Σε ανώτατο επίπεδο θα κριθεί το μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων και συγκεκριμένα στη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο της Τουρκίας που θα πραγματοποιηθεί στις 14 Ιουνίου στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ. Άλλωστε, η διήμερη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου στην Ελλάδα είχε κατά κύριο λόγο προπαρασκευαστικό χαρακτήρα, δημιουργώντας και από τις δύο πλευρές το κλίμα για μία επαναπροσέγγιση μετά το ταραγμένο προηγούμενο διάστημα που είχαν προκαλέσει οι συνεχείς προκλήσεις της Άγκυρας, οι απαιτητικές της διεκδικήσεις αλλά και η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού ζητήματος.
της Γεωργίας Αθ. Σκιτζή
Σημειώνεται ότι η τελευταία συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν ήταν τον Δεκέμβριο του 2019 στο Λονδίνο με τις δύο πλευρές να καταγράφουν σε πολωτικό κλίμα τις εκατέρωθεν διαφωνίες τους, στη σκιά και της πρόσφατης τότε υπογραφής του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου.
Χαμηλοί τόνο αλλά βαρύ το φορτίο
Στη θετική ατζέντα και σε ζητήματα χαμηλής πολιτικής στα οποία μπορούν να βρεθούν κοινοί παρονομαστές εστίασαν οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας – Τουρκίας κατά τις συνομιλίες τους, επιχειρώντας από κοινού να διατηρήσουν χαμηλούς τόνους, παρότι το βαρύ φορτίο της κεντρικής ατζέντας παραμένει ενεργό. Εκτιμάται δε ότι σε επίπεδο συμβολισμού η παρουσία του επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου στη χώρα μας βελτίωσε το τεταμένο κλίμα των δύο χωρών, όπως αυτό είχε αποτυπωθεί στην φορτισμένη συνέντευξη τύπου των δύο ανδρών που είχε λάβει χώρα στην Άγκυρα.
Στο πλαίσιο αυτό, καταρτίστηκε από κοινού ένας ευρύς κατάλογος προγραμμάτων οικονομικής συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας, ο οποίος περιλαμβάνει συνολικά 25 θέματα (15 που είχε προτείνει η ελληνική πλευρά, 8 που είχε προτείνει η τουρκική, η αμοιβαία αναγνώριση των εθνικών πιστοποιητικών κατά του COVID-19, καθώς και θέματα που άπτονται περιβαλλοντικής συνεργασίας, τα οποία τέθηκαν για πρώτη φορά προς συζήτηση κατά την συνάντηση των αρμοδίων Υφυπουργών στην Καβάλα).
Ο στρατηγικός στόχος της Ελλάδας
Η Αθήνα προχώρησε σε μια πρώτη αποτίμηση των επαφών που είχαν οι κ.κ. Δένδιας – Τσαβούσογλου κάνοντας λόγο για μια ειλικρινή και εφ’ όλης της ύλης συζήτηση, με τις επαφές τους να διεξάγονται σε θετικό κλίμα και να διακατέχονται από μια ειλικρινή ανταλλαγή θέσεων και απόψεων. Κατά τις ίδιες πηγές, ο Νίκος Δένδιας αναφέρθηκε εκτενώς τόσο στις διμερείς σχέσεις όσο και στις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, υπογραμμίζοντας ότι οι σχέσεις αυτές είναι αλληλένδετες.
Επισήμανε ότι έχουν γίνει συγκρατημένα βήματα διαλόγου όπως η επανάληψη των διερευνητικών επαφών, οι πολιτικές διαβουλεύσεις, η τηλεδιάσκεψη για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και πιο πρόσφατα η συνάντηση του υφυπουργού Εξωτερικών Κώστα Φραγκογιάννη με τον Τούρκο ομόλογό του Σεντάτ Ονάλ, στην οποία συζητήθηκαν θέματα διμερούς συνεργασίας στους οικονομικούς και εμπορικούς τομείς. Επιπρόσθετα, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών επανέλαβε ότι η κυβέρνηση τάσσεται υπέρ ενός εποικοδομητικού διαλόγου με την Τουρκία, πάντα, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Νίκος Δένδιας επισήμανε το απαράδεκτο της εμμονής στο «casus belli», εφόσον η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο Αιγαίο, κάτι που επανέλαβε και ο ίδιος ο Τούρκος ΥΠΕΞ σε πρόσφατη συνέντευξη του. Επίσης, τον μη σεβασμό στις διατάξεις της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, η οποία αποτελεί μέρος του Εθιμικού Δικαίου. Στο πλαίσιο αυτό επισήμανε ότι το «τουρκο-λιβυκό μνημόνιο είναι παράνομο και ανυπόστατο». Τέλος, υπογράμμισε εκ νέου ότι η συνέχιση της ρητορικής αναφορικά με ζητήματα που άπτονται της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη είναι προκλητική και αδικαιολόγητη.
Γιατί η Τουρκία αλλάζει στάση
Η ελληνική πλευρά χωρίς αμφιβολία διακρίνει τους λόγους που οδηγούν την Τουρκία σε μεταβολή της προκλητικής της στάσης στην παρούσα χρονική συγκυρία. Επισημαίνεται ότι στην πρόσφατη επίσκεψή της στην Άγκυρα η αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Γουέντι Σέρμαν έστειλε εκ νέου τελεσίγραφο στην τουρκική κυβέρνηση για τους S-400, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες η επικείμενη συνάντηση Ερντογάν – Μπάιντεν στο περιθώριο της Συνόδου στο ΝΑΤΟ δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμη. Παράλληλα, η θετική ατζέντα που η Τουρκία έχει ανάγκη από την Ε.Ε. έχει συνδεθεί άμεσα με τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό.