«Χέρι-χέρι ο ακροδεξιός λαϊκισμός, ο βαθύς συντηρητισμός και οι δήθεν εκσυγχρονιστικές εμμονές περί αριστείας, βάλλουν εναντίον της πρόβλεψης του νέου προεδρικού διατάγματος για την επιλογή σημαιοφόρου χωρίς αποκλεισμούς», σημειώνει ο Νίκος Φίλης σε δήλωσή του.
Όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο, ο βουλευτής Α’ Αθήνας και τέως υπουργός Παιδείας, σχολιάζει λέγοντας ότι και σε αυτό το ζήτημα συναντιούνται «ρεύματα και τάσεις της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής, που συγκροτούν σε όλα σχεδόν τα πεδία την «ιερή συμμαχία» που μάχεται τα δικαιώματα και τις ανάγκες των πολλών για να εξυπηρετηθούν τα προνόμια των λίγων. Για να γίνει το καθεστώς των ποικίλων διακρίσεων και ανισοτήτων βίωμα και «κανονικότητα» από την τρυφερή ηλικία του δημοτικού».
Υποστηρίζει ότι πρόκειται για θέσεις που θέλουν να εμφυτεύσουν στην Παιδεία μια βαθιά ταξική αντίληψη και μάλιστα με τρόπο εντελώς αντιπαιδαγωγικό, αφού σε πάμπολλες περιπτώσεις, αν λάβουμε υπόψη την βαθμολογική κατανομή, έχουμε το φαινόμενο να αποκλείονται από την κλήρωση για τη σημαία, χιλιάδες παιδιά με άριστα, που δεν έχουν όμως 10 σε όλα τα μαθήματα, και έτσι να βιώνουν ένα είδος αρνητικής διάκρισης που μπορεί να αποβεί καθοριστικό για την υπόλοιπη ζωή τους». Προσθέτει ακόμη, ότι «το αντιπαιδαγωγικό κλίμα ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την πίεση που δέχονται οι εκπαιδευτικοί από τους γονείς για καλύτερη βαθμολογία των μαθητών-υποψήφιων σημαιοφόρων και παραστατών, γεγονός που ξεγυμνώνει την ψευδή αντίληψη περί αριστείας και αξιοκρατίας».
Ο Νίκος Φίλης σχολιάζει πως «θα περίμενε κανείς ότι το βασικό αντικείμενο κριτικής θα ήταν αυτός καθαυτός ο μεταξικής εμπνεύσεως θεσμός των παρελάσεων, που η κυβέρνηση καλώς ή κακώς έκρινε ότι δεν είναι ώριμες οι συνθήκες να καταργηθεί». Για να τονίσει ότι «μία τέτοια αντίθεση θα ήταν κατανοητή και εντός μιας συζήτησης που πρέπει να διεξάγουμε για την μεταρρύθμιση των θεσμών και της σχολικής ζωής, προς μια δημοκρατική και σύγχρονη κατεύθυνση».
Όμως, σημειώνει, «οι ακροδεξιές κραυγές και οι ιδεοληψίες με δήθεν ευρωπαϊκό πρόσημο που αναπαράγουν αρχαϊσμούς και καθυστερημένες αντιλήψεις, αναιρούν και εμποδίζουν μια τέτοια προοπτική» και «βρίσκονται στον αντίποδα των σύγχρονων παιδαγωγικών αντιλήψεων και ως τέτοιες απορρίπτονται από τη μεγάλη πλειοψηφία της εκπαιδευτικής κοινότητας».