Επί σχεδόν δύο ώρες κατέθετε στην Επιτροπή Θεσμών η εισαγγελέας Εφετών Γεωργία Τσατάνη, σχετικά με τις καταγγελίες της κατά του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, για παρεμβάσεις του, στο έργο της, ενώ η ακρόαση της συμφωνήθηκε να συνεχιστεί την ερχόμενη Τετάρτη.
Η κ. Τσατάνη διευκρίνισε καταρχήν ότι δεν αμφισβητεί «την εντιμότητα του κ. Παπαγγελόπουλου, αλλά την σοβαρότητα του», σημειώνοντας ότι «δεν μπόρεσε να συμφιλιωθεί με την αλήθεια και να απαντήσει σε κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με το περιεχόμενο της συνομιλίας που είχαν τόσο στο υπουργείο Δικαιοσύνης όσο και τηλεφωνικά».
Τον κατηγόρησε ταυτόχρονα ότι προσπαθεί να αποδυναμώσει το περιεχόμενο της αναφοράς της για την υπόθεση του επιχειρηματία Ανδρέα Βγενόπουλου, την οποία χειρίστηκε.
Η κ. Τσατάνη έκανε λόγο για λάσπη που δέχεται, υποστήριξε ότι βρίσκεται «σε ομηρία μιας προκαταρκτικής έρευνας και πιθανότατα από χθες και πειθαρχικής δίωξης» και τόνισε ότι είναι καθαρή, για αυτό και είναι πάντα όρθια.
«Όλη αυτή η προσπάθεια παρεκτροπής και αποδυνάμωσης της αναφοράς μου με οδήγησε να είμαι αγανακτισμένη, όχι όμως φοβισμένη. Δεν έχω καμία σχέση με το σκοτεινό πρόσωπο της διαπλοκής και με μαφιόζικα χτυπήματα. Υπηρετώ 35 χρόνια τη Δικαιοσύνη, και με απόλυτη ευλάβεια έχω χειριστεί χιλιάδες υποθέσεις. Κανένας νόμιμος τρόπος για να αναγκαστώ να παραδώσω τη δικογραφία και να εξαιρεθώ από την υπόθεση δεν υπήρχε», υποστήριξε η κ. Τσατάνη.
Όπως ανέφερε, η ίδια ήθελε τη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στις 16/11/2015 στο γραφείο του κ. Παπαγγελόπουλου, καθώς είχαν υποπέσει στην αντίληψη της η δυσαρέσκεια του προς την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κοτζαμάνη, σχετικά «με μη σωστό χειρισμό της υπόθεσης από την ίδια», αλλά και να του ζητήσει να βοηθήσει να σταματήσουν οι στοχοποιήσεις που είχαν ξεκινήσει σε βάρος της.
«Εννοείται ότι δεν πήγα να ζητήσω τη νομική του συμβουλή. Υπάρχουν άλλοι προϊστάμενοι μου για να το ζητήσω. Το αρνούμαι. Απλά επειδή είχα στοχοποιηθεί, και θιγόταν όχι μόνο το πρόσωπο μου, αλλά πρωτίστως ο θεσμός του εισαγγελικού λειτουργού, και επειδή δεν μπορούσα να απαντήσω σε ιστοσελίδες, παραβαίνοντας την αρχή της μυστικότητας, θεώρησα ότι ο κ. Παπαγγελόπουλος θα μπορούσε να σταματήσει τις στοχοποιήσεις. Όφειλε να διαφυλάξει και το κύρος της Δικαιοσύνης και των λειτουργών της», τόνισε και προσέθεσε:
«Πίστευα, αξιολογώντας και ότι παλαιότερα ο κ. Παπαγγελόπουλος ήταν εισαγγελικός λειτουργός, ότι ενδεχομένως να είχε σφαλερή παραπληροφόρηση. Όμως ο κ. υπουργός ήταν απόλυτος ότι είχα παρανόμως την δικογραφία».
«Δεν πήγα για να κλάψω στον ώμο του ούτε να ζητήσω βοήθεια», είπε η κ. Τσατάνη, προσθέτοντας ότι είχε προηγηθεί στις 10/7/2015, το περιστατικό με την παρουσία του στην έναρξη της συντονιστικής, για να παρακολουθήσει τη συζήτηση για τον συντονισμό της προκαταρκτικής εξέτασης που ήταν σε εξέλιξη.
Σύμφωνα με την κ. Τσατάνη, του ζήτησε να αποχωρήσει γιατί «απαραδέκτως, αναρμοδίως και παρανόμως» έχει εισέλθει στη συντονιστική συνάντηση, ωστόσο, όπως είπε, ο κ. Παπαγγελόπουλος απάντησε ότι πρόκειται για σοβαρή υπόθεση και πρέπει να ενημερωθεί.
«Μετά το περιστατικό αυτό στις 10/7/2015 ήταν ποτέ δυνατό να πάω κλαίγοντας εν μέσω συναισθηματικών εξάρσεων να ζητήσω τη βοήθεια του; Τότε δεν υπήρχε κανένα πειθαρχικό, αυτό ήρθε αργότερα γιατί υπήρχε δυσαρέσκεια για το έργο μου. Μετά τις 10/7 έχουν ανοίξει οι ασκοί του Αιόλου σε βάρος μου», υποστήριξε. Και προσέθεσε:
«Μετά τη συνάντηση μας στις 16/11 στο υπουργείο, ενδεχομένως να θεώρησε ότι θα θορυβηθεί η Τσατάνη και θα φοβηθεί. Γι αυτό επανήλθε. Για να διακριβώσει γιατί δεν παρέδωσα τη δικογραφία που παρανόμως μου αφαιρέθηκε. Είδε ότι δεν ενέδωσα, και επανήλθε για να ολοκληρώσει άμεσα την επιστροφή της δικογραφίας στο τμήμα Διαφθοράς. Ακολούθησε ένας άγριος πόλεμος. Σαν να βρισκόμουν σε ζούγκλα. Το ενδιαφέρον του ήταν γιατί δεν επέστρεψα τη δικογραφία. Δεν είμαι φοβισμένη. Παρά τον πόλεμο, είμαι όρθια γιατί εκπροσωπώ έναν ιερό θεσμό. Είμαι καθαρή για αυτό είμαι πάντα όρθια».
Η κ. Τσατάνη επανήλθε στη συνάντηση που είχε με τον κ. Παπαγγελόπουλο λέγοντας:
«Ο κ. υπουργός προσπάθησε να παρεκτρέψει την συνάντηση μας λέγοντας ότι πήγα να κλάψω στον ώμο του για να βοηθήσει την κόρη μου. Δεν συνηθίζω να κλαίω σε ώμους.
Με το σκοτεινό πρόσωπο της διαπλοκής δεν έχω καμία σχέση. Δεν έχει βρεθεί κανείς να προσδώσει στο πρόσωπο μου κάποιο τζόγο. Δεν έχω δώσει δικαίωμα έστω και κατ’ ελάχιστο ότι είμαι χρωματισμένη ή έχω σχέση με υποθέσεις που διερευνώνται.
Αιωρείται το ερώτημα γιατί στις 15/11/15 επικοινώνησα με τον κ. υπουργό και ζήτησα συνάντηση. Η απάντηση μου είναι ότι είχε υποπέσει στην αντίληψη μου από τις 15/9/2015, από αξιόπιστα άτομα και άλλες πηγές, ότι ο κ. υπουργός δυσανασχετεί κατ’ επανάληψη σχετικά με τη νόμιμη ανάθεση σε μένα της προκαταρκτικής έρευνας και τον χειρισμό μου επί θεμάτων ουσίας για τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Είναι Κυριακή, έχω μπροστά μου όγκο στοιχείων και λέω αυτό πρέπει να σταματήσει. Να ζητήσω εξηγήσεις. Ήθελα να επιδιώξω να του δώσω πληροφορίες για την εσφαλμένη παραπλάνηση, για αυτό προέβη στην επικοινωνία.
Να υπενθυμίσω στον κ. υπουργό ότι στις 4/11/2015 είχε επισκεφθεί την κ. Θάνου και στη συνέχεια την κ. Κοτζαμάνη, από την οποία ζητά εξηγήσεις, συζητά πιθανές παρανομίες, λέγοντας της γιατί δεν της ασκείται πειθαρχική δίωξη και γιατί κρατάει τις υποθέσεις».
«Δυστυχώς μετά από 36 χρόνια προϋπηρεσίας, με τον σταυρό στο χέρι, στην κυριολεξία, εξυφαίνεται σε βάρος μου ένας ιστός ύποπτος, όμοιος σαν αράχνη. Ευθαρσώς το λέω και επιβεβαιώνεται στη συνέχεια και από τις χθεσινές έντυπες πληροφορίες για πειθαρχική μου δίωξη από την πρόεδρο του Αρείου Πάγου κ. Θάνου», τόνισε η εισαγγελέας εφετών και προσέθεσε:
«Δυσανασχετούν και δεν τους είναι αρεστή η δικαιοδοτική μου ανεξαρτησία. Εγώ υπηρετώ τον όρκο και τη συνείδηση μου. Έχω σωπάσει επί ένα 10μηνο. Έχω επισημάνει εγγράφως ότι η πράξη αρχειοθέτησης της υπόθεσης είναι αποτέλεσμα βασανισμού, έρευνας και κρίσεως στο σύνολο των στοιχείων που είχα μέχρι να βάλω την υπογραφή μου. Με βασάνισε και από νομικής και από ουσιαστικής πλευράς η υπόθεση, γιατί πέρα από το προσωπικό μου κύρος θίγεται και το κύρος του εισαγγελικού λειτουργού.
Η πράξη αρχειοθέτησης δεν είναι δεδικασμένη πράξη. Αν εμφανιστούν νέα γεγονότα ο εισαγγελέας ανασύρει την υπόθεση από το αρχείο».
Η κ. Τσατάνη, ανέφερε ακόμα ότι «δύο περιστατικά παρεμβάσεων του στη Δικαιοσύνη που ο κ. υπουργός τα χαρακτηρίζει ως “πταισματάκια”, δεν είναι “πταισματάκια”, αλλά πρόκειται για ποινικό αδίκημα κακουργηματικού χαρακτήρα, για ηθική αυτουργία σε απόπειρα κατάχρησης εξουσίας».
Ακόμα, η κ. Τσατάνη υποστήριξε ότι με δική της παραγγελία και με έγγραφο από τις 2/4/2015, ζήτησε από τις κυπριακές αρχές να στείλουν στοιχεία.
«Ζήτησα, από τις δικαστικές αρχές Κύπρου, οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο για τις ερευνώμενες πράξεις…. Γνωρίζουν από το έγγραφο της δικαστικής συνδρομής που έστειλα ποιες πράξεις ερευνώ…. Στις 27/10/2015 και επειδή οι κΚύπριοι εκπρόσωποι έχουν καθυστερήσει να μου στείλουν έγγραφα στοιχεία, τους είπα, δεν μπορεί να χρονοβορεί η έρευνα, να μου αποστείλετε όποια στοιχεία έχετε, διότι εγώ ερευνώ αυτή την πράξη. Το αίτημα έχει ικανοποιηθεί προσηκόντως, μου απάντησαν Κύπριοι. Έχω ολοκληρώσει 2.600 έγραφα, τα έχω μασήσει και καταλήγω στη δικαιοδοτική μου κρίση αυτής της υπόθεσης», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, η κ. Τσατάνη υποστήριξε ότι δεν έπρεπε να εκχωρήσει στις κυπριακές δικαστικές αρχές την υπόθεση, υποστηρίζοντας ότι η ίδια ήταν αρμόδια, γιατί η Ελλάδα δεν έχει προβεί σε κύρωση της συνθήκης του Στρασβούργου για εκχώρηση ποινικών υποθέσεων.
«Αν το έκανα, τότε θα είχα παραπέσει σε παραβίαση καθήκοντος. Δεν μου επιτρεπόταν. Αν την εκχωρούσα δεν θα ήμουν σύννομος», συμπλήρωσε.
Επεισόδιο μεταξύ Χριστοδουλοπούλου και Βενιζέλου
Ένταση προκλήθηκε στην Επιτροπή, όταν η κ. Τσατάνη άφησε αιχμές ότι κάποιοι προσπαθούν να βρουν στοιχεία μέσα από τον σκληρό δίσκο του υπολογιστή της, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «πληροφορώ τους κυρίους ότι όλα είναι καταγεγραμμένα σε μπλοκ».
«Κάνατε μια κατηγορία και πρέπει, οφείλετε να πείτε ποιοι είναι αυτοί», την κάλεσε η πρόεδρος της Επιτροπής Τασία Χριστοδουλοπούλου.
Η κ. Τσατάνη αρνήθηκε, και όταν ο εκπρόσωπος της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Ευάγγελος Βενιζέλος την υποστήριξε, σημειώνοντας ότι είναι δικαίωμα της να μην θέλει να αναφέρει ονόματα, η κ. Χριστοδουλοπούλου του είπε χαρακτηριστικά:
«Αφήστε να ασκήσετε τα υπερασπιστικά σας καθήκοντα άλλη στιγμή…».
«Να μιλάτε σε άλλο ύφος…», αντέδρασε ο κ. Βενιζέλος.
«Δεν θα λέει υπαινιγμούς χωρίς να απαντά συγκεκριμένα. Δεν είναι σωστό να απαντά ο κ. Βενιζέλος για λογαριασμό σας…», επέμεινε η πρόεδρος της Εξεταστικής.
«Δεν ντρέπεστε! Ασκείτε πλημμελώς τα καθήκοντα σας…», συνέχισε ο κ. Βενιζέλος.
«Δεν θέλω τέτοιο ύφος…», αντέτεινε η κ. Χριστοδουλοπούλου.
«Άντε από δω πέρα…» ακούστηκε να λέει ο κ. Βενιζέλος.