Εκτενείς αναφορές στην ενεργειακή κρίση είχε η εισαγωγική τοποθέτηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο υπουργικό συμβούλιο. Ο πρωθυπουργός έκανε ειδική αναφορά στην Ενέργεια τονίζοντας ωστόσο πως οι πόροι του κράτους δεν είναι ανεξάντλητοι. Παράλληλα επεσήμανε τις προσπάθειες όπως είπε της Ρωσίας να αποσταθεροποιεί κυβερνήσεις στην Ευρώπη, ενώ άφησε αιχμές στην Τουρκία κατηγορώντας την για τη συμπεριφορά της στο Μεταναστευτικό. «Εμείς προστατεύουμε τα σύνορά μας, να κοιτάξει η άλλη πλευρά τα δικά της ξέφραγα σύνορα».
Ο πρωθυπουργός είπε ακόμα ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο «έχει έρθει η ώρα να υλοποιηθούν όλα όσα είχα εισηγηθεί πριν από 7 μήνες. Πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου και αποσύνδεση της τιμής του από το ηλεκτρικό ρεύμα. Λυπάμαι γιατί υπήρξε καθυστέρηση. Είχα μιλήσει για το δυσκίνητο υπερωκεάνιο της Ευρώπης και είχαν υπάρξει αντιδράσεις και τώρα λέω μετά και τις δηλώσεις της Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν, κάλλιο αργά παρά ποτέ».
Τόνισε ότι η κυβέρνηση θα παρεμβαίνει όπου και όταν χρειάζεται αλλά προσοχή οι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι.
«Τα μέτρα μας θα είναι πάντα μετρημένα τόνισε και χωρίς οι πρόσκαιρες ανάγκες να ναρκοθετούν τις εθνικές αναγκαιότητες. Ακούω για ένα τσουνάμι παροχών που δημιουργούν προσδοκίες.
Στηρίζουμε την κοινωνία στο μέτρο των δυνατοτήτων μας πρόσθεσε και ζήτησε υπομονή έως την ΔΕΘ», είπε ακόμα.
Και συνέχισε: «Η δουλειά μας τρέχει και απόλυτη προτεραιότητα είναι η ενεργειακή κρίση και η αναγκαιότητά της. Δεν πρέπει να κρύψουμε από τους πολίτες την διάσταση αυτής της απειλής. Είναι μια απειλή που έχει κοινά με την πανδημία. Είναι παγκόσμια και ασύμμετρη.
Η άμυνά μας πρέπει να είναι ανάλογη. Τα κρατικά μέτρα πρέπει να συνοδευτούν και από τις ατομικές συμπεριφορές. Το κράτος να δείξει τόλμη και ευαισθησία και οι πολίτες υπευθυνότητα».
Αναφέρθηκε σε προτάσεις για τρόπους εξοικονόμησης ρεύματος και επίσης μίλησε για την αναφορά Μακρόν στο τέλος των αβεβαιοτήτων.
Θα ήταν καλό να αντιληφθούν όσοι ποντάρουν σε διεθνείς δυσκολίες για να προκαλέσουν εγχώριες κρίσεις να το αντιληφθούν, τόνισε.
Και κατέληξε: Η Ελλάδα δεν γυρίζει πίσω και δεν αλλάζει τις ιστορικές της επιλογές. Μια ισχυρή κυβέρνηση με σύμμαχο την κοινωνία. Σας βεβαιώνω ότι πρώτος εγώ δεν ανέχομαι ούτε υποβολείς και ούτε συμβιβάζομαι με τα λάθη μας.
Η εισαγωγική τοποθέτηση του πρωθυπουργού στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου
«Η τακτική μας συνεδρίαση πραγματοποιείται εν μέσω μίας επικαιρότητας με δύο όψεις: Το καλοκαίρι συνεχίζει ευτυχώς να είναι εξαιρετικά ελπιδοφόρο για τον τουρισμό μας, αλλά και για τις εξαγωγές μας και για τα δημόσια έσοδα. Το ίδιο και σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των πυρκαγιών, αλλά και την αποκλιμάκωση της ανεργίας.
Το διεθνές περιβάλλον όμως δυστυχώς σκεπάζουν μαύρα σύννεφα, που προοιωνίζονται έναν εξαιρετικά δύσκολο χειμώνα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει ήδη συμπληρώσει έξι μήνες, η Ρωσία επιτίθεται συνολικά πλέον στην Ευρώπη, με όπλο το φυσικό αέριο. Οι τιμές του έχουν αυξηθεί κατά 1000%, είναι δέκα φορές υψηλότερες από ότι ήταν πριν ξεκινήσει η κρίση, εκτινάσσοντας μαζί και το κόστος του ρεύματος, ανατροφοδοτώντας και πρωτόγνωρες πληθωριστικές πιέσεις.
Πρόκειται συνεπώς για μία πρωτοφανή απειλή για ολόκληρη τη Δύση. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι και μία απειλή στρατηγικού χαρακτήρα, γιατί όλα πια δείχνουν πως η Μόσχα επιδιώκει μέσω της οικονομικής πίεσης να δημιουργηθεί και κοινωνική αναταραχή, αλλά και πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό των χωρών που αντιδρούν στα σχέδιά της. Είναι το κόστος που αναλαμβάνει το μέτωπο της ελευθερίας, του Διεθνούς Δικαίου και της Δημοκρατίας.
Και όσοι αμφιβάλλουν δεν έχουν παρά να δουν πόσο οργανωμένοι είναι οι ρωσικοί εκβιασμοί στην ενέργεια και πώς η ακρίβεια επιχειρείται να γίνει καταλύτης, ώστε να μεγεθύνονται επιμέρους ζητήματα και να αμφισβητούνται, ενίοτε συνολικά, εθνικές κυβερνήσεις. Πού; Στα κράτη εκείνα που στο όνομα της Ουκρανίας υπερασπίστηκαν και υπερασπίζονται την ειρήνη, το απαραβίαστο των συνόρων και τη δημοκρατική ομαλότητα στην ήπειρό μας. Ο κύριος Putin δεν το κρύβει, ούτε όμως το κρύβει και ο κύριος Erdoğan, που δημοσίως έχει δηλώσει ότι θα ήθελε άλλη κυβέρνηση στην Αθήνα.
Σε ό,τι αφορά τώρα την Ελλάδα, στις γενικότερες προκλήσεις θα πρέπει ασφαλώς να προσθέσουμε την επιθετικότητα των γειτόνων μας και ασφαλώς το μεταναστευτικό. Θα υπάρχει, μάλιστα, σήμερα ενημέρωση της αρμόδιας Επιτροπής από τους δύο συναρμόδιους Υπουργούς.
Το μεταναστευτικό, το οποίο αντί των μαζικών κυμάτων που αντιμετωπίσαμε πριν από δύο και κάτι χρόνια, εμφανίζεται τώρα με το προσωπείο των δήθεν «ανθρωπιστικών εισβολών» από ομάδες οι οποίες όμως μετακινούνται συντονισμένα. Όμως, καμία νέα τακτική των διακινητών και κανένας ελιγμός της Τουρκίας δεν αλλάζει τη στάση μας. Σώζουμε αθώους, φυλάμε τα σύνορά μας και ας κοιτάξει η άλλη πλευρά τα δικά της ξέφραγα σύνορα.
Κάνω αυτήν την εισαγωγή, θέλοντας να περιγράψω το διεθνές περιβάλλον και τις συνέπειες, οικονομικές και πολιτικές, που μπορεί να έχει σε κάθε κράτος, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να συγκροτήσουμε τις απαντήσεις μας, τόσο σε ευρωπαϊκό, αλλά και σε εθνικό επίπεδο.
Για το πρώτο, το ευρωπαϊκό, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει έρθει η ώρα πια να υλοποιηθούν όσα είχα εισηγηθεί στους ομολόγους μου προ επτά ακριβώς μηνών: Πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, αποσύνδεση των τιμών του φυσικού αερίου με αυτές του ρεύματος, με άλλα λόγια, επιτέλους, μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην κρίση.
Λυπάμαι, αλλά είχα προειδοποιήσει από τους πρώτους για την κρίση την οποία αντιμετωπίζουμε τώρα. Τότε, μάλιστα, είχα μιλήσει προκαλώντας και κάποιες αντιδράσεις στις Βρυξέλλες, για το δυσκίνητο «υπερωκεάνιο» της Ευρώπης που συνήθως αργεί να αλλάξει ρότα.
Τώρα, μετά τις χθεσινές δηλώσεις της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και την ενεργοποίηση της Τσεχικής Προεδρίας, θα πω «κάλιο αργά, παρά ποτέ». Θα επιμείνω, πάντως, ότι κάθε μέρα που περνά χωρίς ενιαία αντίδραση στην κρίση της ενέργειας, θα μεγαλώνει τα προβλήματα για όλους τους Ευρωπαίους.
Σε εθνικό επίπεδο τώρα, νομίζω ότι η Κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι και ξέρει και μπορεί να υψώνει αναχώματα στις αυξήσεις. Το είπε και το έκανε και το κάνει στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος. Το λέει και θα συνεχίσει να το κάνει όπου και όπως χρειάζεται.
Προσοχή όμως, οι πόροι δεν είναι ανεξάντλητοι και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αν η πολιτεία σήμερα είναι σε θέση να στηρίζει με πάνω από 2 δισεκατομμύρια το μήνα τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις για τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, το οφείλει και στη συνετή πολιτική η οποία αύξησε τον δημόσιο πλούτο, ώστε αυτός να μπορεί να επιστρέφεται στους πολίτες.
Συνεπώς, τα μέτρα μας θα είναι πάντα μετρημένα και χωρίς οι πρόσκαιρες ανάγκες να ναρκοθετούν τις εθνικές αναγκαιότητες. Το λέω, γιατί ακούω ή διαβάζω -πάντα συμβαίνει αυτό ξέρετε πριν από τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης- για ένα «τσουνάμι» επικείμενων παροχών, τα οποία συχνά δημιουργούν και ψεύτικες προσδοκίες.
Σε ένα περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων, ο δημόσιος διάλογος είναι καλό να βασίζεται στον ρεαλισμό και ο αληθινός πληθωρισμός δεν χτυπιέται με πλαστές πληθωριστικές υποσχέσεις. Και αν, μέχρι στιγμής, πετυχαίνουμε να στηρίζουμε αποτελεσματικά την κοινωνία, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, είναι γιατί ακριβώς εξαντλούμε τα δημοσιονομικά περιθώρια, χωρίς όμως να τα καταργούμε.
Υπομονή, λοιπόν, μέχρι τη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, γιατί εκεί θα μπορέσω να παρουσιάσω το σχέδιό μας και για τον κρίσιμο χειμώνα που έρχεται, αλλά και για τη δεύτερη κυβερνητική μας θητεία και για την Ελλάδα του 2030.
Στο μεταξύ όμως, η δουλειά μας τρέχει και σήμερα θα εξετάσουμε μια σειρά από σημαντικά νομοσχέδια. Το θέμα των επισυνδέσεων βρίσκεται ήδη στην ευθύνη της Βουλής και της Δικαιοσύνης. Απόλυτη προτεραιότητά μας κατά συνέπεια γίνεται η ενεργειακή κρίση και η αντιμετώπισή της, που φαίνεται ότι θα σφραγίσει τους επόμενους μήνες. Και όπως είπα, σε αυτό το μέτωπο κινούμαστε τόσο στην πατρίδα μας όσο και στην Ευρώπη, όμως δεν πρέπει να κρύψουμε από τους πολίτες την διάσταση αυτής της συγκεκριμένης απειλής. Είναι μια απειλή άλλης μορφής. Θα έλεγα ότι έχει πολλά κοινά στοιχεία με την πανδημία, την οποία αντιμετωπίσαμε πριν από δύο και κάτι χρόνια.
Είναι παγκόσμια, είναι ασύμμετρη, έχει πολλές ακόμα άγνωστες παραμέτρους, ενώ κι αυτή επιφέρει παράλληλες συνέπειες σε πολλά διαφορετικά πεδία: από την πορεία των εθνικών οικονομιών και το πορτοφόλι του κάθε νοικοκυριού, μέχρι την κοινωνική συνοχή και την καθημερινή ζωή κάθε τόπου. Ακριβώς γι’ αυτό και η άμυνά μας θα πρέπει να είναι ανάλογη. Αυτό σημαίνει ότι Πολιτεία και πολίτες θα πρέπει και πάλι να συστρατευθούν. Τα κρατικά μέτρα, τα οποία είναι πολλά, θα πρέπει ναι, να συνδυαστούν και με αλλαγές στις ατομικές και στις οικογενειακές συμπεριφορές. Και οι συλλογικές πρόνοιες να πλαισιώνονται και από προσαρμογές στις προσωπικές μας συνήθειες που θα λειτουργούν στην ίδια κατεύθυνση.
Με άλλα λόγια, πρέπει και πάλι το κράτος να δείξει τόλμη και ευαισθησία και η κοινωνία με τη σειρά της να δείξει υπευθυνότητα. Προσαρμόζουμε, ήδη, το σχέδιό μας για τις ενεργειακές ανάγκες που έρχονται, με σκοπό όχι μόνο την ενίσχυση των πιο αδύναμων, αλλά την μείωση, τη συνολική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, την πριμοδότηση της έξυπνης κατανάλωσης. Θα χρειαστούμε, κύριε Υπουργέ, μία εκστρατεία ευρείας ενημέρωσης για το ζήτημα αυτό, ώστε όλοι να μπορούν να πληροφορηθούν τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους εξοικονόμησης ρεύματος, παράλληλα με τις γενικές ρήτρες, οι οποίες ήδη έχουν τεθεί σε εφαρμογή για τη λειτουργία του Δημοσίου.
Αυτά για την ώρα και για να έχουμε μία εικόνα του ευρύτερου πλαισίου που και ο Πρόεδρος Macron αποκάλεσε «τη μεγάλη ανατροπή, το τέλος των βεβαιοτήτων», ένα περιβάλλον ασταθές, μέσα στο οποίο τα ισχυρά κράτη είναι μόνο τα σταθερά κράτη και με τη θέση αυτή συμφωνούν -πιστεύω- όλοι οι Έλληνες και θα ήταν καλό να την αντιληφθούν και όσοι ποντάρουν σε διεθνείς δυσκολίες, για να κατασκευάζουν δήθεν εγχώριες κρίσεις. Μίλησα γι’ αυτό στη Βουλή, δεν χρειάζεται να επεκταθώ. Το μήνυμα, εξάλλου, έχει σταλεί και εντός και εκτός συνόρων: η Ελλάδα δεν γυρίζει πίσω, ούτε και αλλάζει τις ιστορικές της επιλογές. Μένει σταθερή στην τροχιά της Ευρώπης και της φιλελεύθερης δημοκρατίας, με μία κυβέρνηση που απαντά στις προκλήσεις της συγκυρίας, με σύμμαχο την κοινωνία, χωρίς να υποκύπτει ούτε σε πιέσεις, αλλά ούτε και στις όποιες δικές της αδυναμίες.
Σας βεβαιώνω, ότι πρώτος εγώ δεν ανέχομαι ούτε υποβολείς, ούτε συμβιβάζομαι με τα λάθη μας. Αυτή, άλλωστε, είναι και η μεγάλη μας δύναμη: η αλήθεια, η εμπιστοσύνη στον πολίτη και η δουλειά για το παρόν και το μέλλον το οποίο θέλουμε. Έτσι συνεχίζουμε λοιπόν. Και τώρα μπορούμε να ξεκινήσουμε την σημερινή μας ατζέντα».