Από τον επόμενο μήνα όλοι οι πολίτες πάνω από 16 ετών θα πρέπει να δηλώσουν έναν προσωπικό ιατρό. Ουσιαστικά, ο προσωπικός ιατρός προορίζεται να λειτουργεί ως το «σημείο αναφοράς» στη φροντίδα υγείας.
Ποια βασικά οφέλη υπόσχεται στους χρήστες υπηρεσιών υγείας ο θεσμός του προσωπικού ιατρού ως βάση ενός ολοκληρωμένου, σύγχρονου συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας; Ας σταχυολογήσουμε μερικά: είναι η πρόσβαση και των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού στο σύστημα υγείας, η πιο αποτελεσματική διαχείριση των χρόνιων νοσημάτων, η πρόληψη και η προαγωγή της υγείας – από τις βασικές αποστολές της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας – η συνεργασία μεταξύ διαφορετικών επαγγελματιών και δομών υγείας για καλύτερη επικοινωνία και διαχείριση πόρων. Πολύ σημαντικό επίσης είναι η αποσυμφόρηση των νοσοκομείων: είναι ενδεικτικό ότι έως και 1 στις 3 εισαγωγές έκτακτης ανάγκης και 4 στα 10 ορθοπεδικά περιστατικά θα μπορούσαν να αντιμετωπίζονται σε δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, όχι στα νοσοκομεία. Ο προσωπικός ιατρός θα είναι η «πυξίδα» στο σύστημα υγείας των υπεύθυνων πολιτών που ενδιαφέρονται για την υγεία τους.
Είναι από μόνη της αρκετή η θεσμοθέτηση του προσωπικού ιατρού; Το πλέον σημαντικό είναι η μεγαλύτερη δυνατή ενεργοποίηση τόσο των ίδιων των γιατρών όσο και των αποδεκτών των υπηρεσιών τους. Προηγούμενες απόπειρες, όπως ο οικογενειακός ιατρός, απέτυχαν λόγω μειωμένης διαθεσιμότητας γιατρών και περιορισμένων εγγραφών από τους πολίτες: μόλις 1,2 εκατομμύρια πολίτες έχουν εγγραφεί σε οικογενειακό ιατρό από το 2017 ενώ οι συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ επαγγελματίες υγείας που θα μπορούσαν να έχουν ρόλο οικογενειακού ιατρού μειώθηκαν κατά 60%, συνέπεια μαζικών αποχωρήσεων. Πολίτες και ιατρικό προσωπικό πρέπει μαζί να εστιάσουμε στην αλλαγή της συμπεριφοράς, να εστιάσουμε στον ασθενή. Με τον προσωπικό ιατρό επαναπροσδιορίζουμε τη φροντίδα, από το κρεβάτι του νοσοκομείου στο σπίτι, από «μια επίσκεψη το μήνα» σε «ένα χρόνο συνεχούς φροντίδας».
Είναι σημαντική η συνεργασία ιατρών και άλλων επαγγελματιών υγείας ομάδας με τον προσωπικό ιατρό, οι οποίοι ως ομάδα θα φροντίζουν για όλες τις ανάγκες υγείας ενός ατόμου σε όλα τα στάδια της ζωής του. Χρειάζεται περισσότερο εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, ξεκινώντας από τη δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση των ενταγμένων στο σύστημα προσωπικών ιατρών και από την «παραγωγή» περισσότερων γενικών ιατρών και παθολόγων. Χρειάζεται να δούμε με προσοχή το καθεστώς αμοιβής του προσωπικού ιατρού, μαζί με τη θέσπιση ισχυρότερων κινήτρων για την πλήρωση κενών θέσεων ιατρών. Χρειάζεται ένα ενιαίο πληροφοριακό σύστημα με το οποίο θα συνδέονται τα υπάρχοντα ηλεκτρονικά συστήματα υγείας και θα είναι δυνατή η πρόσβαση στον ατομικό, ηλεκτρονικό φάκελο υγείας του κάθε πολίτη.
Με λίγα λόγια, ο προσωπικός ιατρός ως βάση ενός συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που εστιάζει στην εξατομικευμένη κι ολοκληρωμένη, δια βίου φροντίδα υγείας του ατόμου, δεν είναι απλώς μια «πύλη εισόδου» στο σύστημα υγείας: πολύ περισσότερο, πρέπει να τον σκεφτούμε ως το ανάλογο ενός διευθυντή ορχήστρας, που καθοδηγεί, συντονίζει, συνεργάζεται, εμπνέει, διδάσκει. Ως κάποιον που δεν θα περιορίζεται στο να γράφει συνταγές ή να κάνει μια διάγνωση, αλλά θα ενδιαφέρεται να προλαμβάνει ή να εισηγείται και να παρακολουθεί μια ενδεδειγμένη θεραπεία. Και, στο τέλος της ημέρας, να αξιολογείται και να ανταμείβεται για τα αποτελέσματά του στο επίπεδο της υγείας του ατόμου. Με το θεσμό του προσωπικού ιατρού ερχόμαστε σαν κοινωνία πιο κοντά στα λόγια του Ιπποκράτη: «είναι πιο σημαντικό να γνωρίζεις ποιο είναι το άτομο που ασθενεί, παρά να γνωρίζεις τι είδους ασθένεια φέρει το άτομο που νοσεί».