Το μεγαλύτερο βάρος των διαπραγματεύσεων σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο παίρνει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος στοχεύει σε μία όσο το δυνατόν γρηγορότερη λύση στο ελληνικό ζήτημα και συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους εντός των ασφυκτικών χρονικών πλαισίων.
Έτσι, την ώρα που ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών δέχεται πυρ ομαδόν από ευρωπαίους ομολόγους του, σύμφωνα με τα όσα διέρρευσαν μετά το επεισοδιακό Eurogroup της Ρίγα στη Λετονία και ενώ μεγάλη μερίδα του ευρωπαϊκού Τύπου συνεχίζει να «πυροβολεί» τον Γιάννη Βαρουφάκη, διαμορφώνοντας ένα εχθρικό για την Ελλάδα κλίμα, ο Αλέξης Τσίπρας «παίρνει πάνω» του τη διαπραγμάτευση για την επίτευξη της πολυπόθητης στην κυβέρνηση πολιτικής συμφωνίας με τους δανειστές.
Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι τα χρονικά περιθώρια που έχουν μείνει για τη διαπραγμάτευση είναι υπαρκτά αλλά ασφυκτικά και δεν αφήνουν «χώρο» για εμπλοκές από αστάθμητους παράγοντες, όπως είναι η πολεμική που φαίνεται ότι έχουν υιοθετήσει ευρωπαίοι αξιωματούχοι ενάντια στον υπουργό Οικονομικών.
Παράλληλα, στο κυβερνητικό επιτελείο έχουν επίγνωση του ότι ακόμη και στις δυσκολότερες ως τώρα στιγμές, οι συναντήσεις και οι συζητήσεις που έχει ο Αλέξης Τσίπρας με ευρωπαίους ηγέτες και ανώτατους αξιωματούχους, γίνονται σε κλίμα φιλικό και παραγωγικό σε αντίθεση με το τι αντιμετωπίζει ο Γιάννης Βαρουφάκης στις συνεδριάσεις του Eurogroup.
Πάντως, κύκλοι του Μαξίμου σημειώνουν ότι δεν τίθεται θέμα αποπομπής του υπουργού Οικονομικών από το υπουργικό συμβούλιο, ειδικά μέχρι την επίτευξη της συμφωνίας, καθώς όπως τονίζουν κάτι τέτοιο θα εκλαμβανόταν ως υποχώρηση ολκής και θα είχε άμεσο αντίκτυπο στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις, δίνοντας «πάτημα» στους δανειστές για ακόμα πιο σκληρή στάση και νέες αιτιάσεις για υφεσιακά μέτρα.
Έτσι, μία ημέρα πριν την επανέναρξη του σημερινού Brussels Group, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τη Γερμανίδα Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ.
Σύμφωνα με πηγές του Μεγάρου Μαξίμου, η συζήτηση, που έγινε σε θετικό κλίμα, ήταν σε συνέχεια της συνάντησης των δύο ηγετών στις Βρυξέλλες.
Στη συνομιλία τους, εκφράστηκε η κοινή βούληση για σταθερή επικοινωνία καθ’ όλη την πορεία της διαπραγμάτευσης, προκειμένου να υπάρξει άμεσα μια αμοιβαία επωφελής λύση.
Ο Πρωθυπουργός είχε επίσης τηλεφωνική επικοινωνία και με τον Πρόεδρο του Eurogroup, Γ. Ντάισελμπλουμ.
Σύμφωνα με πληροφορίες ο κ. Τσίπρας ζήτησε εκ νέου την επίτευξη μίας ενδιάμεσης αξιολόγησης την 30η Απριλίου, η οποία θα δώσει μία ανάσα ρευστότητας στην ελληνική οικονομία μέχρι την επίτευξη της τελικής συμφωνίας, καθώς και επίσπευση των διαπραγματεύσεων.
Παράλληλα, ο Πρόεδρος του ΣΟΕ Ν. Χουλιαράκης είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον αξιωματούχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ν. Κοστέλο, όπου και συμφώνησαν να ξεκινήσουν άμεσα οι εργασίες του Brussels Group και σήμερα Δευτέρα θα υπάρξει τηλεδιάσκεψη του Brussels Group.
Αργά το απόγευμα ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας έχει συνάντηση με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης στο Μέγαρο Μαξίμου. Σε αυτήν μετείχαν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, ο υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Ευκλείδης Τσακαλώτο και στενοί του συνεργάτες.
Την ίδια ώρα από το κυβερνητικό επιτελείο συνεχίζουν το διαπραγματευτικό παιχνίδι του… μια στο καρφί και μια στο πέταλο, διαμηνύοντας σε κάθε τόνο ότι παραμένουν προσηλωμένοι στην εξεύρεση μίας λύσης και τη συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους, αλλά από την άλλη αφήνουν πάντα ανοιχτό το παράθυρο της «ρήξης».
«Αν οι εταίροι μας επιμείνουν στον στραγγαλισμό τότε μπορεί να υποχρεωθούμε να πάρουμε από μόνοι μας μέτρα τα οποία τώρα προσπαθούμε να αποφύγουμε. Και ίσως αυτό θα επιθυμούσαν κάποιο. Γι’ αυτό χρειάζεται τώρα να γίνει τμήμα της διαπραγμάτευσης και της λύσης η αντιμετώπιση του προβλήματος της ρευστότητας» σημείωσε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, αφήνοντας εκ νέου ανοιχτό το ενδεχόμενο να πλην πληρωθούν οι δανειστές. «Σε κάθε περίπτωση προηγούνται οι βασικές ανάγκες του λαού. Το βασικό μας αίτημα είναι να αναγνωριστεί το τρέχον πρόβλημα ρευστότητας ως ένα πρόβλημα κοινής ευθύνης και να αντιμετωπιστεί από κοινού. Κι αυτό μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Διαφορετικά η ομαλή εξυπηρέτηση των εξωτερικών υποχρεώσεων της χώρας θα έρχεται σε ολοένα και μεγαλύτερη αντίθεση με τις ανάγκες επιβίωσης και τη δυνατότητα ικανοποίησης βασικών αναγκών του ελληνικού λαού» πρόσθεσε.