Στην ανάγκη ανασύστασης της συλλογικής μνήμης αναφέρθηκε σήμερα ο πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, Νίκος Βούτσης, κατά τον χαιρετισμό που απηύθυνε στα εγκαίνια της έκθεσης «Αλληλεγγύη και Αντίσταση», η στήριξη της ελληνικής αντίστασης ενάντια στη στρατιωτική χούντα από τα γερμανικά κόμματα, συνδικάτα και πολιτικά ιδρύματα (1967- 1974).
«Αυτό δεν είναι κάτι το εύκολο, δεν είναι κάποια ρητορεία, ανέφερε είναι κάτι που πρέπει να διαμορφώνεται με τον χρόνο και σε αναφορά προς το παρελθόν βλέποντας όμως προς το μέλλον». Γιατί, είπε, μιλάμε για καταστάσεις και για συγκυρία τώρα όπου το «αυγό του φιδιού με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ξαναζεσταίνεται σε χώρες ευρωπαϊκές και στο κέντρο της Ευρώπης.
Ο Ν. Βούτσης υπενθύμισε ότι η Βουλή κάνει κάθε προσπάθεια για την ανασύσταση της συλλογικής μνήμης σε κορυφαία γεγονότα τονίζοντας ότι «παραδώσαμε στην Βουλή των Αντιπροσώπων της Κύπρου το υλικό του φακέλου της Κύπρου και μέσα από την επεξεργασία επιστημονικών επιτροπών θα εκδοθούν και θα δοθούν στην δημοσιότητα μέσα στο καλοκαίρι οι πρώτοι τόμοι του φακέλου.
Μέσα στην Γερμανία, συνέχισε, το αντιδικτατορικό κίνημα είχε πολύ μαζική υφή και πολύ μεγάλη σχέση με το τι γινόταν στην Ελλάδα και «ήταν πολύ σημαντικό για εμάς που ήμασταν φοιτητές τότε να παρακολουθούμε και την Ντόιτσε Βέλλε και τον ραδιοφωνικό σταθμό του Μονάχου. Δημιουργήθηκε τότε ένα υλικό από χιλιάδες ανθρώπους, που έδωσαν ύστερα το αποτύπωμά τους στη μεταπολίτευση καθώς ήρθαν στην Ελλάδα με την γνώση του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι και με τους δεσμούς που τους επέτρεπαν να έχουν θετική συμβολή στην δύσκολη μεταπολιτευτική περίοδο».
Τα ζητήματα ,είπε, που τέθηκαν και σε εκείνη την περίοδο, της δημοκρατίας, της αλληλεγγύης, της σύγκλησης ανάμεσα στις χώρες, της επούλωσης των μεγάλων τραυμάτων που άφησαν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, βρίσκονται και σήμερα στην επιφάνεια, βρίσκονται στην ατζέντα όλων των προοδευτικών δυνάμεων για να υπάρξει μια νέα αρχιτεκτονική και νέα οράματα για την ΕΕ και τους λαούς της Ευρώπης γενικότερα.
Η συζήτηση αυτή, τόνισε, είναι πολύ έντονη για να επανατοποθετηθούν έννοιες απολύτως αυτονόητες εκείνη την εποχή όπως η ειρήνη, ο ρόλος της Ευρώπης σε παγκόσμια κλίμακα, η ειρήνη, η δημοκρατία , η ανεκτικότητα, η αντιμετώπιση του προσφυγικού – μεταναστευτικού ζητήματος πέρα από ξενοφοβικές, ρατσιστικές, φιλοφασιστικές αντιλήψεις.
Όλα αυτά, είπε, δεν είναι αυτονόητα δυστυχώς αυτή τη στιγμή, ενώ θα έπρεπε μέσα από αυτήν την διαδρομή και την πορεία να είναι και καταλήγοντας τόνισε:
«Δυστυχώς στη χώρα μας υπάρχει και πολιτική δύναμη η οποία υποστηρίζει την πολιτική του καθεστώτος της δικτατορίας όπως υποστηρίζει και τις αντιλήψεις και την πολιτική των ναζί πριν από τόσα χρόνια στην Γερμανία. Και αυτό δεν μας ήρθε από τον ουρανό, δεν προέκυψε μόνο μέσα από την κρίση, γιατί φάνηκε και με την κλίματα των ευρωπαϊκών εκλογών την προηγούμενη χρονιά ότι αναπτύσσεται ως φαινόμενο και σε χώρες που δεν πέρασαν κρίση, που δεν έχουν αυτά τα πολύ μεγάλα οικονομικά και άλλα προβλήματα που αντιμετώπισε η χώρα μας. Αυτό το φαινόμενο λοιπόν πρέπει να το έχουμε στο κέντρο της προσοχής μας και να δώσουμε την δυνατότητα και σε αυτήν την έκθεση να επικοινωνήσει με τις νέες γενιές σε όλη τη χώρα- και μπορούμε να βοηθήσουμε ως Βουλή σε αυτό- έτσι ώστε αυτή η επίγνωση της ιστορίας, αυτές οι μνήμες να γίνουν όπλο στα χέρια όλων μας για να αντιμετωπίσουμε και την σημερινή κατάσταση, να ανοίξουμε θετικές διεξόδους με τις ευρύτατες δυνατές συναινέσεις για τη δημοκρατία, την κοινωνική σύγκλιση, την ευρωπαϊκή προοπτική, τη σταθερότητα και την ειρήνη στον κόσμο μας».
Η έκθεση που στεγάζεται στο πολιτιστικό κέντρο «Μελίνα» του δήμου Αθηναίων, οργανώνεται από τα «Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας» και το ίδρυμα «Friedrich- Ebert-Stiftung».