Ο καθηγητής, Σωτήρης Τσιόδρας, έγινε το πρόσωπο της πολιτείας στη διαχείριση της πανδημίας του κορονοϊού και αναδείχθηκε σε μία από τις πλέον επιτυχημένες -επικοινωνιακά και όχι μόνον- επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη, για αυτό και σταματά μεν την ενημέρωση, αλλά θα παραμείνει σύμβουλος του πρωθυπουργού για θέματα Δημόσιας Υγείας.
Γράφει η Βίκυ Σαμαρά
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει άλλωστε πολύ καλά πόσο καθοριστική απέβη η επιλογή του κ. Τσιόδρα και όσον αφορά στην ουσία του σχεδιασμού των μέτρων, αλλά και από επικοινωνιακής άποψης. Και η επικοινωνία εν προκειμένω όμως άγγιζε την ουσία του ζητήματος, καθώς καθοριστικό στοιχείο για την αποδοτικότητα του σχεδίου πρόληψης του κορονοϊού ήταν η συμμόρφωση των πολιτών με τα μέτρα και τις οδηγίες των ειδικών.
Όπως σημείωσε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός την εβδομάδα που πέρασε σε συζήτηση που διοργάνωσαν, μέσω τηλεδιάσκεψης, το Miller Center του Πανεπιστημίου της Virginia και το Ινστιτούτο Brookings, ένα από τα τέσσερα κρίσιμα στοιχεία της ελληνικής επιτυχίας ήταν το γεγονός ότι οι ειδικοί ανέλαβαν την επικοινωνία με τους πολίτες.
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε πως η κυβέρνηση φρόντισε να επικοινωνήσει το μήνυμα «Μένουμε σπίτι» και τους βασικούς κανόνες κοινωνικών αποστάσεων και υγιεινής προς τους πολίτες αναθέτοντας την καθημερινή ενημέρωση στους ειδικούς. Σημείωσε επίσης ότι ήταν ένας ξεκάθαρος στόχος η ανάκτηση της σχέσης εμπιστοσύνης των πολιτών με το κράτος. Στόχος, ο οποίος εκ των πραγμάτων ο πρωθυπουργός θεωρεί ότι επετεύχθη. Και έχει κατ επανάληψη εκφράσει την άποψη ότι αυτό ήταν και ένα από τα βασικά κέρδη για τη χώρα από τη δύσκολη αυτή δοκιμασία.
Βεβαίως, το υψηλότατο ποσοστό δημοφιλίας του επιστήμονα με το μειλίχιο τρόπο ομιλίας, αποτυπώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην πολιτεία, όμως οι έρευνες επίσης δείχνουν πως η κυβέρνηση πιστώνεται αυτή την επιλογή, του να δώσει τον πρώτο λόγο, στην ενημέρωση και στο σχεδιασμό, στους ειδικούς.
Εξάλλου ο κ. Μητσοτάκης απέδωσε επίσης την επιτυχία της Ελλάδας στη διαχείριση του κορονοϊού στην ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων και δεν έκρυψε ότι τις αποφάσεις αυτές τις πήρε ακούγοντας τους ειδικούς, με πρώτο τον κ. Τσιόδρα. Και αυτό καθώς από τις συζητήσεις μαζί του κατάλαβε από νωρίς ότι η χώρα θα όδευε σε κάποιας μορφής lockdown αργά ή γρήγορα και όπως είπε στο Brookings έλαβε εκείνος την πολιτική απόφαση να εφαρμοστούν νωρίς τα περιοριστικά μέτρα. Απόφαση που εκ των πραγμάτων έκρινε επιτυχημένη, ενώ σημείωσε ότι εάν είχε καθυστερήσει η εφαρμογή περιορισμών μία ή δύο εβδομάδες η πορεία της επιδημίας θα ήταν τελείως διαφορετική και η ζημιά και στην οικονομία ενδεχομένως ακόμη χειρότερη- η περίπτωση της Σουηδίας δείχνει εξάλλου ότι σε μία τόσο διασυνδεδεμένη παγκόσμια οικονομία ακόμη και εάν ένα κράτος δεν πάει σε lockdown, δεν θα γλυτώσει ούτε τις οικονομικές συνέπειες. Δηλαδή η θεωρία πως βάζοντας την ανθρώπινη ζωή σε δεύτερη προτεραιότητα, θα διασωθεί η οικονομία, αποδείχθηκε λάθος.
Για την Ελλάδα εξάλλου, το κρίσιμο από οικονομικής απόψεως ήταν να διασφαλιστεί ότι θα υπάρξει περιθώριο επανεκκίνησης του τουρισμού, έστω από μέσα Ιουνίου- Ιούλιο, και αυτό δε θα ήταν δυνατό εάν την άνοιξη η χώρα ζούσε εικόνες Ιταλίας. Οι ελπίδες της κυβέρνησης για την επανεκκίνηση του κρίσιμου αυτού για την εθνική οικονομία κλάδου, που αποτελεί το 25% του ΑΕΠ και θα καθορίσει το βαθμό της ύφεσης, εδράζονται εν πολλοίς στη θετική εικόνα της Ελλάδας σε όλα τα διεθνή ΜΜΕ για τη διαχείριση της πανδημίας.
Καθώς βέβαια ο ρυθμός μετάδοσης έβαινε μειούμενος, στις 8 Μαΐου αρχικά αραίωσε η ενημέρωση από τον κ. Τσιόδρα και τον υφυπουργό Πολιτικής Προστασίας Νίκο Χαρδαλιά και σταμάτησε να είναι καθημερινή, και πριν από τρεις ημέρες ο καθηγητής είπε συγκινημένος «αντίο». Η σχεδόν καθημερινή ενημέρωση για 72 ημέρες ήταν άλλωστε εξοντωτική, σε συνδυασμό με το δύσκολο έργο του επιδημιολογικού σχεδιασμού. Εάν βέβαια το δίδυμο Τσιόδρας- Χαρδαλιάς εμφανιστεί ξανά στις οθόνες μας, σημαίνει πως θα έχει έρθει το δεύτερο κύμα της πανδημίας.
Ο κ. Μητσοτάκης από την πλευρά του εξήγησε (Star) ότι: «Δεν έχει κάποιο λόγο ο Σωτήρης να βγαίνει και να κάνει ενημερώσεις με την ίδια συχνότητα γιατί περνάμε πια στην επόμενη φάση» και ανακοίνωσε ότι θα παραμείνει σύμβουλος του για θέματα Δημόσιας Υγείας.
Ο πρωθυπουργός δεν γνώριζε προσωπικά τον κ. Τσιόδρα πριν την πανδημία. Εκείνος που πρότεινε στον κ. Μητσοτάκη τον καθηγητή για τη συγκεκριμένη «δουλειά» ήταν ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας. Έκτοτε η συνεργασία τους ήταν στενή και καθημερινή και ο πρωθυπουργός έχει δηλώσει πως τον θεωρεί πλέον φίλο του. Και σίγουρα τον θεωρεί ένα από τα δυνατά χαρτιά της κυβέρνησης και της πολιτείας, καθώς η χώρα περνά στην επόμενη φάση διαχείρισης, με στόχο να μην υπάρξει νέο κύμα πανδημίας και να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της στην οικονομία και τον κοινωνικό ιστό.