Το υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου, προετοιμάζει το περιβάλλον για την ανάπτυξη επενδυτικών σχεδίων στην Ελλάδα, τόνισε ο αρμόδιος υπουργός Κωνσταντίνος Μουσουρούλης, παρουσιάζοντας στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου το νομοσχέδιο για την ανασυγκρότηση του υπουργείου και τη νέα λιμενική πολιτική που δίνει βάρος στην συμβολή που μπορεί να έχει ο ιδιωτικός τομέας. Παράλληλα διαβεβαίωσε ότι με τις προωθούμενες ρυθμίσεις δεν θίγεται το ΝΑΤ και δεν καταργείται η υποχρεωτική δεκάμηνη δρομολόγηση πλοίων.
Με αιχμή δε τις επισημάνσεις της αντιπολίτευσης περί αναγκαιότητας στήριξης της δημόσιας χρηματοδότησης των λιμενικών υποδομών, ο κ. Μουσουρούλης – αφού κάλεσε τις πολιτικές δυνάμεις να κατανοήσουν ότι το διεθνές περιβάλλον έχει αλλάξει και ο ανταγωνισμός έχει ενταθεί – ανέφερε ότι αν η χώρα αρνηθεί να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα και επιμείνει στους δημόσιους όρους, σε λίγο δεν θα είναι σε θέση ούτε να συντηρήσει τις υπάρχουσες (παραπάνω από 850) υποδομές.
«Τα καινούργια λιμάνια στη Λιβύη, την Κύπρο και το Ισραήλ αποσπούν έργο από τα ελληνικά, κάθε μέρα που περνάει» είπε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ότι το υπουργείο στοχεύει στην ενίσχυση της συνεργασίας του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα με βάση τις διεθνείς πρακτικές.
Κατά την επεξεργασία του νομοσχεδίου στην Επιτροπή και ψήφισή του επί της αρχής, ο υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου αναφέρθηκε και στην ακτοπλοΐα, για να επισημάνει ότι κεντρικός πυρήνας των ρυθμίσεων που προωθούνται είναι να προσαρμοστεί η κατάσταση των δρομολογίων στη διαμορφούμενη ζήτηση, ειδικά τη χειμερινή περίοδο.
Απαντώντας δε, σε ερωτήσεις των βουλευτών, διευκρίνισε ότι δεν καταργείται η υποχρεωτική δεκάμηνη δρομολόγηση πλοίων και υπογράμμισε: «Είναι σαφές ότι πρέπει να δοθεί η δυνατότητα επιλογής πλοίου, όπως επίσης και ότι σε εποχές αύξησης της ζήτησης θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα ενός επιπλέον πλοίου».
Αφού ανέφερε ότι η ακτοπλοΐα στην ουσία είναι ένα θαλάσσιο ΚΤΕΛ – κι έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται, «όχι με την λογική της ποντοπόρου Ναυτιλίας» – τόνισε πως υπάρχουν ακτοπλοϊκές συνδέσεις χωρίς καμία απολύτως λογική.
Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Νικόλαος Συρμαλένιος είπε ότι το νομοσχέδιο εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εφοπλιστών και των ακτοπλόων και πλήττει το ναυτικό επάγγελμα, καθώς και ότι «ανοίγει τον δρόμο προς την ιδιωτικοποίηση των λιμανιών, στοχεύοντας στην ικανοποίηση ιδιωτικών συμφερόντων».
Εξειδικεύοντας σε ρυθμίσεις του, ανέφερε πως καταφέρεται πλήγμα στο ναυτικό επάγγελμα με το μητρώο ενεργών ναυτικών, ενώ πλήττεται και το ΝΑΤ.
Οι εισηγητές του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, αφού τάχθηκαν υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου, επισημαίνοντας πως είναι στη σωστή κατεύθυνση, ο μεν Κώστας Τριαντάφυλλος (ΠΑΣΟΚ) ζήτησε από τον υπουργό να γίνει ό,τι πρέπει ώστε να μην επιβαρυνθεί το ΝΑΤ, η δε Μαρία Ρεπούση (ΔΗΜΑΡ) εξέφρασε επιφυλάξεις στην ομαδοποίηση των λιμένων, επισημαίνοντας ότι «θα έπρεπε να περιφρουρήσουμε την αξιοποίηση των λιμανιών».
Από τους Ανεξάρτητους Έλληνες, η Τσαμπίκα Ιατρίδη είπε «όχι» επί της αρχής, υποστηρίζοντας ότι είναι υπαρκτός ο κίνδυνος ο νομοθέτης να γκρεμίσει τελικώς αυτά που θέλει να διορθώσει.
Την «άμεση ανάκληση» του νομοσχεδίου, ζήτησε εκ μέρους της Χρυσής Αυγής ο Νικόλας Κούζηλος, τασσόμενος – όπως είπε – υπέρ της άποψης της ΠΝΟ και αναφέροντας ότι «θα πρέπει να αναδείξουμε και πάλι τον Πειραιά σε παγκόσμιο ναυτιλιακό κέντρο, ανάλογο της ναυτιλίας μας».
«Είναι ένα αντιδραστικό αντιλαϊκό, κατασταλτικό νομοσχέδιο κι επικίνδυνο για την άμυνα της χώρας και την ασφάλεια στη θάλασσα», ανέφερε η Διαμάντω Μανωλάκου (ΚΚΕ) ζητώντας την απόσυρσή του.
Απαντώντας σε επιμέρους ζητήματα που έθεσαν οι βουλευτές, αναφορικά με τον ισχυρισμό περί φορολογικών απαλλαγών σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις ο κ. Μουσουρούλης είπε ότι «αυτό που κάνει το νομοθέτημα είναι η επιτάχυνση και απλούστευση των διαδικασιών, τίποτε άλλο».
Για τις συνθέσεις των πληρωμάτων ανέφερε ότι λόγω τεχνολογικών εξελίξεων ακυρώθηκαν ορισμένες ειδικότητες, ενώ δεν γίνεται να ακολουθείται ακόμη η νομοθεσία του 1974.
Τέλος, αποσαφήνισε ότι δεν επιβαρύνεται το ΝΑΤ, καθώς το υφιστάμενο καθεστώς παραμένει αναλλοίωτο.