Την έμφαση που θα πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη με συγκεκριμένους ποσοτικοποιημένους στόχοι και δεσμευτικά χρονοδιαγράμματα για αναπτυξιακές δράσεις στα πακέτα διάσωσης τονίζει ο υφυπουργός οικονομικών Γιάννης Μουρμούρας σε άρθρο του στην εφημερίδα Wall Street Journal.
Ο κ. Μουρμούρας υποστηρίζει ότι στα προγράμματα προσαρμογής της ευρωπεριφέρειας, όπου η έμφαση είναι στη δημοσιονομική σταθεροποίηση και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, θα πρέπει να προστεθεί ένας τρίτος πυλώνας, αυτός της ανάπτυξης.
Κύρια αποσπάσματα του άρθρου
• Καθημερινά γίνεται όλο και πιο εμφανές ότι τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής στις χώρες της Ευρωπεριφέρειας (με ή χωρίς Μνημόνιο) παρουσιάζουν δυσκολίες εφαρμογής, ενώ τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα δεν είναι ενθαρρυντικά.
• Στην Πορτογαλία, παρά τα μέτρα λιτότητας, η κυβέρνηση δεν κατάφερε να επιτύχει τους δημοσιονομικούς στόχους ενώ η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 1,5% κατά το προηγούμενο έτος και αναμένεται να συρρικνωθεί περαιτέρω κατά 3% φέτος. Παρομοίως, στην Ισπανία το έλλειμμα απέκλινε από τον στόχο που είχε τεθεί κατά 2% ενώ αναμένεται μείωση του ΑΕΠ κατά 1,7% φέτος. Στην Ελλάδα η κατάσταση είναι δυσμενέστερη. Η οικονομία συρρικνώθηκε κατά σχεδόν 7% το 2011, το τέταρτο έτος συνεχούς ύφεσης ενώ το δημοσιονομικό έλλειμμα παραμένει κοντά στο 10% του ΑΕΠ.
• Δεν αμφισβητώ την αναγκαιότητα των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και αναγνωρίζω λάθη στην υλοποίηση αυτών. Ωστόσο, η πρωταρχική μου έγνοια είναι ο τρόπος με τον οποίον επιχειρείται αυτή η προσαρμογή. Τα προγράμματα αυτά χαρακτηρίζονται ως μονομερή καθώς από το σχεδιασμό τους απουσιάζουν οι αναπτυξιακές δράσεις.
• Μια συνήθης εσφαλμένη αντίληψη είναι ότι οι αναπτυξιακές δράσεις απαιτούν μεγάλη (κρατική) χρηματοδότηση. Αυτό όμως δεν είναι όμως πάντα αληθές δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά τέτοια μέτρα όπου απαιτείται ελάχιστη (ή και καθόλου) κρατική δαπάνη. Τέτοια μέτρα περιλαμβάνουν τα νέα χρηματοοικονομικά εργαλεία όπως το ευρωπαϊκά επενδυτικά ομόλογα τα οποία έχουν προταθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως ένα μέσο προσέλκυσης και διευκόλυνσης της ιδιωτικής χρηματοδότησης για τα μεγάλα έργα υποδομής. Σε εθνικό επίπεδο, οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα χρήζουν μεγαλύτερης προσοχής, όπως και η αυτοχρηματοδότηση έργων υποδομής μέσω συμβάσεων παραχώρησης.
• Σήμερα, τα προγράμματα διάσωσης υλοποιούνται υπό προϋποθέσεις (το γνωστό «conditionality»). Συγκεκριμένα, τίθενται συγκεκριμένοι δημοσιονομικοί και διαρθρωτικοί στόχοι η επίτευξη των οποίων αξιολογούνται ανά τρίμηνο. Από την αξιολόγηση αυτή εξαρτάται η συνέχιση της χρηματοδότησης που προβλέπεται στη δανειακή σύμβαση.
• Θεωρώ ότι είναι απαραίτητο να προστεθεί στα προγράμματα προσαρμογής, όπου η έμφαση δίνεται στη δημοσιονομική σταθεροποίηση και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ένας τρίτος πυλώνας, αυτός της ανάπτυξης της οικονομίας. Συγκεκριμένα, μαζί με τους στόχους για τα έσοδα και δαπάνες του κράτους καθώς και την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών, θα πρέπει να τίθενται και συγκεκριμένοι ποσοτικοποιημένοι στόχοι και δεσμευτικά χρονοδιαγράμματα ως προς τις αναπτυξιακές δράσεις (πχ. χρηματοδότηση μεγάλων έργων, απορρόφηση κονδυλίων ΕΣΠΑ). Ίσως είναι προτιμότερο ο έλεγχος της υλοποίησης των αναπτυξιακών δράσεων να μην πραγματοποιείται ανά τρίμηνο, αλλά ανά εξάμηνο, λόγω των χρονικών υστερήσεων που διέπουν αυτού του είδους τις πολιτικές.
• Αν και στη Σύνοδο Κορυφής των Ηγετών της ΕΕ του Ιανουαρίου συζητήθηκαν δράσεις για την προώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης στην ευρωζώνη, η συζήτηση αυτή παραμένει ασύνδετη από τη δημοσιονομική προσαρμογή. Ωστόσο, η ανάπτυξη και η δημοσιονομική εξυγίανση είναι ζητήματα άρρηκτα συνδεδεμένα καθώς αποτελούν τις δυο βασικές παραμέτρους για τη διατηρησιμότητα της δυναμικής του χρέους. Συνεπώς, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ταυτόχρονα μέσω μιας ενιαίας προσέγγισης. Εξάλλου, ο Αριστοτέλης μας θυμίζει ότι «το όλον είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του».