Την πλήρη συναίσθηση των δυσκολιών που υπάρχουν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά και την επίδειξη από την πλευρά της Τουρκίας μιας διαφοροποιημένης συμπεριφοράς και τη βελτίωση της διμερούς επικοινωνίας, σημειώνει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας με συνέντευξή του στην «Απογευματινή».
Αποτυπώνοντας το κλίμα των διμερών σχέσεων, ο Νίκος Δένδιας διακρίνει ένα νέο τοπίο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά τους σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου στην Τουρκία και την επίσκεψή του στην Αντιόχεια. Συγκεκριμένα, αναφέρει πως η Τουρκία επιδεικνύει μια σημαντικά διαφοροποιημένη συμπεριφορά μετά και την έμπρακτη εκδήλωση της ελληνικής αλληλεγγύης στον τουρκικό λαό. Στα κύρια γνωρίσματα αυτής της συμπεριφοράς, όπως επισημαίνει, περιλαμβάνονται η ύφεση στη μέχρι πρότινος ιδιαίτερη ένταση της τουρκικής ρητορικής και η απουσία παραβατικότητας στο Αιγαίο. Όπως αναφέρει, οι παραβιάσεις στο Αιγαίο έχουν σχεδόν μηδενιστεί, η ακραία επιθετική ρητορική δεν έχει απλά ατονήσει, αλλά έχει αντικατασταθεί από δηλώσεις και χειρονομίες αποκλιμάκωσης και εγκαρδιότητας. Ενδεικτικά σημειώνει ότι μόνο την προηγούμενη εβδομάδα είχε μία σύντομη συνάντηση με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών στις Βρυξέλλες, στο περιθώριο της Υπουργικής Συνόδου του ΝΑΤΟ, ενώ οι υπουργοί Εθνικής Άμυνας, Μετανάστευσης και Ασύλου κ.κ. Παναγιωτόπουλος και Μηταράκης, επισκέφθηκαν τις πληγείσες από τον σεισμό περιοχές της Τουρκίας.
Όσον αφορά στη διάρκεια του καλού κλίματος, ο υπουργός Εξωτερικών δηλώνει πως δεν είναι σε θέση να γνωρίζει, αλλά εκφράζει την ελπίδα να διατηρηθεί. Πάντως, κρίνει πολύ πρώιμο να συμπεράνουμε για το αν αυτή η ατμόσφαιρα αποκτήσει μόνιμα χαρακτηριστικά ή αν, ακόμα περισσότερο, θα οδηγήσει σε λύσεις.
Συγκεκριμένα στέκεται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου. «Θα είναι η Τουρκία έτοιμη να συμμετάσχει σε ειλικρινή και εποικοδομητικό διάλογο, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας; Αυτό προϋποθέτει πολιτική απόφαση και επιλογή κορυφής. Έχει ιδιαίτερη σημασία η διαφορετική αυτή στάση της Τουρκίας να συνιστά κεντρική πολιτική απόφαση διαρκείας» προτάσσει.
Περαιτέρω, αναδεικνύει τον «τεράστιο συμβολισμό» από την επιλογή της Τουρκίας να στηρίξει την Ελλάδα για το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων είναι ο θεματοφύλακας του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Δικαίου που συμπεριλαμβάνει και την UNCLOS, εξηγεί.
Σε αυτό το πλαίσιο, τονίζει πως «οφείλουμε, ως μία χώρα που επιδιώκει τον διάλογο και την επίτευξη ειρηνικών λύσεων στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, να αξιοποιήσουμε κάθε παράθυρο ευκαιρίας προς αυτήν την κατεύθυνση».
Όσον αφορά την ελληνική στήριξη της τουρκικής υποψηφιότητας για τη θέση του γενικού γραμματέα στον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ), «ενός εξειδικευμένου οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, με κύρια αποστολή, μεταξύ άλλων, την ασφάλεια και προστασία της διεθνούς ναυτιλίας και την πρόληψη της προερχόμενης από τα πλοία ρύπανσης», σημειώνει ότι αφορά αξίωμα σε έναν οργανισμό στον οποίο η Ελλάδα διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο συμμετέχοντας στην Κατηγορία Α’, του Συμβουλίου του. Απαντώντας στην ερώτηση αν υπήρξε «πρόβλημα» με την Κύπρο για το ζήτημα αυτό, αξιολογεί πως η εξέλιξη αυτή αποτυπώνει την υφιστάμενη βελτίωση του κλίματος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και μόνο ως θετική μπορεί να εκτιμηθεί, τόσο για την ειρήνη και την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή όσο και για τις προσπάθειες επανέναρξης των διαπραγματεύσεων με στόχο μία δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού στη βάση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και συμβατής με το ευρωπαϊκό κεκτημένο» προσθέτει.
Ταυτόχρονα, χαρακτηρίζει άριστες τις σχέσεις Αθήνας – Λευκωσίας και σημειώνει ότι αυτό επιβεβαιώθηκε και κατά την πρόσφατη συνάντησή του με τον Κύπριο υπουργό Εξωτερικών Κωνσταντίνο Κόμπο, στη Λευκωσία. «Εκεί, ενημέρωσα τον Προέδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας και φίλο μου, Νίκο Χριστοδουλίδη, καθώς και τον Κύπριο ομόλογό μου, για την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης για υποστήριξη της υποψηφιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας για επανεκλογή στην κατηγορία Γ’ του Συμβουλίου του ΙΜΟ, κατά την περίοδο 2024 – 2025. Η συγκεκριμένη απόφαση ελήφθη -μεταξύ άλλων- λόγω του εξαιρετικού επιπέδου ναυτιλιακής συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου. Στην ίδια επίσκεψη επιβεβαιώθηκε επίσης, η περαιτέρω ενίσχυση της ήδη στενής συνεργασίας μας, έχοντας ως κοινό εθνικό στόχο την επίλυση του Κυπριακού. Και αυτό, διότι για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά και για κάθε ελληνική κυβέρνηση, το Κυπριακό αποτελεί κορυφαία εθνική προτεραιότητα» τονίζει.
Ερωτηθείς αν είναι υπέρ ή κατά του φράκτη στον Έβρο σε σχέση με παλαιότερες δηλώσεις του, ο Νίκος Δένδιας σημειώνει πως κατέστησε σαφές, από την πρώτη στιγμή, πως οι δηλώσεις του του αυτές έγιναν το 2018, δύο ολόκληρα χρόνια πριν αντιμετωπίσει η Ελλάδα την υβριδική απειλή στον Έβρο. Επιπροσθέτως, τονίζει πως η χώρα μας αναγκάσθηκε να προσαρμοσθεί σε νέα δεδομένα, σε όλα τα επίπεδα και επικρίνει τον ΣΥΡΙΖΑ. «Ο ΣΥΡΙΖΑ πάντως, με την “ευγενική φροντίδα” του οποίου διακινήθηκε το συγκεκριμένο απόσπασμα, δεν μπορεί με φαινόμενα τύπου Ειδομένης και Μόριας, επί δικής του διακυβέρνησης, να επαίρεται για τα πεπραγμένα του στο μεταναστευτικό. Συνεπώς, πέρα από την τακτική της διακίνησης δηλώσεων κυβερνητικών στελεχών εκτός χρονικού πλαισίου, απαιτείται και ένα ελάχιστο στοιχείο αυτοκριτικής από την αξιωματική αντιπολίτευση» αναφέρει.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με αιχμές για δημοφιλείς υπουργούς που δεν έβαλαν επαρκώς «πλάτη» στην κυβέρνηση μετά το δυστύχημα στα Τέμπη με δημόσιες τοποθετήσεις, υπογραμμίζει πως την κυβέρνηση την στηρίζει συνεχώς με το έργο το οποίο προσπαθεί να επιτελεί από μία θέση στην οποία τον όρισε ο πρωθυπουργός και προσδιορίζει ότι ο ρόλος του υπουργού Εξωτερικών είναι συγκεκριμένος. «Και σίγουρα δεν είναι ο ρόλος του να γίνεται μέρος της τοξικότητας, η οποία, με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ, είναι πλέον διάχυτη στην πολιτική ζωή της χώρας» συμπληρώνει.
Τέλος, όσον αφορά τις εκλογές, είπε πως η προσπάθεια πρέπει να εστιασθεί στο αποτέλεσμα των εκλογών στις 21 Μαΐου και πως «οφείλουμε να αποδείξουμε στην προεκλογική περίοδο ότι θα συνεχισθούν οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις που ήδη έγιναν».