Δεν απάντησε ευθέως η Κομισιόν για το εάν διαθέτει αναλυτικά στοιχεία σχετικά με τον ακριβή αριθμό ελληνικών ομολόγων και την αξία τους, που έχει στην κατοχή της η ΕΚΤ, όπως προκύπτει από απάντησή της σε ερώτηση της επικεφαλής των ευρωβουλευτών της ΝΔ, κυρίας Μαριέττας Γιαννάκου.

Σύμφωνα με ανακοίνωση, που εξεδόθη από το γραφείο της ευρωβουλευτή, στην απάντησή του, ο αρμόδιος Επίτροπος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις, Όλι Ρεν, αναφέρει ότι η ΕΚΤ δεν δημοσιεύει λεπτομερή κατανομή των ομολόγων που διακρατεί, τα οποία έχει αγοράσει στη δευτερογενή αγορά, ούτε των ενεχύρων που λαμβάνει από τις τράπεζες σε πράξεις αναχρηματοδότησης. Στη συνέχεια της απάντησής του, ο Ευρωπαίος Επίτροπος, παραπέμπει στον ιστότοπο της ΕΚΤ, οπού παρατίθενται γενικές πληροφορίες σχετικά με εκκρεμή οφειλόμενα ποσά, που αντιστοιχούν σε αγορασθείσες από την ΕΚΤ καλυμμένες ομολογίες (στο πλαίσιο των προγραμμάτων αγοράς καλυμμένων ομολογιών) και κρατικά ομόλογα (στο πλαίσιο του προγράμματος για την αγορά κινητών αξιών) σε συγκεντρωτικό όμως επίπεδο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, στην ερώτησή της, η κυρία Γιαννάκου είχε ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να κοινοποιήσει αναλυτικά στοιχεία αναφορικά με τον ακριβή αριθμό ελληνικών ομολόγων, την αξία τους, που έχει στην κατοχή της η ΕΚΤ μέσω των παρεμβάσεών της στη δευτερογενή αγορά ομολόγων, όπως επίσης και τον αριθμό των ελληνικών κρατικών ομολόγων, που διαθέτει στο χαρτοφυλάκιό της υπό τη μορφή collateral εγγυήσεων των ελληνικών τραπεζών.

Με δηλώσεις της η επικεφαλής των ευρωβουλευτών της ΝΔ κα Μαριέττα Γιαννάκου τόνισε τα εξής:

«Η απάντηση της Ευρ. Επιτροπής, δυστυχώς, συντηρεί το θολό τοπίο που έχει διαμορφωθεί σχετικά με τον ακριβή αριθμό ελληνικών ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ, την αξία τους αλλά και την τιμή κτήσης τους στη δευτερογενή αγορά ομολόγων. Αναγνωρίζουμε πλήρως τόσο την ανεξαρτησία της ΕΚΤ, όσο και τη σημαντική της συνεισφορά στις προσπάθειες αντιμετώπισης της δημοσιονομικής κρίσης και στην αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού των χωρών που βρέθηκαν στο στόχαστρο κερδοσκοπικών επιθέσεων, όπως η Ελλάδα. Κοντά όμως στην ανεξαρτησία θα πρέπει να υπάρξει και πλήρης διαφάνεια και συνεργασία. Η σκοπιμότητα της μη δημοσιοποίησης εκτενών στοιχείων των παρεμβάσεων της ΕΚΤ γίνεται αντιληπτή από όλους μας. Στο στάδιο όμως που βρισκόμαστε, η δημοσιοποίηση επίσημων στοιχείων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ρεαλιστική συζήτηση βάσει πραγματικών δεδομένων και όχι απλών εκτιμήσεων για την ενδεχόμενη συμμετοχή της ΕΚΤ στις προσπάθειες ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Το ζήτημα έχει πάψει προ πολλού να είναι αποκλειστικά θεσμικό. Είναι κατεξοχήν πολιτικό και ως έτσι πρέπει να αντιμετωπιστεί από όλους μας».