεί να ξεφύγει από τα δημοσιονομικά όρια και στόχους, πρέπει να κατακτήσουμε την επενδυτική βαθμίδα το 2023, (η οποία) θα φέρει περισσότερες επενδύσεις, άρα περισσότερες δουλειές, περισσότερα εισοδήματα στη χώρα και σε κάθε νοικοκυριό. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παίξουμε το επόμενο διάστημα με πολιτική αστάθεια. Η επενδυτική βαθμίδα θα χαμηλώσει το κόστος δανεισμού και της χώρας και των τραπεζών, άρα θα οδηγήσει σε χαμηλότερα επιτόκια στο άλλο μεγάλο πρόβλημα, τα στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια. Είναι μια αλυσίδα πραγμάτων που υποστηρίζεται μέσα από τις κατάλληλες πολιτικές. Η κυβέρνηση διαθέτει και την πρόταση και τη βούληση για να μας βγάλει από τη μία άκρη στην άλλη, σε αυτήν την πάρα πολύ δύσκολη συγκυρία διεθνώς».
Στον αντίποδα τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σημείωσε, «δε φαίνεται να έχουν πάρει μαθήματα από τα λάθη που έκαναν την προηγούμενη περίοδο και τα οποία οδήγησαν σε ύφεση, σε ένα νέο μνημόνιο, σε βαριά υπερφορολόγηση των πολιτών, των επιχειρηματιών, της μεσαίας τάξης. Δεν έχουμε ακούσει τίποτε ούτε για το ότι είχαμε ξέφραγο αμπέλι τα σύνορά μας, ούτε για το ότι υπήρξαν απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης για κατατρεγμένους ανθρώπους, μετανάστες και πρόσφυγες. Και ταυτόχρονα αυτό δημιούργησε ένα κύμα πολύ κακής ποιότητας ζωής και για τους κατοίκους αυτών των περιοχών».
Τρεις κεντρικές εξαγγελίες που υλοποιήθηκαν
Ακολούθως δε, υπογράμμισε τρεις εξαγγελίες της ΝΔ το 2019, οι οποίες έχουν υλοποιηθεί, όπως δήλωσε. Αυτές είναι:
- Η χαμηλότερη φορολογία. «Έχουμε μειώσει 50 φόρους, 7 δισεκ. ευρώ φορολογική ύλη έχει αφαιρεθεί από όλους μας».
- Θα έρθουν περισσότερες θέσεις εργασίας. «Έχουμε 300.000 περισσότερες θέσεις εργασίας, υψηλότερους μισθούς, προφανώς αναγκαίους για να αντιμετωπίσουμε τα φαινόμενα της ακρίβειας».
- Θα φρουρηθούν καλύτερα τα σύνορα και θα μειωθεί η μεταναστευτική επιβάρυνση «Όλα αυτά έχουν γίνει. Είχαμε 1 εκατ. πρόσφυγες την περίοδο 2015-2019 στην Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, (η χώρα) είχε 40.000 μετανάστες και πρόσφυγες. Είναι μια τεράστια αλλαγή, από 130 δομές φιλοξενίας μεταναστών, αυτή τη στιγμή έχουμε 22».
Η συνέντευξη έκλεισε με μία πρόσκληση προς το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής: «Το ΠΑΣΟΚ πρέπει να κάνει μια δική του ενδοσκόπηση και να σκεφθεί καλύτερα όρους που έχει βάλει στο τραπέζι. Δεν μπορεί να λέμε άλλα το πρωί και άλλα το βράδυ. Αυτό δημιουργεί το ρήγμα εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και πολιτικής. Εμείς αυτό που λέμε τώρα, θα το λέμε και μετά. Η χώρα χρειάζεται μια ισχυρή, αποφασιστική, αυτοδύναμη κυβέρνηση. Δε χωρούν ούτε παιχνίδια, ούτε περιβάλλον ρευστότητας και αβεβαιότητας. Έχουμε πολλή δουλειά ακόμη και δεν μπορούμε να χάσουμε ένα καλοκαίρι ή πολλούς μήνες με ατελέσφορες συζητήσεις με ανθρώπους και σχήματα που δε θέλουν να αναλάβουν ευθύνες. Δε βλέπω καμία διάθεση ουσιαστικής ανάληψης ευθυνών από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Αυτό που γίνεται είναι ένα μικροκομματικό μπαλάκι για να περνάει η ώρα», τόνισε κλείνοντας.