Με το παρατσούκλι ο «ωραίος Μπρούμελ» του ΠΑΣΟΚ έχει μείνει στην ιστορία του κινήματος ο Άκης Τσοχατζόπουλος…
Οι εικόνες με τις ζεμπεκιές του Άκη έχουν μείνει ανεξίτηλες στη μνήμη των Ελλήνων, όπως και ο πολυτελέστατος γάμος του στο Παρίσι. Αυτό που ο ίδιος αλλά και κανένας δεν περίμενε, είναι ότι μετά από μια τόσο μεγάλη πορεία στο ΠΑΣΟΚ και στις κυβερνήσεις μέχρι το 2004, θα κατέληγε σήμερα το πρωί στην πίσω θέση αυτοκινήτου της Ασφάλειας για να οδηγηθεί στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών, μετά τη σύλληψη του για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή ο Άκης Τσοχατζόπουλος ξεκίνησε από το μπακάλικο του πατέρα του, και το 1970 έγινε μέλος του αντιδικτατορικού Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος (ΠΑΚ). Η χούντα του αφαίρεσε την ελληνική ιθαγένεια λόγω της αντιστασιακής του δραστηριότητας, ενώ τελικά υπήρξε όχι μόνο ένα από τα ιδρυτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, αλλά και ένας πανίσχυρος υπουργός που βρέθηκε δίπλα στον Ανδρέα Παπανδρέου αλλά και αργότερα δίπλα στον Κώστα Σημίτη.
Το ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ διεκδίκησε την προεδρία του κόμματος, στην μετά Ανδρέα εποχή, όμως έχασε από τον Κ. Σημίτη.
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος είναι γεννημένος στις 19 Δεκεμβρίου του 1939 στην Αθήνα και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη όπου μεταφέρθηκε η οικογένειά του το 1940. Η καταγωγή του πατέρα του είναι από την Κωνσταντινούπολη και της μητέρας του από τα Ιωάννινα.
Κατά τη διάρκεια της εφηβείας του υπήρξε καλαθοσφαιριστής, αγωνιζόμενος για δύο χρόνια (1953 και 1954) στον ΠΑΟΚ στη θέση «3» (Σμολ φόργουορντ). Σπούδασε στο πολυτεχνείο του Μονάχου πολιτικός μηχανικός (1964) και οικονομολόγος μηχανικός (1967). Εργάστηκε σε κατασκευές δημοσίων έργων στη Γερμανία, Αυστρία, Ελβετία και Ιταλία. Η βάση του ήταν στη Γερμανία, όπου έζησε συνολικά 16 χρόνια, από το 1959 έως το 1975 οπότε και επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα.
Το 1968 του απαγορεύθηκε η είσοδος στη χώρα, καθώς η Χούντα τού είχε αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια, λόγω της αντιστασιακής του δραστηριότητας.
Το 1995 ο Άκης Τσοχατζόπουλος διετέλεσε αναπληρωτής πρωθυπουργός, κατά το διάστημα της ασθένειας του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και της αδυναμίας του να ανταπεξέλθει στα καθήκοντά του.
Με την ιδιότητα αυτή εκπροσώπησε την Ελλάδα στη σύνοδο κορυφής των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Μαδρίτη.
Μετά την παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου από το αξίωμά τον Ιανουάριο του 1996 λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε, έθεσε υποψηφιότητα για την ανάδειξη του νέου πρωθυπουργού που θα εξέλεγε η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Ισοψήφησε με τον Κώστα Σημίτη (από 53 ψήφοι), ενώ ακολούθησαν σε ψήφους οι Γεράσιμος Αρσένης και Γιάννης Χαραλαμπόπουλος.
Στην επαναληπτική ψηφοφορία έλαβε 75 ψήφους, έναντι 86 του Κώστα Σημίτη. Τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου και μετά το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, διεκδίκησε στο έκτακτο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το χρίσμα του προέδρου του κόμματος, απέτυχε όμως να εκλεγεί με αντίπαλο τον Κώστα Σημίτη.
Συμμετείχε σχεδόν σε όλα τα υπουργικά συμβούλια των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, από τον πρώτο σχηματισμό της κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου το 1981 μέχρι το τέλος της κυβέρνησης Σημίτη το 2004, ενώ διετέλεσε υπουργός και στην οικουμενική κυβέρνηση του Ξενοφώντα Ζολώτα.
Το 1964 παντρεύτηκε τη Γερμανίδα Γκούντρουν Μολντενχάουερ, με την οποία απέκτησε μία κόρη κι έναν γιο.
Ενώ ο μεγάλος του έρωτας με τη Βίκυ Σταμάτη τον οδήγησε το 2004 σε δεύτερο γάμο. Παντρεύτηκε για δεύτερη φορά με τη Βασιλική Σταμάτη, αρχικά με πολιτικό γάμο στη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια με θρησκευτικό στο Παρίσι.
Ο γάμος αυτό και η δεξίωση που ακολούθησε σε πολυτελές ξενοδοχείο έθεσαν τον κ. Τσοχατζόπουλο στο στόχαστρο. Στη συνέχεια, ο πρώην ισχυρός άνδρας του ΠΑΣΟΚ είδε το όνομά του να εμπλέκεται σε μίζες γερμανικών υποβρυχίων της εταιρείας Ferrostaal, αλλά και σε υποθέσεις με ακίνητα που ανήκουν σε παράκτιες εταιρείες.
Σήμερα βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο. Αιτία η σύλληψη του για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος καθώς και ο χρυσός, οι λίρες και τα έγγραφα που εντοπίστηκαν σε σπίτια της κόρης του. Το σίγουρο είναι ότι θα συνεχίσει να απασχολεί και τις επόμενες μέρες…