Τη δημιουργία μιας «πραγματικά ευρωπαϊκής διακυβέρνησης με ομοσπονδιακή δομή, η οποία θα πρέπει να οικοδομηθεί άμεσα για να υπάρξει ανάσχεση των φυγόκεντρων δυνάμεων», ζήτησε η επικεφαλής των ευρωβουλευτών της ΝΔ Μαριέττα Γιαννάκου, σε εκδήλωση που διοργάνωσε η ίδια με θέμα «Νέα Ευρώπη τώρα».
Παραπέμποντας στην ιστορία της ΕΕ και επισημαίνοντας ότι η οικονομική κρίση που βιώνουμε «αποτελεί ένα είδος πολέμου», η κ. Γιαννάκου υπογράμμισε ότι η ΕΟΚ «ρίζωσε όταν συνειδητοποιήθηκε η ματαιότητα των συγκρούσεων». Κι επειδή «δεν υπάρχει αυτόματος πιλότος που θα διασφαλίσει την ομαλή προσγείωση», είναι «η ανθρώπινη θέληση αυτή που μπορεί να κάνει εφικτό ένα κοινό ευρωπαϊκό μέλλον», παρατήρησε.
Στην κρίση εμπιστοσύνης που συνοδεύει την οικονομική κρίση, αναφέρθηκε στη συνέχεια ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας, τονίζοντας ότι «αν η δημοσιονομική προσαρμογή δεν συνδυαστεί με ανάπτυξη, θα καταλήξει μόνο σε λιτότητα, δηλαδή σε ανέχεια για μεγάλα στρώματα του πληθυσμού».
Εστιάζοντας στην περίπτωση της Ελλάδας -που πέτυχε την «πιο ραγδαία προσαρμογή», όπως είπε-, ο υπουργός σημείωσε πως «έπειτα από μια σκληρή προσπάθεια και στην πέμπτη χρονιά ύφεσης, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει το υψηλότερο διαρθρωτικό πλεόνασμα στην ευρωζώνη, έχει μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά τα 2/3, έχει σχεδόν καλύψει την απώλεια στην ανταγωνιστικότητα που είχε εκδηλωθεί από τότε που μπήκε στο ευρώ κι έχει σχεδόν μηδενίσει το έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών». Ο κ. Στουρνάρας θυμήθηκε όσους προδίκαζαν την έξοδο της Ελλάδας απ’ το ευρώ («οι οποίοι σήμερα εξαφανίστηκαν») για να υπογραμμίσει τελικά, ότι η κρίση έδειξε την ανάγκη της πολιτικής ενοποίησης.
Το δημοκρατικό έλλειμμα, η απουσία μεγάλων ηγετών, η προώθηση αναποτελεσματικών πολιτικών, η διάχυση λαϊκίστικων προσεγγίσεων -σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση-, προκάλεσαν μια κρίση «χωρίς προηγούμενο» στην ΕΕ, σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου. Ιωάννης Κασουλίδης. Η δοκιμασία αυτή βρήκε την ΕΕ χωρίς τα κατάλληλα εργαλεία, αλλά επίσης αποδυναμωμένη, καθώς οι ίδιοι πόροι στον κοινοτικό προϋπολογισμό δεν ξεπερνούν το 1% του μέσου ευρωπαϊκού ΑΕΠ.
Κατά την άποψη του κ. Κασουλίδη, οι ιδέες του Προέδρου της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ (για τη διαμόρφωση μιας αυτόνομης λειτουργίας της ευρωζώνης), καθώς και η προοπτική της τραπεζικής ένωσης, που είναι καλές κι επιθυμητές, προϋποθέτουν τροποποίηση των συνθηκών. Όμως, «οι πολίτες είναι τόσο οργισμένοι και κουρασμένοι, που κατά πάσα πιθανότητα θα καταψηφίσουν τη μετεξέλιξη της ΕΕ». Με τούτη την επίγνωση, ο κ. Κασουλίδης συμπέρανε ότι «είτε θα πρέπει να παρακολουθήσουμε αδρανείς την αποσύνθεση της ΕΕ σε ένα χώρο ελεύθερων συναλλαγών, είτε να προωθήσουμε, τουλάχιστον, τα αρχικά στάδια της περαιτέρω εμβάθυνσης».
Ο ευρωβουλευτής του Λουξεμβούργου Φρανκ Ένγκελ (του Χριστιανοκοινωνικού κόμματος) μιλώντας σε εξαιρετικά ελληνικά παρατήρησε, είπε ότι «είναι σχεδόν θαύμα» που δεν έχουν εκδηλωθεί ριζοσπαστικά φαινόμενα στον απόηχο της κρίσης. «Σε τι περιμένουμε να πιστέψουν οι πολίτες, αν βλέπουν μπροστά τους μόνο λιτότητα, κρίση, προσωπικά αδιέξοδα; Η άνοδος της Χρυσής Αυγής δείχνει τον κίνδυνο», σημείωσε.
Παραπέμποντας, εξάλλου, στο παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών («αν πτωχεύσει η Καλιφόρνια δεν κινδυνεύει να διαλυθεί το δολάριο») ο κ. Ένγκελ υπογράμμισε την απειλή της «παγκόσμιας ασημαντότητας» αν παραμείνουμε υπό το κράτος της ψευδαίσθησης της «απεριόριστης εθνικής κυριαρχίας» και υπέδειξε: «όταν τα μεγάλα και γρήγορα τρένα δεν μπορούν να περάσουν τα σύνορα των χωρών μας, πώς μπορούμε να ανταγωνιστούμε την Κίνα;».
Υπενθυμίζοντας, τέλος, ότι «τα αρπακτικά συνεχίζουν να είναι εκεί έξω», ο ομιλητής υπογράμμισε ότι «η αγορά πρέπει να πιστέψει ότι η ΕΕ θα είναι ενωμένη». «Και η συνολική ανάταξη της ΕΕ, εγώ πιστεύω» είπε ο κ. Ένγκελ «θα ξεκινήσει από τις χώρες της κρίσης».