Το ερώτημα της προσφυγής στη Χάγη πλανάται στη δημόσια συζήτηση, ενώ η Τουρκία συνεχίζει τις προκλήσεις και τις απειλές για γεωτρήσεις μετά τη συμφωνία με τη Λιβύη, όμως στην πραγματικότητα ο δρόμος προς το Διεθνές Δικαστήριο είναι… μακρύς και περίπλοκος.
Γράφει η Βίκυ Σαμαρά
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως όλες οι κυβερνήσεις από τη Μεταπολίτευση και μετά, θέτει ως πιθανότητα την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για επίλυση των μόνων υπαρκτών για την Ελλάδα διαφορών με την Τουρκία, δηλαδή την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με καχυποψία, ακόμη και κατηγορίες, ως προς τις προθέσεις της για προσφυγή και με ποια ατζέντα. Οι δηλώσεις του αναπληρωτή συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του πρωθυπουργού Θάνου Ντόκου περί συνεκμετάλλευσης προκάλεσαν αντιδράσεις και θόρυβο, με τον ίδιο να διευκρινίζει ότι πρόκειται για προσωπικές απόψεις, πράγμα που επικαλέστηκαν στη συνέχεια τόσο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας όσο και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας.
Η Τουρκία μπορεί να επιμένει να θέτει ζήτημα «γκρίζων ζωνών», ωστόσο είναι σαφές και προφανές ότι καμία ελληνική κυβέρνηση δε θα μπορούσε να πάει στη Χάγη για να συζητήσει καμία εκχώρηση εδαφικής κυριαρχίας και κανένα άλλο θέμα πέραν της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Πολύ περισσότερο μία κυβέρνηση της κεντρο-δεξιάς.
Το ζήτημα είναι ότι και στο εσωτερικό της ΝΔ υπάρχουν δύο προσεγγίσεις όσον αφορά στη στρατηγική της χώρας σχετικά με το ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη: Η θετική και η αρνητική. Την πρώτη εκπροσωπεί η πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία υποστηρίζει ότι η Ελλάδα πρέπει ενεργητικά να δείξει ότι θέλει τη Χάγη, έστω για να εκθέσει την Τουρκία. Και τη δεύτερη ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, που ουσιαστικά λέει “όχι” σε κάθε συζήτηση.
Όμως καθώς οι δύο χώρες θα έπρεπε να υπογράψουν συνυποσχετικό για την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο, αυτό ούτως ή άλλως φαίνεται απίθανο, δεδομένου του κλίματος αυτή τη στιγμή, αλλά και της στρατηγικής της Άγκυρας να βάζει και άλλες αξιώσεις στο τραπέζι, ενώ ταυτόχρονα επαναλαμβάνει διαρκώς την απειλή για γεωτρήσεις νοτίως του Καστελόριζου, σε εφαρμογή της συμφωνίας με τη Λιβύη.
Και ενώ η κυβέρνηση δηλώνει ότι παγίως η Ελλάδα είναι ανοιχτή σε προσφυγή στη Χάγη μόνο για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, δεν σπεύδει και να ξεκινήσει τη σχετική συζήτηση, παρόλο που διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι επιθυμεί το διάλογο με την Άγκυρα. Όμως πρώτα πρέπει να γίνουν τα βασικά: Να ξεκινήσουν ξανά οι συζητήσεις Ελλάδας και Τουρκίας για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ). Οι κοινές επιτροπές εμπειρογνωμόνων πιάνουν δουλειά στις 17 Φεβρουαρίου. Ενώ ο υπουργός Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος ενδέχεται να βρεθεί με τον Τούρκο ομόλογο του Χουλουσί Ακάρ στο περιθώριο της Συνόδου των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ στις 13-15 Φεβρουαρίου.
Η παράκαμψη μέσω Ιταλίας και Αλβανίας
Η χώρα μας όμως αναζητά ταυτόχρονα και τρόπους να διασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντα προς ανατολάς με «δεδικασμένα» προς δυσμάς και νότο.
«Η Ελλάδα οφείλει να αδράξει τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται αυτή τη στιγμή, να προσπαθήσει να ολοκληρώσει τις συμφωνίες οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Αλβανία την Ιταλία και την Αίγυπτο» είχε τονίσει η κ. Μπακογιάννη μιλώντας στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών του Ευάγγελου Βενιζέλου για τις θαλάσσιες ζώνες στις 16 Δεκεμβρίου.
Στο διάστημα που πέρασε, οι συζητήσεις με την Ιταλία μπήκαν σε νέα τροχιά. Στις 4 Φεβρουαρίου ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας συμφώνησε με τον Ιταλό ομόλογο του ότι η οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας πρέπει να αντιμετωπισθεί μέσω διαλόγου και καλόπιστων διαπραγματεύσεων, με πλήρη σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και σύμφωνα με την αρχή των σχέσεων καλής γειτονίας, και επανέλαβαν την προθυμία τους να ανανεώσουν τις διαπραγματεύσεις για μια διμερή συμφωνία με στόχο την ταχεία οριοθέτηση των αντίστοιχων θαλάσσιων ζωνών τους. Η Ιταλία ταυτόχρονα καταδίκασε τη συμφωνία Τουρκίας- Λιβύης, ενώ οι δύο χώρες συμφώνησαν να προχωρήσουν για τον East Med.
Όσο για την οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, μία πρόταση αφορά σε προσφυγή των δύο χωρών για το ζήτημα στη Χάγη, ώστε η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου να αποτελεί και ένα «δεδικασμένο» που θα μπορεί να επικαλεστεί η ελληνική πλευρά απέναντι στην Τουρκία. Όμως μία τέτοια συζήτηση θα έπρεπε να γίνει με προσοχή και θα χρειαζόταν πολύ χρόνο. Μέσω της τριμερούς και με την Κύπρο, Ελλάδα- Αίγυπτος συνεργάζονται στην περιοχή ιδίως για τα ενεργειακά. Αλλά η Τουρκία διαθέτει πολιτική επιρροή στην Αίγυπτο μέσω του κόμματος των Αδελφών Μουσουλμάνων, συνεπώς το Κάιρο σίγουρα θα είναι πολύ προσεκτικό στις κινήσεις του.
Το ερώτημα της προσφυγής στη Χάγη πάντως θα συνεχίσει να απασχολεί την ελληνική πολιτική επικαιρότητα. Με ενδιαφέρον άλλωστε αναμένεται η εκδήλωση του ΕΛΙΑΜΕΠ με στόχο να δοθεί απάντηση στο ερώτημα «Μας συμφέρει η Χάγη;» στις 18 Φεβρουαρίου, καθώς θα μιλήσουν ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, η πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος.