Το ενδεχόμενο για μειώσεις μισθών στο Δημόσιο, στα πρότυπα των μειώσεων στον ιδιωτικό τομέα διαψεύδει κατηγορηματικά το υπουργείο Οικονομικών με ανακοίνωσή του, ύστερα από δημοσιεύματα των «ΝΕΩΝ» και της «Εφημερίδας των Συντακτών». Μάλιστα, νωρίτερα, ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ εξαπέλυσε επίθεση στην κυβέρνηση κάνοντας λόγο για «αποτυχημένες συνταγές του παρελθόντος».
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών, «ουδέποτε το υπουργείο Οικονομικών και η κυβέρνηση σχεδίασε μειώσεις μισθών στο Δημόσιο. Ούτε σχεδιάζει. Αυτά είναι «ευσεβείς πόθοι» της αντιπολίτευσης».
Νωρίτερα, ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Χαρίτσης σημείωσε ότι «τα σημερινά δημοσιεύματα της Εφημερίδας των Συντακτών και των Νέων, αναφορικά με τους σχεδιασμούς του υπουργείου Οικονομικών για μειώσεις μισθών στο Δημόσιο, δείχνουν πως η κυβέρνηση της Ν.Δ. εξακολουθεί να είναι προσκολλημένη στις αποτυχημένες συνταγές του πρόσφατου παρελθόντος. Αντί να σταματήσει την επιδότηση της αναστολής συμβάσεων και των μειώσεων μισθών στον ιδιωτικό τομέα, ο κ. Μητσοτάκης ετοιμάζεται τώρα να εφαρμόσει την ίδια καταστροφική πολιτική και στο Δημόσιο.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα των εφημερίδων, το σχέδιο κινείται στο πλαίσιο των μειώσεων που αγγίζουν το 25% και εφαρμόζονται στον ιδιωτικό τομέα. Το σχέδιο, που τελικά εκτιμάται ότι θα φέρει μειώσεις μισθών στο Δημόσιο, έχει ως στόχο να μειωθεί το κόστος μισθοδοσίας του προϋπολογισμού με αξιοποίηση του γνωστού προγράμματος SURE. Αν και ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο απολύτως, αυτό που προκύπτει είναι ότι μέσα από το συγκεκριμένο σχέδιο οι μειώσεις στον ιδιωτικό τομέα φτάνουν έως το 25%, οπότε μια ανάλογη μείωση αναμένεται και στο Δημόσιο.
Ταυτόχρονα οι μέρες και ώρες εργασίας θα μειωθούν για τους υπαλλήλους αυτούς. Το πρόγραμμα SURE το οποίο στηρίζεται στο γερμανικό μοντέλο επιδότησης της μερικής απασχόλησης ανοίγει το δρόμο για μειώσεις μισθών στο όνομα της διατήρησης των θέσεων εργασίας. Με αυτό, το κράτος θα καλύπτει μέρος του μισθολογικού και ασφαλιστικού κόστους των εργαζομένων, οι οποίοι δεν θα απασχολούνται πλήρως αλλά εκ περιτροπής.
Με αυτή τη λογική, ο εργοδότης γλιτώνει το 50% του μισθολογικού κόστους, ενώ ο εργαζόμενος διατηρεί τη θέση του, λαμβάνοντας όμως χαμηλότερες αποδοχές. Το πρόγραμμα όμως της κρατικής χρηματοδότησης αναμένεται να καλύπτει το 30%-60% της διαφοράς.
Για παράδειγμα ένας μισθωτός με πλήρη απασχόληση που είχε μηνιαίες αποδοχές 1.000 ευρώ, με την εκ περιτροπής εργασία θα λαμβάνει 500 ευρώ από τον εργοδότη.
Από τα υπόλοιπα 500 ευρώ το κράτος θα καλύπτει εως το 60%, δηλαδή 300 ευρώ. Έτσι, ο συγκεκριμένος εργαζόμενος θα λαμβάνει συνολικά 800 ευρώ, δηλαδή θα έχει μείωση 200 ευρώ στον μηνιαίο μισθό του. Ένας άλλος εργαζόμενος με αποδοχές 800 ευρώ, που θα μπει σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, θα παίρνει από τον εργοδότη 400 ευρώ. Από το κράτος θα λαμβάνει άλλα 240 ευρώ από το κράτος, αν φτάσουμε το το 60% των υπόλοιπων 400 ευρώ, με αποτέλεσμα ο συνολικός μισθός του να διαμορφωθεί στα 640 ευρώ και να έχει απώλεια 160 ευρώ τον μήνα.