Θέμα πολιτικής βούλησης και όχι διαδικασίας είναι η επίλυση του προβλήματος που αναφέρεται στην ονομασία της ΠΓΔΜ, επισημαίνει ο πρωθυπουργός Αντ. Σαμαράς, απαντώντας σε επιστολή του ομολόγου του Ν. Γκρούεφσκι, με την οποία υποβάλλεται πρόταση σύστασης ενός νέου μηχανισμού αναζήτησης της λύσης.
Ο έλληνας πρωθυπουργός, απαντώντας στην πρόσκληση για απευθείας συνάντηση των δύο ηγετών επισημαίνει, ότι η υφιστάμενη διαδικασία για επίλυση του ζητήματος, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, έχει την αμέριστη υποστήριξη της Ελλάδας και το γεγονός πως το πρόβλημα έχει μείνει άλυτο επί 18 χρόνια «προφανώς» δημιουργεί αμφιβολίες για το αν η δέσμευση της ΠΓΔΜ στη διαδικασία Νίμιτς είναι «πραγματική ή προσχηματική».
Στην απάντησή του, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, ο κ. Αντ. Σαμαράς σημειώνει ότι η πρόταση του Γκρούεφσκι για ορισμό δύο νέων διαπραγματευτικών ομάδων με πολιτική εντολή δεν προσφέρει «προστιθέμενη αξία» στην υπάρχουσα διαδικασία, δεδομένου ότι η Ελλάδα έχει ήδη παράσχει «πλήρη πολιτική εντολή» στον εκπρόσωπό της που μετέχει στη διαδικασία Νίμιτς και δεδομένου ότι η Ελλάδα ήδη έκανε ορισμένες ενδεικτικές κινήσεις καλής θέλησης – όπως όταν συμφώνησε στην απόδοση του καθεστώτος υποψήφιας χώρας στην ΠΓΔΜ. Αν επομένως, η διαδικασία είχε συνοδευτεί, από την άλλη πλευρά, από την «ίδια πολιτική βούληση, πολιτικό θάρρος και επιθυμία για επίλυση, το ζήτημα θα είχε προ πολλού διευθετηθεί» σημειώνεται.
Σε ό,τι αφορά το σκέλος για επαφές των δύο πρωθυπουργών, ο κ. Σαμαράς επισημαίνει ότι ανάλογες συναντήσεις, για να μην εξελιχθούν σε «ασκήσεις δημοσίων σχέσεων», θα πρέπει να συνοδεύονται «από χειροπιαστά στοιχεία πολιτικής δέσμευσης», ενώ παρατηρεί πως «με έκπληξη» αντελήφθη την οπτική Γκρούεφσκι για τον φορέα που εμποδίζει την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της χώρας του.
Υπενθυμίζοντας ότι, ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ούτε η σύνοδος Κορυφής υποστήριξαν ή έστω ασχολήθηκαν με το αίτημα της ΠΓΔΜ, ο έλληνας πρωθυπουργός υπογραμμίζει ότι «η ΕΕ διέπεται από θεμελιώδεις αξίες, ακρογωνιαίος λίθος των οποίων είναι οι σχέσεις καλής γειτονίας».
Ως εκ τούτου, επισημαίνεται, «οι σχέσεις καλής γειτονίας που συνδέονται αναπόσπαστα με την εξεύρεση λύσης στο θέμα της ονομασίας», κατά «αυτονόητο» τρόπο τίθενται «ως προαπαιτούμενο της ενταξιακής διαδικασίας όλων των χωρών και άρα κατέχουν περίοπτη θέση στις προτεραιότητες της ΕΕ».
Ο κ. Σαμαράς υπενθυμίζει, τέλος, στον κ. Γκρούεφσκι, πως μολονότι «κατά τα τελευταία χρόνια, από τη χώρα σας εκπορεύεται μια ρητορική και πράξεις που θέτουν εμπόδια, στρέφουν τον λαό σας κατ’ ουσίαν κατά της Ελλάδος, κατηγορώντας την συστηματικά για όλα τα δεινά», παρά ταύτα λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε προ μηνών ένα διμερές Μνημόνιο που βασιζόταν στη διαδικασία Νίμιτς – «η υπογραφή του οποίου όχι μόνο θα επιτάχυνε την εξεύρεση λύσης αλλά και θα επέφερε σημαντικές αλλαγές στις διμερείς και τις ευρύτερες σχέσεις». Στην πρόταση αυτή «επί της ουσίας, δυστυχώς δεν απαντήσατε και σας καλώ να την επανεξετάσετε» υπογραμμίζει ο κ. Σαμαράς. «Διότι η λύση του προβλήματος, όπως ορθά επισημαίνετε στην επιστολή σας, θα είναι προς όφελος των δύο χωρών μας, εφόσον με τον (αντίστοιχο προς την Ελλάδα) εποικοδομητικό τρόπο και η κυβέρνηση της ΠΓΔΜ συμβάλει σε μια “πραγματική και όχι κατ’ επίφασιν λύση”».