Η πρόσκληση στο Βερολίνο για τον έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα απασχολεί τον γερμανικό Τύπο.
«Η Μέρκελ θέλει να μιλήσει με τον Τσίπρα» αναφέρει στο πρωτοσέλιδό της η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου. Η εφημερίδα σημειώνει ότι «μετά την ιδιαίτερη ένταση ανάμεσα των προηγούμενων εβδομάδων ανάμεσα στην Αθήνα και το Βερολίνο η καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ κάλεσε, απροσδόκητα, τον έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα για μία πρώτη επίσημη επίσκεψη στο Βερολίνο την επόμενη Δευτέρα». Η εφημερίδα υποστηρίζει ότι «ο Τσίπρας, που συμπληρώνει οκτώ εβδομάδες στην εξουσία είχε παραπονεθεί προσφάτως διότι δεν έχει προσκληθεί ακόμη στο Βερολίνο».
«Αντιπαράθεση για το πρόβλημα ρευστότητας- ο έλληνας πρωθυπουργός έρχεται στο Βερολίνο» είναι το πρωτοσέλιδο της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt. Η εφημερίδα καταγράφει τα εξής: «Τη Δευτέρα στις 15.30 η καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ σήκωσε η ίδια το ακουστικό για να μιλήσει με τον έλληνα πρωθυπουργό. Η Μέρκελ παρακάλεσε τον Τσίπρα να έρθει στο Βερολίνο, για να ξεκαθαρίσουν τα διαμφισβητούμενα θέματα. Ο Τσίπρας συμφώνησε. Την επόμενη Δευτέρα θα έρθει στη γερμανική πρωτεύουσα για την πρώτη του επίσημη επίσκεψη».
Πρόσκληση ή… παραγγελία;
Υπάρχει όμως ένα ερώτημα, που δεν έχει διευκρινιστεί για το τηλεφώνημα της Άγκελα Μέρκελ: «Του επέδωσε πρόσκληση ή του παρήγγειλε να εμφανιστεί;» διερωτάται η Handelsblatt, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle. Η εφημερίδα επικαλείται πάντως εκτιμήσεις διπλωματικών κύκλων στην Αθήνα, σύμφωνα με τις οποίες η επίσκεψη Τσίπρα αποσκοπεί σε μία «αποκλιμάκωση της κατάστασης» μεταξύ Αθήνας και Βερολίνου.
Σε ανταπόκριση από τη γερμανική πρωτεύουσα η εφημερίδα Frankfurter Allgemeine σημειώνει ότι «μετά τις εντάσεις των τελευταίων ημερών στις γερμανο-ελληνικές σχέσεις ο (κυβερνητικός) συνασπισμός του Βερολίνου επιλέγει ένα μείγμα αποκλιμάκωσης και επίθεσης. Πάντως η γραμμή που φαίνεται να εκφράζει ο (κυβερνητικός εκπρόσωπος) Ζάιμπερτ είναι ότι η επικείμενη σύνοδος κορυφής των ευρωπαίων ηγετών δεν πρέπει να επιβαρυνθεί (με το ελληνικό ζήτημα). Η Μέρκελ θα σκιαγραφήσει τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης λίγο πριν από τη σύνοδο, μιλώντας στο γερμανικό κοινοβούλιο».