«Αποφάσισα να είμαι υποψήφιος γιατί είδα πως δεν πάει άλλο», είπε ο υποψήφιος για τη δημαρχία της Αθήνας Γιώργος Καμίνης, επισημαίνοντας τη γενικευμένη απογοήτευση που επικρατεί στους πολίτες.
Όπως αποκάλυψε, η απόφασή του προκάλεσε έκπληξη και στην οικογένειά του.
Ως τα τρία μεγαλύτερα προβλήματα της Αθήνας ο κ. Καμίνης προσδιόρισε την καθαριότητα, τη ρύπανση της ατμόσφαιρας και την ηχορύπανση.
«Κανείς δεν μπορεί να πει πως ο Δήμος είναι σήμερα καλύτερος σε σχέση τέσσερα χρόνια πριν», πρόσθεσε. «Φιλοδοξία μου είναι», είπε, «αν αναλάβω από την 1η Ιανουαρίου στις 30 του μήνα ο δήμος να είναι λίγο πιο καθαρός απ’ ο,τι όταν τον παρέλαβα. Και ένα μήνα μετά, λίγο ακόμα πιο καθαρός», πρόσθεσε.
Για το μνημόνιο ο κ. Καμίνης είπε πως ενδεχομένως θα μπορούσε να έχει γίνει καλύτερη διαπραγμάτευση και να μην έχει καλλιεργηθεί η εντύπωση πως υπάρχουν λεφτά.
Για τις πορείες που γίνονται στο κέντρο της πόλης, ο κ. Καμίνης είπε πως πρέπει να ενεργοποιηθεί ο νόμος που βάζει όρια καθώς εκτός από το δικαίωμα στην πορεία, όπως είπε, υπάρχει επίσης το δικαίωμα της επιχειρηματικής δραστηριότητας, της ελεύθερης κυκλοφορίας.
Για την περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα ο Γ. Καμίνης είπε πως πρέπει πάση θυσία να αποτραπεί η προοπτική η Αθήνα να γίνει Βηρυτός καθώς εκδηλώνονται επιθέσεις σε βάρος και νόμιμων μεταναστών που ζουν κι εργάζονται στην περιοχή. «Αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να τους προστατεύσουμε», τόνισε.
Πρότεινε δε ο δήμος να διαθέσει κάποια από τα άδεια κτήρια που διαθέτει για να στεγαστούν οι άνθρωποι που ζουν στο δρόμο καθώς και να τους δοθεί μια προσωρινή άδεια εργασίας «ώστε να μπορούν να δουλέψουν και να μην ζουν κλέβοντας», όπως είπε.
Πρόσθεσε πως θα πρέπει αφενός να διαμορφωθεί ένα δίκτυο πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης και παράλληλα η Ελλάδα θα πρέπει να κινηθεί δραστήρια και προς την ΕΕ, διεκδικώντας να κατανεμηθεί το βάρος που σηκώνει ως χώρα εισόδου λαθρομεταναστών.
Σχετικά με τον δημοτικό ραδιοφωνικό σταθμό Αθήνα 9.84, ο Γ. Καμίνης διέψευσε το ενδεχόμενο διακοπής της λειτουργίας του ή απολύσεων «ανθρώπων που ζουν από αυτόν». Όμως, όπως είπε, υπάρχουν «μεγαλοδημοσιογράφοι» που εργάζονται και σε άλλα ανταγωνιστικά μέσα με διευθυντικές θέσεις και υψηλές αμοιβές.