Αυστηρές κόκκινες γραμμές για τη φύση και το χαρακτήρα του δημοψηφίσματος θέτει το ίδιο το Σύνταγμα. Έτσι, η συνταγματική νομιμοποίηση του προαναγγελθέντος δημοψηφίσματος εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο που θα είναι διατυπωμένο το ερώτημα.
Νομικοί και δικαστικοί κύκλοι επικαλούμενοι το Σύνταγμα, εκφράζουν την άποψη ότι αν το ερώτημα που θα τεθεί αφορά αμιγώς σε ζητήματα δημοσιονομικής πολιτικής, τότε τίθεται εν αμφιβόλω η συνταγματικότητά του.
Συγκεκριμένα επικαλούνται το άρθρο 44 παράγραφος 2 του Συντάγματος που ορίζει κατά λέξη ότι: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκηρύσσει με διάταγμα δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα, ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, που λαμβάνεται με πρόταση του υπουργικού Συμβουλίου.
Δημοψήφισμα προκηρύσσεται από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας με διάταγμα και για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά, εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα 3/5 της Βουλής του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση των 2/5 του συνόλου και όπως ορίζουν ο Κανονισμός της Βουλής και ο νόμος».