Στις προοπτικές που δημιουργεί για την Ελλάδα το Ευρωπαϊκό Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027 το οποίο θα ξεπερνάει το 1 τρις ευρώ, στο οποίο θα προστεθούν τα 750 δις ευρώ στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και του Next Generation EU αναφέρθηκε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδιος για την προώθηση του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής Μαργαρίτης Σχοινάς στην ομιλία του στην παρουσίαση της Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου 2020.
Στη διαδικτυακή εκδήλωση ο κ. Σχοινάς υπογράμμισε ότι η χώρα μας θα είναι η τέταρτη πιο ευνοημένη χώρα ανάλογα με το μέγεθός της και την οικονομία της από αυτές τις πρωτοφανείς χρηματοδοτικές δυνατότητες. Μόνο από το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο θα λάβει πάνω από 40 δισ. ευρώ, ενώ από το Ταμείο Ανάκαμψης επιπλέον 20 δισ. ευρώ σε επιδοτήσεις και σχεδόν 13 δισ. ευρώ σε δάνεια. Τη χαρακτήρισε ως μια μοναδική ευκαιρία για την τόνωση της ανάπτυξης και τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας μας, γιατί ουσιαστικά διπλασιάζει σχεδόν το ετήσιο ποσό των δημοσίων επενδύσεων για τα επόμενα χρόνια. Δήλωσε ιδιαίτερα ευτυχής διότι η Ελλάδα είναι από τα πρώτα κράτη-μέλη της Ένωσης που, όπως είπε, θα υποβάλει Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, όχι μόνο έγκαιρα αλλά και ποιοτικά ένα από τα καλύτερα σχέδια που έχουν συζητηθεί. Επίσης, υπογράμμισε τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Έλληνα πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη, στην έγκριση της ΕΕ του πακέτου για την ασφαλή επανέναρξη για τις μετακινήσεις στην Ευρώπη, που περιλαμβάνει και το πράσινο ψηφιακό πιστοποιητικό.
Ο Christian Verschueren, γενικός διευθυντής Eurocommerce, τόνισε τη μεγάλη σημασία που έχει η ύπαρξη αληθινών στατιστικών στοιχείων κατά τη χάραξη πολιτικής. Τόνισε πως ο τομέας του εμπορίου και του χονδρεμπορίου προσφέρει 1 στις 7 θέσεις εργασίας και είναι σημαντικό οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να το θυμούνται αυτό καθώς αποδεικνύει τη σημασία του τομέα για την ευρωπαϊκή οικονομία. Παρουσίασε επιπλέον, τα στοιχεία Έκθεσης που εξέδωσε η EuroCommerce από κοινού με την McKinsey, σύμφωνα με τα οποία οι διαδικτυακές πωλήσεις επιταχύνθηκαν σημαντικά (+ 55%) το 2020, συνέβαλαν στο 18% της ανάπτυξης της αγοράς το 2020 και αυτή η τάση θα συνεχιστεί. Επιπρόσθετα, η πανδημία του Cοvid-19 πόλωσε τη ζήτηση, με τους καταναλωτές να διαπραγματεύονται την τιμή λόγω των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, καθώς Το 37% των καταναλωτών έψαχναν να εξοικονομήσουν χρήματα στις αγορές τους. Τόνισε επίσης, πως τα lifestyle πρότυπα άλλαξαν: Το 50% των καταναλωτών στόχευε να αγοράζει πιο υγιεινά, τοπικά ή φιλικά προς το περιβάλλον τρόφιμα το 2021.Το 26% των καταναλωτών επιθυμούσαν και να εξοικονομήσουν χρήματα σε είδη παντοπωλείου και να μετακινηθούν σε πιο βιώσιμα καταναλωτικά πρότυπα.
Οι ΜμΕ λιανικού συμβάλλουν, εν μέσω πανδημίας, στην ενίσχυση της εγχώριας αλυσίδας αξίας
Τη σημαντική υποχώρηση που κατέγραψαν οι δυναμικές, οι αναπτυσσόμενες αλλά και οι ανθεκτικές επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες έδειχναν σημάδια βιωσιμότητας, μέσα στην πανδημία επεσήμανε στο σχολιασμό των αποτελεσμάτων της Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου 2020 η Βάλια Αρανίτου, διευθύντρια του ΙΝ.ΕΜ.Υ – ΕΣΕΕ, κατά την παρουσίαση των βασικών ευρημάτων της έκθεσης.
Η κυρία Αρανίτου στο πάνελ που συμμετείχαν επιστημονικοί διευθυντές ερευνητικών Ινστιτούτων των κοινωνικών εταίρων, υπογράμμισε το στοιχείο του έντονου δυισμού, δηλαδή της παρατήρησης πως οι επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης είναι ασύμμετρες και διαφοροποιούνται ανάλογα με τον κλάδο, το μέγεθος της επιχείρησης και την περιφέρεια. Παρά την υγειονομική κρίση, η ανεργία παρουσίασε οριακή πτώση, εξαιτίας των κρατικών πολιτικών υποστήριξης,
ενώ οι θέσεις εργασίας στο Εμπόριο ενισχύθηκαν, εξαιτίας του χονδρικού εμπορίου. Στη συνέχεια επεσήμανε πως οι ΜμΕ λιανικού συμβάλλουν, εν μέσω πανδημίας, στην ενίσχυση της εγχώριας αλυσίδας αξίας, λόγω αναταράξεων στις διεθνείς αλυσίδες, με την πρόκληση διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους ωστόσο να οξύνεται. Βάσει της έρευνας του ΙΝΕΜΥ, το 88% των επιχειρήσεων λιανικού θεωρούν ότι η πανδημία θα επηρεάσει αρνητικά τον κύκλο εργασιών το 2020, με περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις (56%) να εκτιμούν πως η ετήσια πτώση του κύκλου εργασιών θα υπερβεί το 40%. Τέλος, σημείωσε πως σημαντική υποχώρηση κατέγραψαν οι δυναμικές, οι αναπτυσσόμενες αλλά και οι ανθεκτικές επιχειρήσεις, πολλές από τις οποίες έδειχναν σημάδια βιωσιμότητας. Ωστόσο, ο σχεδόν διπλασιασμός των απειλούμενων επιχειρήσεων αποκαλύπτει το μεγαλύτερο κίνδυνο της πανδημίας.
Ο Μιχάλης Μητσόπουλος, διευθυντής τομέα Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος και Ρυθμιστικών Πολιτικών ΣΕΒ τόνισε πως η σημαντική επέτειος των 20 ετών της Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου της ΕΣΕΕ μεταφέρει σημαντικά μηνύματα για τον ανόμοιο τρόπο με τον οποίο επιμέρους τμήματα του εμπορίου έχουν επηρεαστεί από τις εξελίξεις του τελευταίου έτους. Υποστήριξε πως μας υπενθυμίζουν ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός αλλά και μετεξέλιξη της αγοράς σύμφωνα με τις επιταγές της βιώσιμης ανάπτυξης θα πρέπει να είναι προτεραιότητες και κατά την αντιμετώπιση της υφιστάμενης κρίσης, όπως άλλωστε έχει αποφασίσει και η στόχευση του Ταμείου Ανάκαμψης, υπάρχουν επιχειρήσεις που για να συμμετάσχουν στον αναγκαίο μετασχηματισμό χρειάζονται στήριξη σε τεχνογνωσία και πόρους. Πέρα όμως από την κρίση, πρόσθεσε, το μεγάλο στοίχημα της χώρας για την επόμενη μέρα των δύο απανωτών κρίσεων παραμένει η αξιοποίηση των μεταρρυθμίσεων που έχουν γίνει και προωθούνται ώστε η ισόρροπη ανάπτυξη όλων των κλάδων και των επιχειρήσεων όλων των μεγεθών να γίνει με ένα τρόπο που θα έχει ουσιαστικό και θετικό αποτύπωμα στην κοινωνία.
Ο Χρήστος Γεωργίου γενικός διευθυντής ΙΝΣΒΕ υπογράμμισε πως οι σημαντικές διαπιστώσεις και προτάσεις της Ετήσιας Έκθεσης του Ελληνικού Εμπορίου, θα πρέπει να μας οδηγήσουν στην επιλογή των ορθών αναπτυξιακών πολιτικών για τη χώρα, για να μπορέσει να επανεκκινήσει η οικονομία μετά τη λήξη της πανδημίας. Ειδικότερα τόνισε πως η αύξηση του ποσοστού προμήθειας Ελληνικών προϊόντων, σε συνδυασμό με την παγιωμένη σχέση του εμπορίου με τους προμηθευτές, αποτελούν μια πολύ καλή προοπτική για την ενίσχυση των διασυνδέσεων του εμπορίου με την εγχώρια μεταποίηση. Αναφέρθηκε στα τρόφιμα και τα ποτά, τον κλάδο της ένδυσης και της υπόδησης, τα πλαστικά και τα προϊόντα του πρωτογενούς τομέα, ως σημαντικούς κλάδους της εγχώριας βιομηχανίας με τους οποίους το λιανικό εμπόριο θα πρέπει να εμβαθύνει περαιτέρω τις διασυνδέσεις του και τις συνεργασίες του. Προς αυτή την κατεύθυνση, σημείωσε, είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός συνεκτικού πλέγματος δράσεων βιομηχανικής πολιτικής, που θα ενισχύσει τη μεταποίηση και θα συμβάλλει στην ανάπτυξη του Ελληνικού εμπορίου.
Ο Γιώργος Αργείτης, επιστημονικός διευθυντής ΙΝΕ/ΓΣΕΕ επεσήμανε πως η αξιολόγηση των στατιστικών δεδομένων για την αγορά εργασίας δείχνει ότι η πανδημική κρίση έχει επιφέρει σοβαρό αντίκτυπο στην αγορά εργασίας. Ανέφερε πως οι σημαντικές απώλειες σε ώρες εργασίας, η μείωση των εισοδημάτων και η αύξηση της ανεργίας σε σημαντικούς κλάδους της οικονομίας δημιουργούν ανησυχία για την προοπτική ανάκαμψης της αγοράς εργασίας και την περαιτέρω όξυνση των ανισοτήτων. Πρότεινε τα μέτρα εισοδηματικής στήριξης για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες να αποτελέσουν άμεση πολιτική προτεραιότητα, σε συνδυασμό με την στόχευση της οικονομικής πολιτικής στη διασφάλιση και στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην ενίσχυση της προστασίας των ευέλικτων και άτυπων εργαζομένων που ζουν με πολύ υψηλά επίπεδα εισοδηματικής ανασφάλειας. Σημείωσε χαρακτηριστικά πως αν πράγματι θέλουμε να πετύχουμε μια πιο ανθεκτική και αποτελεσματική ανάκαμψη της οικονομίας, καθίστανται απολύτως αναγκαίες παρεμβάσεις που εγγυώνται την ασφάλεια του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων με επιλογές αύξησης του κατώτατου μισθού και του μέσου εισοδήματος και της διασφάλισης και δημιουργίας θέσεων εργασίας.
Ο Ηλίας Κικίλιας γενικός διευθυντής ΙΝΣΕΤΕ εξέφρασε την πεποίθησή του ότι ο τουρισμός θα ανακάμψει. Η εμπειρία, όπως είπε, δείχνει πως ο τουρισμός είναι μια δραστηριότητα που βρίσκεται σε μακροχρόνια ανοδική τάση και ανακάμπτει σχετικά σύντομα από τις υφέσεις. Σημείωσε πως τα οφέλη για το εμπόριο από τον τουρισμό εκτιμάται ότι ανήλθαν συνολικά σε περισσότερα από 9 δισ.. ευρώ το 2019, συνυπολογίζοντας τις άμεσες δαπάνες των επισκεπτών, τις δαπάνες των επιχειρήσεων για ανακαινίσεις και τις δαπάνες για την αγορά προμηθειών. Πρόσθεσε πως η περαιτέρω αναβάθμιση και ωρίμανση του τουριστικού προϊόντος απαιτείται να στηριχθεί στους άξονες της βιωσιμότητας και αειφορίας, της ψηφιακής τεχνολογίας, των αναγκαίων δημοσίων υποδομών – συμπεριλαμβανομένης της υγείας, την ορθή διαχείριση των απορριμμάτων και υγρών αποβλήτων, την ενεργειακή και υδατική εξοικονόμηση και επάρκεια, τη διαχείριση του χώρου και του περιβάλλοντος, την αστική συγκοινωνία, και την βελτίωση επιλεγμένων υποδομών, όπως τα λιμάνια και την ασφάλεια του οδικού δικτύου στα περισσότερα νησιά.
Ο Διονύσης Γράβαρης επιστημονικός διευθυντής του ΙΜΕ/ΓΣΕΒΕΕ επεσήμανε πως η πανδημία ήταν ένα εξωγενές σοκ με ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία, με τα ευρήματα της Ετήσιας Έκθεσης να συγκλίνουν με εκείνα αντίστοιχης έρευνας της ΓΣΕΒΕΕ που θα δημοσιευτούν σύντομα. Συμφώνησε με την επισήμανση του δυισμού, τη διαφοροποίηση δηλαδή των επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία και στις επιχειρήσεις, εξαιτίας είτε εξαίρεσης ορισμένων ΚΑΔ στα μέτρα στήριξης είτε γιατί πολλές επιχειρήσεις δεν τέθηκαν σε αναστολή. Πρότεινε επίσης οι παρεμβάσεις του κράτους να μην είναι οριζόντιες αλλά στοχευμένες ώστε να διορθωθούν ορισμένες στρεβλώσεις. Η επόμενη ημέρα δεν θα είναι ίδια για όλους γιατί μετά την κρίση η αφετηρία θα είναι διαφορετική, σημείωσε Οι περισσότερο αδύναμες επιχειρήσεις θα ξεκινήσουν από πολύ πίσω συγκριτικά με τις υπόλοιπες. Ως εκ τούτου, κατέληξε, πως εξαιρετικά σημαντικός στόχος θα είναι οι δημόσιες επενδύσεις να λειτουργήσουν συμπληρωματικά με τις ιδιωτικές και όχι ως υποκατάστατο. Τέλος, υπογράμμισε ότι το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων θα πρέπει να αξιοποιηθεί με βάση μια αντικυκλική λογική.
Μόνο μία στις πέντε εμπορικές επιχειρήσεις έχει σχέση με τον τραπεζικό τομέα
Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας απασχόλησε το στρογγυλό τραπέζι της εκδήλωσης που αφορούσε τις τάσεις και τις προοπτικές του εμπορίου.
Ο Ηλίας Λεκκός, επικεφαλής Οικονομικής Ανάλυσης και Επενδυτικής Στρατηγικής Ομίλου Τράπεζας Πειραιώς τόνισε πως παρά το γεγονός ότι οι βραχυπρόθεσμες οικονομικές αλλά και γενικότερες κοινωνικές συνθήκες υπαγορεύονται από την εξέλιξη της πανδημίας COVID-19 και την ταχύτητα και το εύρος του προγράμματος εμβολιασμών, η πεποίθησή του είναι ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας προδιαγράφονται ιδιαίτερα θετικές. Στήριξε, δε, την εκτίμησή του αυτή στην ύπαρξη μιας σειράς παραγόντων που θεωρεί ότι θα ασκήσουν ιδιαίτερα θετική επίδραση στην ελληνική οικονομία. Πιο συγκεκριμένα, υποστήριξε ότι τα επόμενα χρόνια η ελληνική οικονομία θα ωφεληθεί σημαντικά από τη χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής σε Ελλάδα και Ευρωζώνη, τις πολύ ευνοϊκές συνθήκες ρευστότητας που έχουν επικρατήσει μετά την επιστροφή καταθέσεων, τη μείωση του κόστους δανεισμού του ελληνικού δημοσίου ως αποτέλεσμα της συμπερίληψης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης PEPP της ΕΚΤ καθώς και από το ταμείο «Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας» που έχει δρομολογηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ιδιαίτερα η τελευταία πρωτοβουλία είναι καίριας σημασίας, όπως είπε, καθώς η Ελλάδα δικαιούται να λάβει επιπλέον πόρους ύψους 32 δισεκ. ευρώ (ή 20% του ΑΕΠ 2020), γεγονός που ισοδυναμεί με διπλασιασμό της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας από ευρωπαϊκά κονδύλια για όλη την περίοδο 2021-2027.
Ο Τάσος Αναστασάτος, επικεφαλής Οικονομολόγος του ομίλου της Eurobank και πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών σημείωσε πως η πορεία της πανδημίας κατατείνει στην εκτίμηση ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα είναι πιο σταδιακή, με ένα μέρος αυτής να μετατίθεται για το 2022. Σε αυτό το πλαίσιο, οι προοπτικές του εμπορίου πλήττονται βραχυπρόθεσμα, ανέφερε, από την καθυστέρηση της αποκατάστασης της κοινωνικής επαφής αλλά μεσοπρόθεσμα ωφελούνται από την συμπιεσμένη ζήτηση και την συσσωρευμένη αποταμίευση των νοικοκυριών. Ωστόσο, υποστήριξε πως η πανδημία θα αφήσει διαρκείς αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες και την διείσδυση του ηλεκτρονικού εμπορίου. Κατ΄ αυτόν, οι επιχειρήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν τη μεταβολή προσαρμόζοντας το επιχειρηματικό τους μοντέλο και αυξάνοντας το μέγεθός τους μέσω συγχωνεύσεων και συνεταιριστικών σχημάτων. Αυτό, υπογράμμισε, αποτελεί προϋπόθεση και για την πλήρη αξιοποίηση των ευκαιριών που δημιουργούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, δεδομένου ότι αυτό δεν θα είναι πηγή ρευστότητας για την αντιμετώπιση τρεχουσών αναγκών αλλά κεφαλαίων για τη συγχρηματοδότηση επενδύσεων σε στοχευμένους τομείς και τη βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος. Η ταχύτητα στην υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών και η κουλτούρα συνέπειας, η οποία εξασφαλίζει καλύτερους όρους χρηματοδότησης, θα αποτελέσουν σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα, πρόσθεσε
Δρ. Παναγιώτης Καπόπουλος, Chief Economist, διευθυντής Οικονομικών Μελετών και Ανάλυσης, Alpha Bank υποστήριξε πως η πανδημική κρίση λειτούργησε ως επιταχυντής των εξελίξεων στον κλάδο του εμπορίου. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η αυτοματοποίηση ενισχύουν τις πωλήσεις. Για το λόγο αυτό, οι επιχειρήσεις οφείλουν να αναπτύξουν νέες εμπορικές στρατηγικές ώστε να δημιουργήσουν συνθήκες πολυκαναλικής πώλησης και εξυπηρέτησης των καταναλωτών και οι επιχειρηματίες του κλάδου πρέπει να επενδύσουν στη βελτίωση της εφοδιαστικής αλυσίδας και της ταχύτητας παράδοσης των προϊόντων, καθώς αυτό αποτελεί πλέον ένα ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Υπογράμμισε πως το Ταμείο Ανάκαμψης προσφέρει μία μεγάλη ευκαιρία άντλησης πόρων για επενδύσεις που δεν πρέπει να πάει χαμένη. Επιπλέον, τόνισε ότι αξίζει να δοθεί έμφαση στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού στο λιανικό εμπόριο, ώστε να ανταποκριθεί στη νέα πραγματικότητα της ψηφιοποίησης των υπηρεσιών. Πρότεινε οι μικρότερες επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν τις οικονομίες κλίμακας και φάσματος μέσω της διεύρυνσης της κλίμακας των πωλήσεων και του φάσματος των προϊόντων τους, ακόμη και μέσω συμπράξεων. Για τις επιχειρήσεις που θα διατηρήσουν μικρό μέγεθος υπογράμμισε πως είναι απαραίτητο να διαφοροποιήσουν το προϊόν τους σε όρους ποιότητας και καινοτομίας, ώστε να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό των φυσικών και on line αλυσίδων διανομής.
Ο Νίκος Μαγγίνας PhD, επικεφαλής Οικονομολόγος, διευθυντής Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας σημείωσε πως μόνο μία στις πέντε εμπορικές επιχειρήσεις έχει σχέση με τον τραπεζικό τομέα ενώ κατά κανόνα μικρό τους μέγεθος δεν συμβάλλει θετικά στη δανειοδότησή τους. Συνεπώς, η ενίσχυση του μεγέθους και οι συγχωνεύσεις θα μπορούσαν να διευκολύνουν την πρόσβασή τους. Στη συνέχεια, υπογράμμισε πως ο τρόπος αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων που έχουν ήδη εκχωρηθεί σε τρίτους θα διαμορφώσει σε καίριο βαθμό το περιβάλλον την επόμενη ημέρα. Πρόσθεσε πως οι μικρές επιχειρήσεις μπορούν να επιβιώσουν αρκεί να διαθέτουν μια διαφορετική πρόταση, γεγονός που θα τις βοηθήσει και στις επαφές τους με τις τράπεζες, χωρίς όμως να αναμένονται θεαματικές αλλαγές βραχυπρόθεσμα. Επιπρόσθετα, ανέφερε πως η πώληση των «κόκκινων» δανείων περιορίζει το βάρος των ισολογισμών των τραπεζών καθιστώντας το τραπεζικό σύστημα πιο φιλικό, ενώ οι οφειλέτες αποκτούν πρόσβαση σε περισσότερες λύσεις. Τέλος, υποστήριξε πως το λιανικό εμπόριο ίσως επωφεληθεί ταχύτερα από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης (πχ δίκτυο 5G), αφού προσομοιάζει με τη Ναυτιλία σε ότι αφορά την ευελιξία και τη δημιουργικότητα, ενώ δεν είναι τυχαία η διατήρηση του στους πλέον σημαντικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας.