Ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας, Μάξιμος Χαρακόπουλος, χαρακτήρισε την απόφαση από πλευράς Τουρκίας για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, ως μια «πράξη που ποδοπατά κάθε ηθική αξία, κάθε οφειλόμενο σεβασμό προς ένα αναγνωρισμένο μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, ένα διαχρονικό σύμβολο της χριστιανοσύνης και της Ορθοδοξίας».
«Είναι μια απόφαση που γυρίζει το ρολόι της ιστορίας πολύ πίσω και επιχειρεί να αναγάγει την κατάκτηση σε αξία, την επιβολή της βίας και της ισχύος σε κανόνα», δήλωσε ο κ. Χαρακόπουλος, κατά την εισήγησή του στην τηλεδιάσκεψη της Διεθνούς Γραμματείας της ΔΣΟ, για να προσθέσει: «Για όλον τον ορθόδοξο κόσμο είναι μια εξέλιξη που μας γεννά θλίψη, αποτροπιασμό και αγανάκτηση. Και δίχως άλλο αναμένουμε από τη διεθνή κοινότητα, και κυρίως από τους ηγέτες των χριστιανικών και πρωτίστως των κατά πλειοψηφία του πληθυσμού ορθοδόξων κρατών να αντιδράσουν αποφασιστικά απέναντι στις τουρκικές αυθαιρεσίες».
«Ως ΔΣΟ οφείλουμε να έχουμε ενεργητικό ρόλο για την επιτυχία αυτού του σκοπού. Πιστεύω ότι θα πρέπει εκδώσουμε ένα ψήφισμα καταγγελίας. Και το κείμενο αυτό να αποσταλεί σε αρχηγούς κρατών, στον ΟΗΕ, στην ΕΕ, σε άλλους διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς και συγκεκριμένους φορείς. Θεωρώ ότι συμπαραστάτες σε αυτήν την προσπάθεια θα βρούμε και το Διεθνές Δίκτυο Καθολικών Νομοθετών, καθώς και αντίστοιχες ενώσεις άλλων δογμάτων και ομολογιών για τη δημιουργία μιας πανχριστιανικής συνεργασίας», τόνισε στη συνέχεια ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας.
Η ΔΣΟ κατέληξε σε δήλωση καταδίκης την οποία θα αποστείλει σε διεθνείς οργανισμούς, κυβερνήσεις και οργανώσεις με την οποία θα ζητά την ανάκληση της απόφασης μετατροπής της Μεγάλης Εκκλησίας σε μουσουλμανικό τέμενος.
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος χαρακτήρισε «ιδιαίτερα επίκαιρο -μετά και τη βεβήλωση της Αγίας Σοφίας- το θέμα του διεθνούς συνεδρίου “Κοινοβουλευτισμός και Θρησκευτική Πίστη”, που είχαμε προγραμματίσει στις Βρυξέλλες. Γιατί βλέπουμε ότι τα νομοθετικά σώματα, όπως συνέβη με την ανακοίνωση της ρωσικής Δούμα, είναι πιο κοντά στο λαϊκό αίσθημα και την πίστη του λαού.
Έτσι, διατυπώνουν πιο ευθαρσώς τις απόψεις τους, οι οποίες μπορεί να βρίσκονται ακόμη και σε διάσταση με τις επίσημες θέσεις της εκάστοτε εκτελεστικής εξουσίας, που συχνά διαμορφώνονται με βάση υπολογισμούς, ισορροπίες και συμφέροντα γεωπολιτικής ισχύος».
«Να ξαναδούμε τη σύσταση του Παρατηρητηρίου των διώξεων των Χριστιανών της Μέσης Ανατολής»
Ο επικεφαλής της ΔΣΟ, αναφερόμενος στις διώξεις των χριστιανών της εγγύς Ανατολής, σημείωσε ότι «πρέπει να ξαναδούμε υπό τα νέα δεδομένα την πρόταση για τη σύσταση του Παρατηρητηρίου των διώξεων των Χριστιανών της Μέσης Ανατολής, το οποίο είχαμε εξαρτήσει με την ανάλογη πρωτοβουλία του Λιβάνου, όπου ωστόσο δεν υπάρχει πρόοδος, λόγω των εσωτερικών αναταράξεων.
Να διαπιστώσουμε σε ποιο σημείο έχουν φθάσει οι προεργασίες για τη σύστασή του, πού βρίσκονται τα εμπόδια της καθυστέρησής του, τι θα πρέπει να αποφασίσουμε για να επισπευσθούν οι διαδικασίες. Όπως επίσης να ξαναδούμε την πρόταση για το Κέντρο ανάδειξης της παρουσίας των χριστιανών στην Μέση Ανατολή, αλλά και την επίσκεψη μας στη Συρία και το πρεσβυγενές πατριαρχείο Αντιοχείας. Σε άμεση σχέση με τα παραπάνω θα πρέπει να αναδείξουμε τις διώξεις και τις διακρίσεις που υφίσταται ο χριστιανικός πληθυσμός στις ζώνες κατοχής από τον Τουρκικό Στρατό, στη βόρεια και βορειοδυτική Συρία.
Ήδη έχουν δει το φως της δημοσιότητας πολλές καταγγελίες για τη φυγή εκατοντάδων χριστιανών, λόγω του κλίματος της τρομοκρατίας που επικρατεί. Ως ΔΣΟ οφείλουμε να ενώσουμε τη φωνή μας με όσους ζητούν την απόσυρση των παράνομων στρατών από το έδαφος της Συρίας και την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας και της ειρήνης της πολύπαθης αυτής χώρας».
Αναφερόμενος στα τεκταινόμενα στο Μαυροβούνιο και σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, υπογράμμισε ότι «η ψήφιση ενός νόμου που αφαιρεί τα περιουσιακά στοιχεία της Εκκλησίας, επιφέροντας ένα τρομερό πλήγμα σε έναν θεσμό που είναι αλληλένδετος με την ταυτότητα αυτού του λαού, έχει προκαλέσει εδώ και πολλούς μήνες τις σφοδρές διαμαρτυρίες της Εκκλησίας και των πιστών».
Τέλος, ενόψει της Γενικής Συνέλευσης, που θα πραγματοποιηθεί στην Κρήτη, σημείωσε ότι θα ήθελε να δει «το επόμενο διάστημα ουσιαστικότερη συμμετοχή στις εργασίες της ΔΣΟ αντιπροσώπων από την Αμερική, την Αυστραλία και την Αφρική, αλλά και επαναπροσέγγιση με χώρες που για διάφορους λόγους απέχουν το τελευταίο διάστημα από τη Διακοινοβουλευτική. Είναι βέβαια κατανοητό ότι η πανδημία δυσκολεύει προσωρινά αυτές τις πρωτοβουλίες, ωστόσο θα πρέπει να εξετάσουμε τα προκαταρκτικά βήματα που πρέπει να γίνουν προς αυτή την κατεύθυνση».