«Ο στόχος της κυβέρνησης εξαρχής ήταν, και εξακολουθεί να είναι, ένας: Αποκατάσταση της τάξης και της νομιμότητας στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο». Αυτό τόνισε η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη σε συνέντευξή της στον ραδιοφωνικό σταθμό “ΒΗΜΑ FM”, σημειώνοντας, ότι ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες, «έρχεται για να υλοποιήσει ακριβώς αυτή τη θέση της κυβέρνησης». Αποκρούοντας τις αιτιάσεις τις αντιπολίτευσης περί διαβλητής διαδικασίας, η κ. Γεροβασίλη υπογράμμισε, ότι είναι «ένας νόμιμος διαγωνισμός που εξασφαλίζει την αντικειμενικότητα προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος, να παραχωρηθεί νομίμως ένα δημόσιο αγαθό και οι σταθμοί να έχουν νόμιμες άδειες. Και βεβαίως αυστηρούς όρους λειτουργίας, συμβατούς με τη νομιμότητα και τους κανόνες της χώρας».
Άσκησε κριτική στη ΝΔ, καλώντας την να αλλάξει τη στάση της, την οποία χαρακτήρισε αντιφατική, θέτοντας και το ερώτημα εάν σκοπεύει να επιστρέψει λεφτά σε όσους πληρώσουν για τις άδειες. «Η ΝΔ θα πρέπει να κάνει και κριτική για το παρελθόν, να μας απαντήσει δηλαδή αν αναγνωρίζει και αν αποδέχεται εκείνη την ανομία και σήμερα την καλώ να αλλάξει θέση», σημείωσε.
Ειδικότερα, είπε, ότι η ΝΔ προλαβαίνει να αλλάξει τη στάση της, να αναγνωρίσει τον διαγωνισμό, να αναγνωρίσει «ότι είναι απαράδεκτο το καθεστώς που επικράτησε 27 χρόνια και να προχωρήσουμε στην αλλαγή του τοπίου με νόμιμους όρους». Σχολίασε, ότι η ΝΔ οφείλει απαντήσεις στον ελληνικό λαό ως προς το τι σημαίνει η θέση της, πως δεν αναγνωρίζει τον διαγωνισμό. «Αν αύριο, ας πούμε, έρθει η ΝΔ και ακυρώσει τον διαγωνισμό, σε αυτούς που έχουν πληρώσει και έχουν πάρει τις άδειες θα τους δώσει τα χρήματα πίσω; Τι ακριβώς θα συμβεί; Και που θα βρει τα χρήματα; Να το πει στον ελληνικό λαό αυτό».
Σχετικά με τη δήλωση του κ. Κουμουτσάκου, ότι η ΝΔ δεν αναγνωρίζει τον διαγωνισμό και ότι δεν μπορεί να πάρει τις άδειες πίσω, αλλά θα ανοίξει τον ανταγωνισμό, η κ. Γεροβασίλη σχολίασε ότι αυτό είναι ήδη αντιφατικό και ότι είναι μια διαβλητή θέση, επισημαίνοντας: «Δηλαδή, κάποιος – ας πούμε – έχει πληρώσει ένα «Χ» ποσό. Και βάλει η ΝΔ, ας πούμε, ένα σταθερό ποσό για όλους. Θα είναι μεγαλύτερο αυτό το ποσό από το «Χ»; Αν είναι μικρότερο θα του επιστρέψει τα χρήματα; Και από πού θα τα πάρει αυτά τα χρήματα για να τα επιστρέψει;». Πρόκειται, τόνισε, για «μια πλήρως διαβλητή θέση» καλώντας εκ νέου τη ΝΔ να προσχωρήσει στη νομιμότητα που έχει ανάγκη ο τόπος.
Είπε ακόμη, ότι με τη στάση της η ΝΔ όλο αυτό το διάστημα, «δείχνει πως προσπαθεί να τορπιλίσει αυτό τον διαγωνισμό, λέγοντας και διαδίδοντας ακόμα και ψευδείς πληροφορίες» και υπογράμμισε ότι «θα πρέπει να μην συγκαλύπτει το προηγούμενο καθεστώς ανομίας, αυθαιρεσίας θα το έλεγα, ή στα όρια της νομιμότητας για κάποια σημεία, αλλά σε κάθε περίπτωση ένα αυθαίρετο τηλεοπτικό τοπίο». Σε ερωτήσεις αναφορικά με το διαδικαστικό ζήτημα μετά την ολοκλήρωση της αδειοδότησης, είπε, ότι ο πάροχος, που αυτή τη στιγμή είναι η DIGEA, «μετά από έναν σκανδαλώδη διαγωνισμό», είναι η αρμόδια (και όχι η κυβέρνηση ούτε το ΕΣΡ) για να μεταφέρει την εικόνα από αδειοδοτημένα κανάλια.
Τόνισε ότι η DIGEA θα πρέπει να μεταφέρει εικόνα από αδειοδοτημένα κανάλια, ενώ στο ερώτημα αν τα κανάλια που θα χάσουν στον διαγωνισμό, θα μπορούν να «ανέβουν» σε μια πλατφόρμα άλλου τύπου, απάντησε πως «εδώ μιλάμε για τους αδειοδοτημένους με αυτούς τους τρόπους σταθμούς και οι οποίοι μεταφέρουν το σήμα τους μέσω του παρόχου που είναι η DIGEA. Όλα τα υπόλοιπα είναι μία άλλη ιστορία». «Η DIGEA οφείλει να προσαρμοστεί στη νομιμότητα παρόλο που η DIGEA μέσα από ένα – όπως σας είπα – σκανδαλώδη διαγωνισμό, είναι ο συνασπισμός των ίδιων καναλαρχών οι οποίοι θα κληθούν να κατεβάσουν το σήμα στους εαυτούς τους. Έτσι είναι η πραγματικότητα», είπε. Επισήμανε ότι δεν έχει αλλάξει τίποτε στο τοπίο των περιφερειακών καναλιών, ότι αυτό είναι κάτι που θα συζητηθεί και θα ανοίξει ως θέμα αργότερα και πως αυτή τη στιγμή μιλάμε μόνο για τα πανελλήνιας εμβέλειας κανάλια και για τον διαγωνισμό.
Τόνισε επίσης ότι «άλλα πανελλήνιας εμβέλειας, πέραν των τεσσάρων αδειών, δεν θα υπάρξουν». «Είναι σαφές αυτό. Αντιλαμβάνεστε ότι θα προκαλούσαμε ένα κακό προηγούμενο αν παρεμβαίναμε σε έναν υγιή ανταγωνισμό», συμπλήρωσε.
Σχετικά με τον ΕΝΦΙΑ τόνισε, ότι δεν ήρθε η φοροκαταιγίδα που προαναγγελόταν όλο αυτό το διάστημα από τα ΜΜΕ και ότι «έχουμε σήμερα ένα αποτέλεσμα διαφορετικό από εκείνο που προαναγγελλόταν όλο αυτό το διάστημα από τα ΜΜΕ: Το 92% των φορολογουμένων θα πληρώσουν λιγότερο, το ίδιο, καθόλου ή αυξημένο έως 10 ευρώ φόρο». Επισήμανε, ότι η κυβέρνηση από παλιά τον θεωρούσε άδικο και υπερβολικό φόρο και πως στην πορεία παρέμεινε ως προϋπόθεση της συμφωνίας του περσινού καλοκαιριού, ενώ ψηφίστηκε και από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. «Μέσα σε αυτό το τοπίο», είπε, «το ανακατανείμαμε και βεβαίως μειώσαμε και τις αντικειμενικές αξίες, ούτως ώστε ο νόμος να είναι πιο δίκαιος και πιο αναλογικός με βάση σε ποιον πέφτει το μεγαλύτερο βάρος», τονίζοντας ότι αυτό δείχνει και τη σταθερή προσπάθεια της κυβέρνησης να ανακουφίσει τους οικονομικά αδύναμους.
Ερωτηθείσα εάν θα τον αλλάξει η κυβέρνηση και αν επίκεινται ανακοινώσεις στη Θεσσαλονίκη, είπε ότι «είναι παλιά μας θέση, δεν είναι καινούργια θέση, ότι εμείς θα διαμορφώσουμε έναν φόρο ακίνητης περιουσίας, ο οποίος θα είναι δίκαιος και αντικειμενικός με βάση αυτά τα οποία, εκτιμώ, ότι θα πρέπει να πληρώνει ο καθένας μας». Στο ερώτημα αν θα έχουμε ΕΝΦΙΑ ή όχι το 2017, η κ. Γεροβασίλη είπε, ότι «αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να σας απαντήσω πότε και με ποιον τρόπο θα ανταποκριθεί αυτός ο φόρος».
Τέλος, αναφορικά με τη χθεσινή συνάντηση Τσακαλώτου – Σταθάκη με τον Π. Μοσκοβισί και την υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ, η κ. Γεροβασίλη επισήμανε ότι «κανένα θέμα δεν μπήκε όπως προαναγγελλόταν και όπως κάθε φορά γίνεται από “μάντεις” του κακού». «Δεν έγινε καμία συζήτηση όσον αφορά την ΕΛΣΤΑΤ. Η ελληνική κυβέρνηση και ο υπουργός Οικονομικών έδωσαν την απάντηση στη συγκεκριμένη επιστολή και νομίζω ότι το θέμα έχει καλυφθεί», τόνισε. Για το εάν έχει κλείσει για την κυβέρνηση αυτό το θέμα, είπε, ότι δεν υπήρχε για την κυβέρνηση αυτό το θέμα, ότι δεν άνοιξε για να κλείσει και πως ήταν μία απάντηση σε ερωτήματα που έθεσε στην επιστολή της η Κομισιόν.