«Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, εν μέσω γενικής κοινωνικής κατακραυγής και κοινωνικής εξέγερσης, πνέει τα λοίσθια και βρίσκεται μπροστά σε ανυπέρβλητο αδιέξοδο», τόνισε ο επικεφαλής της Λαϊκής Ενότητας, Παναγιώτης Λαφαζάνης, μιλώντας το Σάββατο σε εκδήλωση στο Εργατικό Κέντρο Κορίνθου, «σε μια συγκέντρωση που σπάνια έχει κάνει Αριστερά με τόσο κόσμο στην πόλη», όπως επισημαίνεται σε σχετικό δελτίο της ΛΑΕ.
Ο Παν. Λαφαζάνης σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι οι πιστωτές, προκειμένου να επιτύχουν την εφαρμογή του τρίτου μνημονίου «πιέζουν σφοδρότατα για το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης, με όλα τα μνημονιακά συνεταιράκια μαζί, από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ, ως το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, τους Κεντρώους και τη ΝΔ του Κυρ. Μητσοτάκη».
«Φυσικά αυταπατώνται. Εκεί που απέτυχε οικτρά και τώρα καταρρέει, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να περισωθεί αλλά θα βουλιάξει γρήγορα κάτω από την μπότα του τρίτου μνημονίου και η οποιαδήποτε μνημονιακή οικουμενική κυβέρνηση», τόνισε ο επικεφαλής της ΛΑΕ, συμπληρώνοντας: «Το τρίτο μνημόνιο θα καταπιεί, θα διασύρει και θα εξευτελίσει όσους το στηρίζουν και πολύ περισσότερο όσους επιχειρήσουν να το εφαρμόσουν».
Αναφέρθηκε, επίσης, στις άσφαιρες, όπως είπε, απειλές κυβερνητικών στελεχών για εκλογές αν υπάρξουν, τάχα, παράλογες απαιτήσεις των πιστωτών, που συνιστούν «φαιδρούς λεονταρισμούς εσωτερικής κατανάλωσης μιας απολύτως παραδομένης κυβέρνησης, που έχει προσφέρει γη και ύδωρ στους νεοαποικιοκράτες κηδεμόνες της χώρας», σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση «βλέπει με τρόμο τις εκλογές γιατί θα συνεπιφέρουν τον πλήρη διασυρμό και τον καταποντισμό της ίδιας και των πρωτεργατών της».
«Οι εκλογές αυτό που θα επιτύχουν, θα είναι ένα μεγάλο βήμα για να σαρωθούν τα μνημόνια και το μνημονιακό σκηνικό και για να ανοίξει ο δρόμος, ώστε μπει η χώρα με ένα ευρύ μέτωπο γνήσια αριστερών, ριζοσπαστικών και αντιμνημονιακών δυνάμεων σε μια νέα προοδευτική τροχιά διεξόδου και ανασυγκρότησης», υπογράμμισε ο Παν. Λαφαζάνης:
Στη συνέχεια αναφέρθηκε σε βασικές προγραμματικές θέσεις για τη διέξοδο της χώρας από την κρίση, υπογραμμίζοντας ότι αν η χώρα δεν αντιμετωπίσει ριζοσπαστικά το δίδυμο χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, δεν έχει κανένα απολύτως μέλλον. «Και ριζοσπαστική αντιμετώπιση του χρέους σημαίνει αγώνας για τη διαγραφή του δημόσιου χρέους, μαζί με σεισάχθεια και γενναία ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους. Παράλληλα, πρώτη προτεραιότητα έχει η διεκδίκηση του γερμανικού κατοχικού δανείου και των γερμανικών επανορθώσεων, πράγμα που εμποδίζουν οι μέχρι σήμερα εθελόδουλες κυβερνήσεις», σημείωσε.
Επισήμανε, επίσης, ότι «η ριζοσπαστική αντιμετώπιση του οικονομικού κατήφορου, απαιτούν την άμεση εθνικοποίηση-κοινωνικοποίηση των τραπεζών, προκειμένου οι τελευταίες, αντί να πνίγουν την οικονομία και την κοινωνία, να παίξουν έναν εντελώς διαφορετικό ρόλο, αποκλειστικά αναπτυξιακό, παραγωγικό και κοινωνικό, και να καταστούν μοχλός οικονομικής ανάκαμψης και ενός νέου οικονομικού-κοινωνικού προτύπου».
Τέλος, ο επικεφαλής της ΛΑΕ τόνισε ότι πρέπει να συσταθεί άμεσα Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για να διερευνηθεί «το μέγα σκάνδαλο της τρίτης πρόσφατης ανακεφαλαιοποίησης, αλλά και των προηγούμενων ανακεφαλαιοποιήσεων», αλλά και «το πώς εκχωρήθηκαν “τζάμπα” οι τράπεζες σε ξένα κερδοσκοπικά κεφάλαια, και να αποδοθούν οι πελώριες πολιτικές και ποινικές ευθύνες που υπάρχουν». «Αυτά τα σκάνδαλα δεν θα αφήσουμε να ξεχαστούν και να κουκουλωθούν, και οι αυτουργοί τους πρέπει να ξέρουν ότι θα λογοδοτήσουν παραδειγματικά», υπογράμμισε.
Ο Λαφαζάνης ζήτησε, επίσης, την άμεση και πλήρη απόσυρση των αντιασφαλιστικών και φοροεξοντωτικών προτάσεων της κυβέρνησης, επισημαίνοντας ότι «τα άγρια μέτρα αύξησης των εισφορών και περικοπής των συντάξεων δεν λαμβάνονται για τη διάσωση του ασφαλιστικού συστήματος, αλλά για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του τρίτου μνημονίου».
Σημείωσε σε αυτό τη σημείο ότι η ΛΑΕ κατέθεσε πρόσφατα αναλυτική πρόταση για τη στήριξη και την ανασυγκρότηση του δημόσιου κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, ενώ επεξεργάζεται και θα παρουσιάσει σύντομα αναλυτικότερη πρόταση για ένα δίκαιο και απλό φορολογικό σύστημα, εργαλείο δίκαιης αναδιανομής του πλούτου και ανάπτυξης της χώρας. Στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος, ανέφερε, θα ακυρωθούν άδικοι φόροι, «όπως ο δουλοπαροικιακός ΕΝΦΙΑ και ο αντιπαραγωγικός φόρος στο κρασί», θα μειωθούν δραστικά οι συντελεστές του ΦΠΑ πρώτα απ’ όλα στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, ενώ θα υπάρξει γενικό αφορολόγητο γι’ όλα τα φυσικά πρόσωπα ανεξαρτήτως απασχόλησης, στο ύψος των 12.000 ευρώ.
«Τα δημόσια έσοδα δεν πρόκειται να τονωθούν με τη φορολεηλασία και την εξόντωση των οικονομικά αδύνατων και των μικρομεσαίων στρωμάτων, αλλά πρώρα απ’ όλα με την ανάπτυξη και την πάταξη της φοροδιαφυγής, που προϋποθέτει, όμως, δίκαιες, και απλές φορολογικές ρυθμίσεις και τον έλεγχο των μεγάλων κερδών, των μεγάλων περιουσιών και των μεγάλων εισοδημάτων», τόνισε ο Παν. Λαφαζάνης.
Τόνισε, ακόμα, ότι «πρέπει να σταματήσει αμέσως η ιδιωτικοποίηση και το ξεπούλημα της Ελλάδας». Αντίθετα, όπως προσέθεσε, όλοι οι στρατηγικοί κλάδοι και τομείς της ελληνικής οικονομίας θα πρέπει να περάσουν υπό δημόσια ιδιοκτησία, δημόσια-κοινωνική διαχείριση και να ανασυγκροτηθούν πλήρως, ώστε με τον πιο αποδοτικό τρόπο να καταστούν εργαλεία αναπτυξιακής απογείωσης της χώρας.
«Η ελληνική οικονομία το πρώτο και κύριο που έχει ανάγκη, είναι πολύ ισχυρή ρευστότητα για μια ευρεία επενδυτική χρηματοδότηση της με άκρως ευνοϊκούς όρους και σχεδόν μηδενικά επιτόκια. Αυτές τις ώρες η Ελλάδα χρειάζεται ένα τουλάχιστον διπλάσιο, παραγωγικά αναπροσανατολισμένο και αποτελεσματικό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και μια πολύ γενναία χρηματοδότηση, πρώτα απ’ όλα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με ρήτρες επένδυσης, απασχόλησης και διαφύλαξης των εργασιακών δικαιωμάτων», υπογράμμισε ο επικεφαλής της ΛΑΕ και συμπλήρωσε:
«Μια τέτοια απόλυτα αναγκαία ισχυρή επενδυτική ρευστότητα στην οικονομία, με σχεδόν μηδενικά επιτόκια, μόνο η έξοδος από την Ευρωζώνη και η συγκρότηση εθνικού νομίσματος μπορεί να διασφαλίσει. Η Ελλάδα με μια νέα αντιμνημονιακή κυβέρνηση που θα προχωρήσει στην έξοδο από την Ευρωζώνη και το πέρασμα της Κεντρικής Τράπεζας υπό εθνικό, δημοκρατικό και κοινωνικό έλεγχο, θα μπορεί να διαμορφώσει μια νέα εθνική νομισματική πολιτική και μια νέα εθνική πολιτική επιτοκίων, μέσω των οποίων θα προσφέρει ένα μεγάλο κύμα επενδυτικής ρευστότητας στο δημόσιο και τον ιδιωτικό χώρο, για μια επενδυτική άνοιξη στον τόπο με νέα πλαίσια και νέους προσανατολισμούς και με κατεύθυνση ένα νέο προοδευτικό και δίκαιο οικονομικοκοινωνικό πρότυπο, σοσιαλιστικής προοπτικής».