Σκληρή γλώσσα κατά της κυβέρνησης χρησιμοποιεί ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης, σε άρθρο του που δημοσιεύεται στην Καθημερινή της Κυριακής.
Μεταξύ άλλων, κάνει λόγο για πολιτικάντηδες που έχουν και θράσος, καθώς και για αντισυστημικό εθνικολαϊκισμό.
Ακολουθεί ολόκληρο το άρθρο
Έχει θράσος αυτή η κυβέρνηση. Και αυτή είναι η διαφορά της με άλλες κακές κυβερνήσεις. Γιατί δεν είναι η πρώτη φορά που τα ηνία κρατούν ανίκανοι πολιτικάντηδες, είναι όμως η πρώτη φορά που αυτό γίνεται «στο όνομα της αξιοπρέπειας – της δημοκρατίας – της ελευθερίας – της ισότητας – της δικαιοσύνης – του σοσιαλισμού και της ειρήνης», για να χρησιμοποιήσω ορισμένους από τους προσφιλείς όρους του κ. Τσίπρα.
«Και άλλοι τα κάνανε, αλλά ντρεπόντουσαν, αυτοί υπερηφανεύονται και κομπορρημονούν», μου είπε ένας αμπελουργός στα ορεινά της Σάμου. Λίγες ώρες πριν, στην παραλία, στο συνέδριο για τη μετανάστευση που έκαναν οι δήμαρχοι όλης της χώρας, ένας υπουργός της κυβέρνησης βρήκε την ευκαιρία (!) να μου συστήσει να πάψω να τους συκοφαντώ. Να πάψω να λέω, δηλαδή, ότι στον ΣΥΡΙΖA έχουν βρει καταφύγιο «τα ορφανά του Άκη». Και, τέλος πάντων, να «μη γενικεύουμε».
Αυτό εννοώ θράσος! Ο εκπρόσωπος ενός εθνικολαϊκίστικου μπουλουκιού που πέντε χρόνια κραύγαζε για προδότες – δωσίλογους – γερμανοτσολιάδες – χούντες και δυνάμεις κατοχής, να κάνει συστάσεις πολιτικού σαβουάρ βιβρ στο Ποτάμι. Και αφού πρώτα -προσέξτε!- 15 μήνες τώρα έκαναν τσάτρα πάτρα και με τον χειρότερο τρόπο όλα αυτά που κατηγορούσαν τους προδότες ότι ετοίμαζαν να πράξουν. Είναι σαν μια πόρνη να κάνει συστάσεις ηθικής σε ένα κοριτσάκι που φόρεσε μίνι.
Η επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ βασίστηκε σε μια παλιά επικοινωνιακή συμβουλή. «Τάζουμε τα πάντα – λοιδορούμε τους πάντες». Το πρώτο αφορά τον «λαό», το δεύτερο τους «αντιπάλους». Είναι η πρώτη συμβουλή που σου δίνουν όταν μπαίνεις στην πολιτική. Δεν θέλει και πολύ μυαλό, αλλά θέλει κρύα καρδιά.
Επειδή όμως, όπως είπαμε, πολλά έχουν ξαναγίνει στα έπη του «παλαιοκομματισμού», έπρεπε να κατασκευαστεί μια νέα ταμπέλα. Και αυτή δεν ήταν άλλη από την «αντισυστημικότητα».
Σε αυτόν τον αντισυστημικό εθνικολαϊκισμό των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ χώρεσαν οι πάντες. Και κυρίως οι παραμελημένοι του «συστήματος» – υπάρχουν και είναι πολλοί – μαζί με τα ποντίκια του «συστήματος» που αντιλήφθηκαν ότι το «σύστημα» έμπαζε και αναζητούσαν «νέο».
Έτσι, το «βαθύ σύστημα» αναγεννήθηκε μέσα από τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Ηττημένες για άλλη μία φορά οι λίγες μεταρρυθμιστικές φωνές της χώρας. Οι πραγματικές αντισυστημικές δυνάμεις.
Κράτος – παιδεία – οικονομία έχουν ανάγκη από μεγάλες αλλαγές, που δεν θα σεβαστούν τις «παλιές ισορροπίες» και δεν θα ψαλιδιστούν με παζάρια με τους ευνοημένους των κομματικών συστημάτων.
Αξιολόγηση στο Δημόσιο, εξάλειψη του κομματικού κράτους, ελεύθερη επιχειρηματικότητα, ανταγωνιστική οικονομία, μείωση των φόρων, περιφερειακή και αειφόρος ανάπτυξη, τραπεζικό και μιντιακό σύστημα μακριά από πολιτικές επιρροές, διαφάνεια, ανεξάρτητες αρχές, λογοδοσία, ανοιχτά πανεπιστήμια, νεωτερικότητα είναι σήμερα τα αληθινά αντισυστημικά αιτήματα.
Μία μεταρρυθμιστική επανάσταση που πρέπει να χρησιμοποιήσει το μάνιουαλ των κοινωνιών που απελευθερώθηκαν από τους εφιάλτες τους.
Αντισυστημικότητα που δεν έχει δράκους αλλά έχει λύσεις.
Τα βουνά δεν μετακινούνται με τα λόγια αλλά κοπιάζοντας και με σχέδιο.
Συμμαχίες και συναινέσεις, αντί για νέους εμφυλίους.
Η χώρα κάποια στιγμή – και δεν εννοώ απλώς την ημέρα των εκλογών – θα κληθεί να επιλέξει: αντισυστημικός εθνικολαϊκισμός ή αντισυστημικές μεταρρυθμίσεις;
Μόνο μη μου πείτε «να γυρίσουμε πίσω» επειδή το μπροστά και την ελπίδα τα καπηλευτήκαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.