Απάντηση αναφορικά με το είδος του φορτίου που μετέφερε το αεροσκάφος τύπου Antonov που έπεσε τον περασμένο Ιούλιο στο Παγγαίο, έδωσε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος μιλώντας σήμερα στη Βουλή. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Σουλτάνας Ελευθεριάδου και Θεόδωρου Δρίτσα με θέμα «Κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την πτώση του αεροπλάνου Antonov στην περιοχή του Παγγαίου», ανέφερε καταρχάς πως για τη διέλευση ξένων στρατιωτικών αεροσκαφών από τη χώρα μας, διπλωματική άδεια. «Τα αιτήματα των ενδιαφερομένων ξένων χωρών, για διέλευση στρατιωτικών αεροσκαφών και λοιπών κρατικών πτητικών μέσων, καθώς επίσης ναυλωμένων πολιτικών αεροσκαφών που χρησιμοποιούνται επ’ ωφελεία κρατικών υπηρεσιών ή υπουργείων, τα οποία πρόκειται να πραγματοποιήσουν υπερπτήση του Εθνικού Εναέριου Χώρου ή να προσγειωθούν σε ελληνικά αεροδρόμια, υποβάλλονται μέσω διπλωματικής οδού και η διπλωματική άδεια χορηγείται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του υπουργείου Εξωτερικών» όπως είπε.
Αναφορικά με το είδος του φορτίου πυρομαχικών που μετέφερε, είπε πως «έχει ανευρεθεί στον παρόντα χρόνο, από τις εργασίες έρευνας και εκκαθάρισης του Τάγματος Εκκαθάρισης Ναρκοπεδίων Ξηράς (ΤΕΝΞ), και είναι αδρανή πυρομαχικά. Συγκεκριμένες όμως πληροφορίες, για τον ακριβή τύπο τους, δεν μπορούν να παρασχεθούν μέσω της παρούσας διαδικασίας λόγω του βαθμού ασφαλείας. Έχουν πραγματοποιηθεί οι προβλεπόμενες ενέργειες για την ασφαλή μεταφορά των εν λόγω πυρομαχικών, σε κατάλληλο χώρο, προκειμένου οι αρμόδιες υπηρεσίες του Στρατού Ξηράς να προβούν στην καταστροφή τους. Η εμπλοκή του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας (ΓΕΑ), με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, συνίσταται στην χορήγηση αριθμού διπλωματικής άδειας στα ως άνω αεροσκάφη».
Για τον έλεγχο της περιοχής που έπεσε όσον αφορά τις πιθανές τοξικές ουσίες τόνισε ότι «στην περιοχή της πρόσκρουσης του αεροσκάφους Antonov στον δήμο Παγγαίου, μετέβη τμήμα του Ειδικού Διακλαδικού Λόχου, το οποίο, αφού πραγματοποίησε μετρήσεις, δεν διαπίστωσε την ύπαρξη κάποιου επιβαρυντικού παράγοντα. Στη συνέχεια συνέλλεξε δείγματα χώματος και χλωρίδας τα οποία παραδόθηκαν στην Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας, συγκεκριμένα στο Τμήμα της Περιφερειακής Ενότητας Καβάλας, η οποία ακολούθως τα απέστειλε στη Β’ Χημική Υπηρεσία Αθηνών για την ταυτοποίηση χημικών ουσιών, φωσφόρου και βαρέων μετάλλων. Τα αποτελέσματα της παραπάνω ανάλυσης δεν έχουν γνωστοποιηθεί εισέτι στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας».