«Το πρώτο μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση και τον πρόεδρο της Τουρκίας είναι να αμβλύνει τις βαθιές αντιθέσεις στην κοινωνία», όπως αυτές αποτυπώθηκαν μέσα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, τονίζει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλιου, Δημήτρης Παπαδημούλης, σε άρθρο του, που φιλοξενεί η τουρκική εφημερίδα«Hürriyet». Σημειώνει πως η τουρκική πολιτική ηγεσία οφείλει να δώσει τέλος «στην εμπρηστική ρητορική προς το εσωτερικό και τις δικαστικές διώξεις του κόμματος HDP, προσπαθώντας επίσης να ενισχύσει την πολυφωνία και την πλήρη ανεξαρτησία του Τύπου, της δικαιοσύνης και της πανεπιστημιακής κοινότητας».
Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο Δημήτρης Παπαδημούλης εκτιμά πως «η ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας (…) αποτελούν το δεύτερο σημαντικό στοίχημα της τουρκικής κυβέρνησης και του Προέδρου Ερντογάν», καλώντας την τουρκική κυβέρνηση να σταματήσει τις προκλήσεις στο Αιγαίο, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Για τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, υπογραμμίζει ότι η έντονη κριτική που έχει ασκηθεί από την ΕΕ προς την Τουρκία όλο το προηγούμενο διάστημα «δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί αρνητικά από τις τουρκικές Αρχές», αλλά να λειτουργήσει εποικοδομητικά στην κατεύθυνση της βελτίωσης των πολιτικών στο εσωτερικό και στην ενδυνάμωση των διμερών πολιτικών, εμπορικών και οικονομικών σχέσεων.
Ακολουθεί ολόκληρο το άρθρο του Δημήτρη Παπαδημούλη
«Ενότητα και δημοκρατική ανάπτυξη οι προτεραιότητες για την Τουρκία
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για την συνταγματική αναθεώρηση στην Τουρκία αναδεικνύει μια βαθιά διχασμένη κοινωνία.
Σε όλες τις μεγάλες πόλεις, στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στην Αττάλεια, στα Άδανα, αλλά και στην πρωτεύουσα Άγκυρα και στα δυτικά παράλια της χώρας το «Όχι» επικράτησε, ενώ στην πλειοψηφία των περιοχών της Ανατολίας, όπου το κυβερνόν ΑΚΡ έλκει μεγάλο μέρος της εκλογικής του επιρροής, το ποσοστό υπέρ του «Ναι» ήταν συντριπτικά ισχυρότερο. Με το στρατόπεδο του«Όχι» συντάχθηκαν επίσης οι κουρδικές περιοχές, ακολουθώντας τη «γραμμή» του HDP.
Η πόλωση της τουρκικής κοινωνίας αναπτύσσεται μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων, ανάμεσα στα αστικά κέντρα και στις αγροτικές περιοχές, με βάση επίσης το εκπαιδευτικό υπόβαθρο και το εισόδημα. Το πρώτο μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση και τον πρόεδρο είναι να αμβλύνει αυτές τις βαθιές αντιθέσεις, κάτι το οποίο έσπευσε να δηλώσει ο πρωθυπουργός Γιλντιρίμ, αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση οφείλει να προωθήσει πολιτικές ενότητας και κοινωνικής σύγκλισης, δίνοντας τέλος στην εμπρηστική ρητορική προς το εσωτερικό και τις δικαστικές διώξεις του κόμματος HDP, προσπαθώντας επίσης να ενισχύσει την πολυφωνία και την πλήρη ανεξαρτησία του Τύπου, της δικαιοσύνης και της πανεπιστημιακής κοινότητας.
Επίσης, οι επιθετικές δηλώσεις προς κράτη-μέλη της ΕΕ και η «αναστάτωση» που καλλιεργείται στο Αιγαίο δεν συνάδουν προς την «νέα εποχή» στην οποία η τουρκική ηγεσία θέλει να φέρει τη χώρα. Κατά συνέπεια, η ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας και αντίστοιχα το άνοιγμα του διαλόγου μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας αποτελούν το δεύτερο σημαντικό στοίχημα της τουρκικής κυβέρνησης και του Προέδρου Ερντογάν.
H έντονη κριτική που έχει ασκηθεί από την ΕΕ, το Συμβούλιο της Ευρώπης, τον Οργανισμό Ανάπτυξης και Συνεργασίας όλο το προηγούμενο διάστημα για τις πολιτικές επιλογές της τουρκικής κυβέρνησης και την ποιότητα της δημοκρατίας και των θεσμών στη χώρα δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί αρνητικά από τις τουρκικές αρχές, εντείνοντας ένα ήδη βεβαρημένο κλίμα, αλλά να λειτουργήσει εποικοδομητικά.
ΕΕ και Τουρκία έχουν αμοιβαίο συμφέρον να προχωρήσει αποτελεσματικά η συμφωνία για το προσφυγικό, να βελτιωθούν πολιτικές πρακτικές στο εσωτερικό, να διατηρηθούν και να ενισχυθούν οι εμπορικές και οικονομικές σχέσεις, να βελτιωθούν οι μακροοικονομικοί δείκτες της οικονομίας και να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά οι προκλήσεις, που γεννούν η παγκόσμια οικονομική και η γεωπολιτική αστάθεια.
Στην εποχή μετά το δημοψήφισμα, η χώρα έχει την ευκαιρία να κάνει μια μεγάλη «στροφή», ενδυναμώνοντας το δημοκρατικό προφίλ του πολιτεύματος, την εσωτερική ενότητα της κοινωνίας και των σχέσεων με την ΕΕ. Η Τουρκία μπορεί να αποτελέσει παράγοντα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή, απομακρυνόμενη από πολιτικές που ενισχύουν την αστάθεια και αυξάνουν τον κίνδυνο σύγκρουσης.
Πολύ σημαντική προς αυτή την κατεύθυνση είναι και η συμβολή της χώρας στην οριστική επίλυση του Κυπριακού, κάτι που θα ωφελήσει συνολικά την νοτιοανατολική λεκάνη της Μεσογείου, σε επίπεδο οικονομικό, εμπορικό και επενδυτικό, θα αυξήσει τις συνέργειες και θα πολλαπλασιάσει τις προοπτικές ανάπτυξης, ειρηνικής συνύπαρξης και πολιτικής σταθερότητας».