Με άρθρο του στην εφημερίδα «Εποχή» με τον τίτλο «Η προοπτική μίας κυβέρνησης της Αριστεράς» ο Αλέξης Τσίπρας πραγματοποιεί εκ νέου άνοιγμα σε κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που θα μπορέσουν να καταστήσουν μία κυβέρνηση με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ ισχυρή, ώστε να εφαρμοστεί για πρώτη φορά το πρόγραμμα μία κυβερνώσας Αριστεράς. Στο πλαίσιο του ανοίγματος αυτού, για το οποίο έχει ήδη κάνει αρκετές κινήσεις η αποκαλούμενη «προεδρική φρουρά» της Κουμουνδούρου, ο Αλέξης Τσίπρας με το άρθρο – παρέμβασή του απλώνει χείρα συνεργασίας με τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς και του Κέντρου.
Η στροφή αυτή, για την οποία ο κ. Τσίπρας και το περιβάλλον του είχε προϊδεάσει ήδη από την τελευταία συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής, αλλά και στο παρελθόν, συνεχίζει κατά γράμμα την στρατηγική που έχει υιοθετήσει η Κουμουνδούρου για να ανέλθει στην εξουσία, εκτιμώντας ότι πλέον η χώρα βρίσκεται σε μόνιμη άτυπη προεκλογική περίοδο με τον κυβερνητικό συνασπισμό να πνέει τα λοίσθια.
Ωστόσο με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται η απάντηση της Αριστερής Πλατφόρμας του ΣΥΡΙΖΑ, της οποίας ηγείται ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, καθώς και στο παρελθόν, έχουν ταχθεί κατά του ανοίγματος αυτού, σημειώνοντας ότι πρέπει να διασφαλιστεί η «καθαρότητα» της αριστεράς και των ιδεών της χωρίς εκπτώσεις και να μην επιτραπούν προσμίξεις που μπορούν να βλάψουν το ΣΥΡΙΖΑ και να αλλοιώσουν τα ιδεολογικά του χαρακτηριστικά ενόψει κυβερνητικής προοπτικής.
«Η στρατηγική ανασυγκρότησης του κέντρου και της κεντροαριστεράς μόνο αδιάφορους στο όνομα μιας δήθεν ιδεολογικής καθαρότητας και ταξικής ιεράρχησης προτεραιοτήτων, δε μπορεί να μας αφήνει», τονίζει στο άρθρο του ο Αλέξης Τσίπρας, ενώ σε αυτό καταλήγει αναφερόμενος στην εσωστρέφεια της Αριστεράς με τη φράση : «Αυτός είναι ο καθοδηγητικός μίτος της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και όχι η επιδίωξη μιας φαντασιωτικής κοινωνικής αρμονίας σοσιαλδημοκρατικής έμπνευσης, που μόνο σε ήττες έχει οδηγήσει».
Στο επίμαχο άρθρο του ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κάνει έναν απολογισμό των μέχρι στιγμής πεπραγμένων του ΣΥΡΙΖΑ, της κυβέρνησης αλλά και των αιτίων που έχουν οδηγήσει τη χώρα στη σημερινή κατάσταση. Προεξοφλεί δε την νομοτελειακή προσφυγή της χώρας σε νέο μνημόνιο με την ακολουθούμενη πολιτική. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υπογραμμίζει την ανάγκη η κοινωνική έκρηξη να διοχετεύσει την ορμή της στην πολιτική αλλαγή, σε μία λύση διαφορετική με την κυβερνώσα Αριστερά που θα ακυρώσει το μνημόνιο και τη λιτότητα και θα επαναδιαπραγματευθεί τους όρους της δανειακής σύμβασης.
Διαβάστε το άρθρο του Αλέξη Τσίπρα
Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές της 25ης Μάη επιβεβαίωσε την πλήρη ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό μέσα από μια διαδικασία κινηματικών και πολιτικών συγκρούσεων, που εκκίνησε με την είσοδο της χώρας στη μνημονιακή επιτροπεία. Δεν επρόκειτο προφανώς για φυσική ή νομοτελειακή εξέλιξη. Τα αποτελέσματα της σοβούσας καπιταλιστικής κρίσης υπερσυσσώρευσης έχουν παράξει εντελώς διαφορετικά πολιτικά αποτελέσματα σε κάθε ευρωπαϊκό κοινωνικό σχηματισμό με κοινό, όμως, στοιχείο την έκρηξη της λαϊκής δυσαρέσκειας. Το κρίσιμο ζήτημα είναι ότι ενώ στην Γαλλία ή τη Μεγάλη Βρετανία η λαϊκή δυσαρέσκεια εκφράζεται και εκπροσωπείται από πολιτικούς σχηματισμούς της ακροδεξιάς, στην Ελλάδα, αλλά και στην Ισπανία, τη μάχη για την εκπροσώπηση των λαϊκών τάξεων κερδίζουν οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής και κινηματικής αριστεράς.
Οι λόγοι για την εξέλιξη αυτή, τουλάχιστον στην Ελλάδα, έχουν σε μεγάλο βαθμό να κάνουν με την οργανική σύνδεση του ΣΥΡΙΖΑ με τους αγώνες που κορυφώθηκαν στις πλατείες, με τη δικαιωμένη ανάλυση του ΣΥΡΙΖΑ για τη φύση και τη διεθνή διάσταση της κρίσης. Συνδέονται επίσης και με τη στρατηγική επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ να εκφράσει στο πολιτικό επίπεδο τη λαϊκή προσδοκία για ριζική ανατροπή του πολιτικού συστήματος και για κατάργηση των Μνημονίων. Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ ότι επιδιώκει τη συγκρότηση ενός νέου συνασπισμού εξουσίας και η ρητορική του στόχου της κυβέρνησης της αριστεράς τον Απρίλη του 2012, παρόλο που κάτι τέτοιο δεν προέκυπτε ως δυνατό από τα ποσοστά του στις τότε δημοσκοπήσεις, ωστόσο είχε τα χαρακτηριστικά μιας αναγκαίας ρεαλιστικής ουτοπίας. Μιας ριζικής πράξης, όπως θα έλεγε ο Ζίζεκ, μιας πράξης δηλαδή που θέτει η ίδια τις προϋποθέσεις για την ολοκλήρωση της. Ήταν αυτή ακριβώς η στάση μας, που μετέτρεψε αναδρομικά την κοινωνική έκρηξη του 2011 σε προάγγελο μιας ριζικής πολιτικής ανατροπής που βαίνει σήμερα προς ολοκλήρωση.
Κρίση ηγεμονίας
Το υλικό θεμέλιο αυτής της ανατροπής δεν είναι φυσικά άλλο από τη διάρρηξη της συναίνεσης των κυριαρχούμενων τάξεων προς το νεοφιλελεύθερο σχέδιο εξαιτίας της αδυναμίας απόσπασης οποιουδήποτε υλικού ανταλλάγματος από τα αστικά κόμματα εξουσίας, το κράτος ή την εργοδοσία συνεπεία της μνημονιακής πολιτικής. Το αστικό πολιτικό στρατόπεδο πέρασε με την υιοθέτηση των Μνημονίων από μια ηγεμονική πολιτική απόσπασης ενεργού συναίνεσης στην άσκηση μιας πολιτικής γυμνής κυριαρχίας μέσω του φόβου. Το ηγεμονικό μότο της χρυσής δεκαπενταετίας του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα, το μότο της μεγάλης υπόσχεσης για ένα καλύτερο μέλλον, αντικαταστάθηκε από έναν στυγνό εκβιασμό. Η διατήρηση της εξουσίας από τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα δεν εγγυόταν πλέον ένα χρυσό μέλλον, αλλά μια απλή διαχείριση της καταστροφής. Το θέμα δεν ήταν, υποτίθεται, να διατηρήσουν τα ίδια αυτά κόμματα την εξουσία τους, αλλά να μην την πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο λόγος της ευημερίας αντικαταστάθηκε από το λόγο του μικρότερου κακού. Είναι προφανές ότι μια τέτοια αναγκαστική επιλογή θα δημιουργούσε ρωγμές και θα οδηγούσε σε μια κρίση ηγεμονίας του αστικού μπλοκ. Όπως και έγινε.
Σήμερα η κατάσταση σε επίπεδο αγώνων και κοινωνικών κινημάτων είναι αρκετά διαφορετική από την πρώτη μνημονιακή περίοδο. Οι λόγοι είναι πολλοί. Η κόπωση από τέσσερα χρόνια ακραίας πολιτικής λιτότητας, η οριακή ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιούνη του 2012 που απογοήτευσε τμήματα των λαϊκών τάξεων που είχαν κινητοποιηθεί. Η σκληρή αδιαλλαξία, εξάλλου, των μνημονιακών κυβερνήσεων απέναντι σε οποιοδήποτε λαϊκό αίτημα έχει οδηγήσει σε ύφεση τις κοινωνικές κινητοποιήσεις, με ισχυρές εξαιρέσεις, βεβαίως (λ.χ. Σκουριές, καθαρίστριες). Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές ότι δεν είδαμε μετά από τη περίοδο 2010-2012, αντίστοιχες κοινωνικές εκρήξεις.
Από την κοινωνική έκρηξη στην πολιτική αλλαγή
Οι κυριαρχούμενες τάξεις διαισθάνονται ότι οποιαδήποτε κοινωνική κινητοποίηση είναι δύσκολο να αποσπάσει υλικά ανταλλάγματα προς όφελος τους χωρίς μια ριζική αλλαγή στο πολιτικό επίπεδο, στην κυβέρνηση της χώρας. Είναι ακριβώς αυτή την πραγματικότητα που έχει σήμερα να διαχειριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ, μέσα στην οποία καλείται να αναζωογονήσει τις λαϊκές προσδοκίες και να αναστήσει την πίστη των ανθρώπων στη δυνατότητα ενός καλύτερου μέλλοντος.
Το πρόβλημα δεν είναι όμως μόνο η αδυναμία απόσπασης υλικών νικών από την πλευρά των εργαζομένων, των ανέργων, της κατακερματισμένης και σε ελεύθερη πτώση μεσαίας τάξης και των υπολοίπων λαϊκών στρωμάτων. Κάθε μέρα που η συμμαχία Σαμαρά-Βενιζέλου παραμένει στην εξουσία, οι κοινωνικοί συσχετισμοί, που αποτυπώνονται στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του κράτους, στο ύψος των μισθών, στο πλαίσιο προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων, στο ύψος και το είδος των κοινωνικών παροχών, στο φορολογικό σύστημα και αλλού, θα επιδεινώνονται. Ήδη η κυβέρνηση έχει προχωρήσει στην ψήφιση του νομοσχεδίου για τη μικρή ΔΕΗ, προετοιμάζει το ξεπούλημα των αιγιαλών, καταθέτει νέο μνημονιακό πολυνομοσχέδιο, ετοιμάζει νέες μειώσεις συντάξεων και συζητά την πλήρη απελευθέρωση των απολύσεων, αλλά και την ουσιαστική κατάργηση του δικαιώματος στην απεργία. Μπροστά σε αυτές τις νέες απειλές για την κοινωνική πλειοψηφία προβάλλει η αδήριτη ανάγκη για την άμεση προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, που θα φέρει τη μεγάλη πολιτική αλλαγή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να αξιοποιεί κάθε συνταγματική, θεσμική δυνατότητα που του δίνεται, για να αποκατασταθεί η αρμονία μεταξύ της λαϊκής βούλησης και της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής.
Αυτή είναι η πολιτική υποχρέωση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στις κοινωνικές τάξεις που θέλει να εκπροσωπεί και εκπροσωπεί – δηλαδή στους εργαζόμενους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, τους άνεργους, τους συνταξιούχους, τους αυτοαπασχολούμενους και τους μικρούς επιχειρηματίες, τη νεολαία. Να δουλέψει εντατικά μέσα και έξω από τη Βουλή, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις αποτροπής εξάντλησης της τετραετίας από την παρούσα κυβέρνηση. Για να πειστεί η κοινωνία ότι η ώρα της έκφρασης της λαϊκής βούλησης πλησιάζει. Ότι η αλλαγή έρχεται.
Άλλωστε, η πάλη των τάξεων δεν περιορίζεται στο πεδίο των οικονομικών αγώνων, αλλά διατρέχει το σύνολο οικονομικών, πολιτικών και ιδεολογικών δομών, ενώ σε κάθε τέτοια δομή είναι η ίδια η ταξική πάλη που ορίζει τα διλήμματα χωρίς αυταπάτες. Και σήμερα το δίλημμα είναι: άμεση πτώση της κυβέρνησης και ανάληψη της εξουσίας από την αριστερά και τους συμμάχους της ή εξάντληση της τετραετίας από την κυβέρνηση Σαμαρά με ό,τι συνέπειες πρόκειται αυτό να έχει για τις κυριαρχούμενες τάξεις;
Η σύζευξη του κοινωνικού με το πολιτικό
Ο ΣΥΡΙΖΑ με την πρόσφατη απόφαση της Κεντρικής του Επιτροπής αναγνωρίζει τη σημασία αυτού του διλήμματος και ενισχύει την προσπάθεια πυροδότησης κοινωνικών αγώνων και κινηματικών διεργασιών μέσα σε ένα περιβάλλον με διαρκώς αυξανόμενες προσδοκίες πολιτικής αλλαγής.
Οι αγώνες αυτοί βρίσκονται σε διαρκή διαδικασία θετικής και δημιουργικής αλληλοτροφοδότησης με τις πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι οι αγώνες που θα αντηχήσουν στο εσωτερικό και του κοινοβουλευτικού μηχανισμού καθιστώντας αδύνατη τη συνέχεια της κυβέρνησης Σαμαρά, αλλά και, ταυτόχρονα, θα διευρύνουν τη στήριξη και τη συστράτευση γύρω από ένα πολιτικό πρόγραμμα ανατροπής της λιτότητας και των μνημονίων.
Διότι η μάχη της ηγεμονίας δεν κρίνεται μόνο, ούτε κυρίως, στο εσωτερικό του κοινοβουλευτικού μηχανισμού, αλλά στη δυνατότητα μιας κοινωνικής τάξης ή συμμαχίας κοινωνικών τάξεων να πείθουν ότι το μακροπρόθεσμο συμφέρον της κοινωνίας συμπίπτει με τα ειδικά δικά της συμφέροντα. Αυτό, άλλωστε, έκανε η αστική τάξη επί εικοσαετία μέσω των δικών της πολιτικών εκπροσώπων, αυτό οφείλουν να κάνουν σήμερα και οι εκφραστές τών συμφερόντων των λαϊκών τάξεων.
Ακολουθώντας αυτές τις γενικές αρχές κάθε ριζοσπαστικής πολιτικής, πήραμε την πρωτοβουλία για τη συγκρότηση ενός ευρύτατου μετώπου υπεράσπισης της δημόσιας περιουσίας στην υπόθεση της μικρής ΔΕΗ. Και όχι μόνο καταφέραμε να συσπειρώσουμε ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις σε έναν κοινό στόχο, αλλά δημιουργήσαμε και μια γενική κοινωνική αποδοχή για την αναγκαιότητα προστασίας του δημόσιου χαρακτήρα δικτύων και υποδομών και μάλιστα σε μια περίοδο αποθέωσης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και σχεδόν πλήρους αποδοχής της νεοφιλελεύθερης αντίληψης για τις οιονεί μαγικές ικανότητες του ανταγωνισμού. Υπερασπιζόμενοι τη δημόσια περιουσία δώσαμε, λοιπόν, ταυτόχρονα έναν πολιτικό, έναν οικονομικό, αλλά και έναν ιδεολογικό αγώνα που παρήγαγε πολλαπλά αποτελέσματα: την αποσυσπείρωση της συμπολίτευσης, την αποκάλυψη των πραγματικών σχεδίων της κυβέρνησης, την απόκτηση εδάφους στην ιδεολογική μάχη που θέτει τη συνεργασία και το δημόσιο χαρακτήρα των αγαθών σε αντιπαράθεση με τον ανταγωνισμό και την ατομικότητα που αναβλύζει από κάθε πόρο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Αντιμέτωποι με το σχέδιο των αντιπάλων
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το πολιτικό και οικονομικό σύστημα δεν πρόκειται να αφήσει τον ΣΥΡΙΖΑ ανενόχλητο στο μεγάλο αυτό αγώνα ανατροπής. Εδώ και αρκετό καιρό πολλά και διαφορετικά κέντρα εξουσίας απεργάζονται σχέδια, για να αποτρέψουν το ιστορικό ορόσημο της ανάληψης λαϊκής εντολής διακυβέρνησης από μια ευρεία πολιτική και κοινωνική συμμαχία με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Ενορχηστρώνουν τον εκφοβισμό των μεσαίων στρωμάτων από τα ΜΜΕ. Θέτουν πλαστά διλήμματα. Σχεδιάζουν ακόμα και εκ των πρότερων το ολισθηρό έδαφος, τον περιορισμό των κινήσεων μιας τέτοιας κυβέρνησης, ώστε να προεξοφλήσουν τη σύντομη πτώση της (αριστερή παρένθεση). Και φυσικά δίνουν τα ρέστα τους στην προσπάθεια ανασυγκρότησης του πολιτικού χώρου του κέντρου και της κεντροαριστεράς σε μνημονιακή κατεύθυνση, ώστε να λειτουργήσει ως εφεδρεία αλλά και ως ανάχωμα απέναντι στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ και την αλλαγή του κοινωνικού και πολιτικού συσχετισμού δύναμης. Στόχος είναι είτε η επαναδημιουργία ενός μεγάλου πολιτικού πόλου που θα εκλαϊκεύει επί το προοδευτικότερον την ίδια μνημονιακή πολιτική, είτε η συγκρότηση μιας παράταξης που θα παίξει το ρόλο ενός αμφίπλευρου συνομιλητή με στόχο την ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ στο κυρίαρχο πολιτικό μπλοκ εξουσίας.
Όποιος αυτό το αγνοεί, κάνει πως δεν το βλέπει ή το υποτιμά και μάλιστα στο όνομα της προτεραιότητας στη συγκρότηση της κοινωνικής συμμαχίας με τους «από κάτω», δεν καταλαβαίνει ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπηρετήσει η αριστερά το σχέδιό της για τη εξυπηρέτηση των συμφερόντων των «από κάτω», είναι να αποτρέψει το σχέδιο του αντίπαλου μπλοκ για την ανάσχεση, τη φθορά ή τον εξαναγκασμό σε επιλογές ενσωμάτωσής της.
Και ειδικότερα η στρατηγική ανασυγκρότησης του κέντρου και της κεντροαριστεράς μόνο αδιάφορους στο όνομα μιας δήθεν ιδεολογικής καθαρότητας και ταξικής ιεράρχησης προτεραιοτήτων δεν μπορεί να μας αφήνει.
Αυτοδυναμία και συμμαχίες
Ο μόνος δε τρόπος για να αποτρέψουμε αυτή τη διαδικασία ανασυγκρότησης, είναι μια ανοιχτή πολιτική συμμαχιών. Η επιδίωξη της πλατύτερης δυνατής συσπείρωσης των κυριαρχούμενων τάξεων και πολιτικών δυνάμεων που αναγνωρίζουν το αδιέξοδο της ασκούμενης πολιτικής της λιτότητας, με άξονα ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα για την ανατροπή της νεοφιλελεύθερης μνημονιακής πολιτικής. Και με στόχο αυτή η πλατιά συσπείρωση να οδηγήσει τον ΣΥΡΙΖΑ και τους συμμάχους του στην κατάκτηση της αυτοδυναμίας στις επόμενες εθνικές εκλογές.
Φυσικά, η ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας ακόμη και με αυτοδυναμία δεν σημαίνει αυτόματα και την κατάκτηση της κρατικής εξουσίας. Είναι δεδομένο ότι η κατάκτηση ενός οχυρού στο εσωτερικού του στρατηγικού πεδίου του κράτους, όσο σημαντικό και αν είναι αυτό, δεν σημαίνει την κατάκτηση του συνόλου του πεδίου. Η διαδικασία της κατάκτησης λοιπόν της κρατικής εξουσίας θα είναι μια μακρά διαδικασία αγώνων και συγκρούσεων, η έκβαση των οποίων θα εξαρτάται και από τη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να αποσπά τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις και να δημιουργεί τις ευρύτερες δυνατές κοινωνικές και πολιτικές συσπειρώσεις γύρω από συγκεκριμένα διλήμματα, που θα προκύπτουν από τις ίδιες τις προγραμματικές του δεσμεύσεις, αλλά και την έκβαση των προηγούμενων συγκρούσεων.
Πρώτοι στόχοι σε αυτή τη διαδικασία, όπως έχουμε ήδη δεσμευτεί, είναι η ακύρωση του μνημονίου και η ανατροπή της λιτότητας, καθώς και η επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης. Ανατροπή όμως της λιτότητας δεν σημαίνει απλώς αυξήσεις στους μισθούς με κυβερνητικές εντολές, αλλά αφορά σε τελευταία ανάλυση την αύξηση της διαπραγματευτικής ισχύος των εργαζόμενων τάξεων και τελικά την κατάκτηση της εξουσίας από αυτές τις ίδιες, αφού εξουσία δεν είναι τίποτα άλλο παρά η δυνατότητα μιας τάξης να ικανοποιεί τα ειδικά της συμφέροντα. Αυτός είναι ο καθοδηγητικός μίτος της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και όχι η επιδίωξη μιας φαντασιωτικής κοινωνικής αρμονίας σοσιαλδημοκρατικής έμπνευσης, που μόνο σε ήττες έχει οδηγήσει.
Μπορεί κάποιος να αντιτείνει, βέβαια, σε όλα αυτά, όπως σε μια άλλη περίοδο θα μπορούσαν να αντιτείνουν σε κάποιον άλλο, πολύ δικό μας, ότι τούτος ο δρόμος είναι ένας δρόμος γεμάτος κινδύνους. «Κίνδυνοι του δημοκρατικού σοσιαλισμού που δεν μπορούμε να τους αποφύγουμε παρά μόνο με έναν τρόπο: να κάτσουμε φρόνιμα και να βαδίσουμε δίχως λοξοδρομήματα υπό την επιτήρηση της προχωρημένης φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αυτό είναι όμως μια άλλη ιστορία…»1
1. Ακροτελεύτια φράση του τελευταίου βιβλίου του Νίκου Πουλαντζά, «Το Κράτος, η Εξουσία, ο Σοσιαλισμός»