Σενάρια για αλλαγή του εκλογικού νόμου, ώστε να μην κινδυνεύσει να διαλυθεί η Κοινοβουλευτική Ομάδα των Ανεξάρτητων Ελλήνων, πυροδότησε μία δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών το μεσημέρι της Πέμπτης.
Είχε προηγηθεί το πρωί η δέσμευση του βουλευτή των Ανεξάρτητων Ελλήνων Θανάση Παπαχριστόπουλου ότι, όπως είχε προαναγγείλει, την Παρασκευή θα παραδώσει την έδρα του και θα παραιτηθεί από βουλευτής. Όταν γίνει αυτό, τη θέση του θα πάρει ο πρώτος επιλαχών, που είναι ο Τέρενς Κουίκ. Ωστόσο, ο Τέρενς Κουίκ είναι ουσιαστικά εκτός ΑΝΕΛ, καθώς διαφοροποιήθηκε με τη στάση του κόμματος για τη Συμφωνία των Πρεσπών, και επομένως είναι ορατό το ενδεχόμενο να μπει στη Βουλή ως ανεξάρτητος βουλευτής. Έτσι, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες θα μείνουν με πέντε βουλευτές, που είναι ο ελάχιστος αριθμός βουλευτών που απαιτείται για να σχηματιστεί κοινοβουλευτική ομάδα.
Ωστόσο, εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα: ο ένας από τους πέντε αυτούς βουλευτές είναι ο Αριστείδης Φωκάς, ο οποίος πρόσφατα εντάχθηκε στην Κοινοβουλευτική Ομάδα των ΑΝΕΛ, έχοντας προηγουμένων ανεξαρτητοποιηθεί από την Ένωση Κεντρώων, με την οποία εξελέγη. Σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, για να συσταθεί μία κοινοβουλευτική ομάδα θα πρέπει να έχει πέντε βουλευτές που να έχουν εκλεγεί με το κόμμα στου οποίου την ΚΟ ανήκουν. Και αφού ο Αριστείδης Φωκάς δεν εξελέγη με τους ΑΝΕΛ, αλλά με την Ένωση Κεντρώων, η προϋπόθεση αυτή δεν θα πληροίται σε περίπτωση ανεξαρτητοποίησης του Τέρενς Κουίκ, και επομένως η κοινοβουλευτική ομάδα των ΑΝΕΛ θα διαλυθεί, όπως συνέβη και με την αντίστοιχη του Ποταμιού.
Μπροστά στο ενδεχόμενο αυτό, ο Πάνος Καμμένος εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, διαμηνύοντας σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ πως «θα έχουν πόλεμο αν επιχειρήσουν να διαλύσουν την Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος, παρέλαση δεν θα κάνουν».
Οι εξελίξεις αυτές προκαλούν προβληματισμό στην κυβέρνηση, που βλέπει τον μέχρι πρότινος εταίρο της να βρίσκεται στα πρόθυρα της διάλυσης. Σε αυτό το πλαίσιο, έχει ενδιαφέρον η απάντηση του Δημήτρη Τζανακόπουλου όταν ερωτήθηκε σχετικά από δημοσιογράφο.
«Η πολιτική θέση της κυβέρνησης είναι ότι δεν είναι ούτε ηθικά, ούτε πολιτικά ορθό να διαλύονται κοινοβουλευτικές ομάδες κομμάτων, τα οποία στη διαδικασία των εθνικών εκλογών έχουν εξασφαλίσει την είσοδό τους στο εθνικό κοινοβούλιο. Δεν μιλώ μόνον για τους ΑΝΕΛ, μιλώ και για το Ποτάμι, μιλώ και για οποιοδήποτε άλλο κόμμα μπορεί να αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της διάλυσης της κοινοβουλευτικής του ομάδας», επεσήμανε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προσθέτοντας: «Δεν είναι, λοιπόν, πολιτικά και ηθικά ορθό η διάλυση μιας κοινοβουλευτικής ομάδας κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου, παρά το γεγονός ότι κάποιοι βουλευτές για λόγους συνείδησης, για λόγους άποψης, για λόγους πολιτικών τοποθετήσεων μπορεί να επιλέγουν να αφήνουν, να αποχωρούν από τις κοινοβουλευτικές αυτές ομάδες. Και αυτό είναι ένα ζήτημα πολιτικό, ηθικό, το οποίο κατά τη γνώμη μου πρέπει να συζητηθεί πάρα πολύ σοβαρά στο πλαίσιο του πολιτικού μας συστήματος και στο πλαίσιο αναβάθμισης της ίδιας της δημοκρατίας».
Ο ίδιος διευκρίνισε πως ο ΣΥΡΙΖΑ, ως το κόμμα με τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, σκοπεύει να ανοίξει αυτή τη συζήτηση στο επίπεδο του δημοσίου διαλόγου, στο επίπεδο των πολιτικών δυνάμεων, ενώ ερωτηθείς αν απαιτείται συνταγματική αλλαγή για να συζητηθεί το θέμα αυτό, απάντησε αρνητικά.
«Είναι ζήτημα πολιτικό, το οποίο τεχνικά και τυπικά αφορά τον κανονισμό της Βουλής», εξήγησε, συμπληρώνοντας: «Όμως, το ζήτημα δεν είναι οι επιμέρους νομικές διατάξεις του κανονισμού της Βουλής. Είναι να απαντήσουμε σε ένα πολιτικό ερώτημα που τίθεται με πολύ μεγαλύτερη ένταση σήμερα από ό,τι ετίθετο στο παρελθόν καθώς, όπως ξέρετε, από το 2012 και μετά, όταν υπήρξε αυτή η μεγάλη αναδιαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού στη χώρα, δημιουργήθηκαν νέες ιδιότυπες συνθήκες στο ελληνικό κοινοβούλιο τις οποίες δεν είχε ζήσει η χώρα και το πολιτικό σύστημα καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης».
Οι αναφορές αυτές του κυβερνητικού εκπροσώπου ενδεχομένως προετοιμάζουν το έδαφος για πρωτοβουλίες από την πλευρά της κυβέρνησης όσον αφορά στην αλλαγή του κανονισμού της Βουλής, οι οποίες θα πρέπει να αναμένονται στο αμέσως επόμενο διάστημα.