Γερμανοί αρθρογράφοι σχολιάζουν σήμερα την επικείμενη ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης και την πιθανή πορεία της Ελλάδας μετά την επιδιωκόμενη έξοδο από τα μνημόνια. Υπό τον τίτλο «Το τίμημα της ελευθερίας» η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung γράφει: «Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας μετρ της πολιτικής ακροβασίας. Εδώ και εβδομάδες ο έλληνας πρωθυπουργός αυτοπροβάλλεται ως ο αγγελιοφόρος μιας νέας εποχής, που θα ξεκινήσει αυτό το καλοκαίρι. Τον Αύγουστο ολοκληρώνεται το τρίτο πρόγραμμα στήριξης οπότε και η Ελλάδα θα πρέπει και πάλι να ανακτήσει την κυριαρχία της. Ελεύθερη πλέον από τις επιταγές λιτότητας των δανειστών ώστε να μπορεί να επιστρέψει στις αγορές για να αναχρηματοδοτηθεί. Αλλά αυτή εικόνα δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ήδη από τώρα ο δανειακός κορσές έχει δεθεί σφιχτά μέχρι το 2060. Εάν δεν γίνουν κι άλλες ελαφρύνσεις του χρέους, η Ελλάδα θα παραμείνει αυτό που είναι τώρα: ένα κράτος υπό ξένη διοίκηση. Οκτώ χρόνια κρατούν οι διαφωνίες για το χρέος της Ελλάδας. Σε αυτό το διάστημα η χώρα εφάρμοσε τόσο σκληρές περικοπές, που μάλλον κανένα ανεξάρτητο κράτος δεν θα δεχόταν. Πολλά πράγματα βελτιώθηκαν. Αλλά το χρέος παραμένει υψηλό. Όπως και τα ποσοστά ανεργίας. Οι τράπεζες συνεχίζουν να έχουν υπερβολικά πολλά κόκκινα δάνεια. Και παρ’ όλο που έγιναν πολλές ιδιωτικοποιήσεις, πολλοί ξένοι επενδυτές αποφεύγουν τη χώρα όσο ποτέ. Αυτό δεν θα αλλάξει εάν η Ελλάδα δεν σταθεί και πάλι στα πόδια της».
Τι θα γίνει με το χρέος;
Σχολιάζοντας την πρόοδο της αξιολόγησης του τρέχοντος προγράμματος στήριξης η εφημερίδα General Anzeiger της Βόννης, όπως αναμεταδίδει η Deutsche Welle, επισημαίνει: «Ένα βήμα απομένει ακόμη να γίνει: η αναδιάρθρωση του χρέους. Διότι το ΔΝΤ δεν είναι το μόνο που εκτιμά ότι η Αθήνα δεν θα καταφέρει με δικές της δυνάμεις και παρά τις μεταρρυθμίσεις να απαλλαγεί από το βουνό χρέους ύψους 179% επί του ΑΕΠ. Αυτό το βάρος πιέζει και καθυστερεί τη χώρα και στα σχέδιά της να αναχρηματοδοτηθεί με φρέσκο χρήμα από τα μέσα του χρόνου στις κεφαλαιαγορές. Ήδη διαφαίνεται προς ποια κατεύθυνση θα μπορούσε να κινηθεί (σ.σ. η αναδιάρθρωση) διότι η Αθήνα έχει λάβει στο μεταξύ ένα μέρος των ελαφρύνσεων στο πλαίσιο βραχυπρόθεσμων μέτρων. Τότε υπήρξε επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του χρέους και μείωση των επιτοκίων».
Το δίλημμα του Τσίπρα
Στην οικονομική εφημερίδα Handelsblatt αναφέρεται: «Για μεγάλο διάστημα η Ελλάδα θεωρούνταν το προβληματικό παιδί της ευρωζώνης. Η Αθήνα αντιστεκόταν στις μεταρρυθμίσεις και παρά τις ενισχύσεις δισεκατομμυρίων η χώρα δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της. Τώρα όμως οι δανειστές βρίσκουν μόνο καλά λόγια (σ.σ. για την Ελλάδα). Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται και πάλι, αν και σε χαμηλά επίπεδα. Ακόμη και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο πάλαι ποτέ επαναστάτης, υλοποιεί στο μεταξύ τις οδηγίες των δανειστών με μεγαλύτερη συνέπεια από όλους τους προκατόχους του. Με τον Τσίπρα και τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο ‘σχεδόν όλα έγιναν πιο εύκολα’ λέει επαινετικά ο πρώην επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ. Το ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι τώρα συνεργάσιμη δεν αποτελεί έκπληξη. Διότι σε λίγο καιρό ο Τσίπρας θα μπορέσει να δρέψει τους καρπούς της μακρόχρονης πολιτικής περικοπών. Στα τέλη Αυγούστου αναμένεται επιτέλους η έξοδος από τα προγράμματα προσαρμογής που δρομολογήθηκαν πριν από οκτώ χρόνια περίπου». Παράλληλα στο άρθρο αναφέρεται ότι σύντομα θα ανακύψει και πάλι το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους το οποίο θα φέρει τον έλληνα πρωθυπουργό σε δίλημμα: «Από τη μια πλευρά ζητά εδώ και χρόνια ελάφρυνση του χρέους. Από την άλλη όμως γνωρίζει αυτή συνοδεύεται αναγκαστικά από νέα δημοσιονομικά και μεταρρυθμιστικά μέτρα. Ο Τσίπρας μάλλον θα δυσκολευτεί να το εξηγήσει αυτό στους συμπατριώτες του. Διότι εδώ και μήνες τους λέει ότι τον Αύγουστο η Ελλάδα θα απελευθερωθεί για πάντα από την επιτροπεία των δανειστών». Η εφημερίδα Frankfurter Rundschau γράφει: «Το Eurogroup απελευθερώνει 6,7 δις, που θα δοθούν σε υποδόσεις. Με το τέλος του προγράμματος να πλησιάζει, επιστρέφει στην ατζέντα και το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους – ένα πολιτικά λεπτό ζήτημα». Επιπλέον ο δημοσιογράφος αναφέρεται στις διαστάσεις που λαμβάνει το θέμα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο: «Πολλές χώρες της ευρωζώνης θα δυσκολευτούν πολύ να δικαιολογήσουν στο εσωτερικό τους κι άλλες παραχωρήσεις προς την Ελλάδα».