Στις ελληνικές φυλακές υπάρχουν σχεδόν 200 κρατούμενοι βαριά άρρωστοι. Αυτοί οι άνθρωποι κρατούνται σε πολύ άσχημες συνθήκες. Είναι πολλοί στους θαλάμους, περισσότεροι από όσους επιτρέπεται, σε ορισμένες περιπτώσεις ο συγχρωτισμός αντενδείκνυται, υπάρχουν θάλαμοι που οι τρόφιμοι δεν έχουν ούτε χώρο ούτε για ένα τραπεζάκι να ακουμπήσουν το φαγητό τους. Δεν επιτρέπεται η ελληνική πολιτεία να κρατά σε αυτήν την κατάσταση ανθρώπους που είναι άρρωστοι» σημείωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, σχολιάζοντας τη νομοθετική ρύθμιση που αφήνει «παράθυρο» αποφυλάκισης στον Σάββα Ξηρό.
«Για αυτό το λόγο θεσπίσαμε μία ρύθμιση που προβλέπει την ταχύτερη έξοδο αυτών των ανθρώπων. Εάν είχαμε συνθήκες περίθαλψης ανθρώπινες για τους ανθρώπους, οι οποίοι κρατούνται, θα μπορούσαν ακόμα και εάν είναι ισοβίτες να μένουν εκεί για πάντα. Ο λόγος ο οποίος αυτοί οι άνθρωποι, με όρους πάντα, αποφυλακίζονται νωρίτερα είναι ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες κρατούνται δεν είναι κατάλληλες» πρόσθεσε ο κ. Παρασκευόπουλος.
Παράλληλα διευκρίνισε ότι όπως προβλέπεται στη νομοθετική ρύθμιση που περιέχεται στο νομοσχέδιο για την κατάργηση των φυλακών υψίστης ασφαλείας, θα υπάρχουν τρεις διαβαθμίσεις αναπηρίας, με τα σχετικά ποσοστά να είναι στο 50%, 67% και 80%. «Ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας του εκάστοτε ασθενούς κρατουμένου θα είναι και η σύντμηση του χρόνου για την αποφυλάκισή του» τόνισε ο υπουργός Δικαιοσύνης.
Αναφερόμενος στις βολές που δέχεται για το ενδεχόμενο αποφυλάκισης του Σάββα Ξηρού, ο κ. Παρασκευόπουλος τόνισε ότι «η νομοθεσία που ετοιμάσαμε δεν έχει καμία “φωτογραφία”, ούτε θετική για να ευνοείται αυτός, ούτε αρνητική για να ισχύει για όλους εκτός από έναν. Εμείς είδαμε την κατάσταση που υπήρχε και θεσπίσαμε τα κριτήρια», διευκρινίζοντας ότι η ρύθμιση θα ισχύει και για ψυχικά πάσχοντες.
Σχολιάζοντας την κατάργηση των φυλακών Γ Τύπου, ο κ. Παρασκευόπουλος τόνισε ότι «καταργείται το μοντέλο αυτό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι καταργείται η ασφάλεια. Οι πτέρυγες αυξημένης ασφάλειας που προβλέπεται να υπάρχουν στα σωφρονιστικά ιδρύματα θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Από άποψη ασφάλειας αυτό που αλλάζει είναι ότι προηγουμένως το υποκατάστημα ασφάλειας θα ήταν ένα ενώ τώρα πλέον θα είναι διάσπαρτα» .