Η νομοθεσία που ισχύει για τις εθνικές, τις δημοτικές και τις ευρωεκλογές θα ισχύσει και για τη διεξαγωγή των δημοψηφισμάτων, σύμφωνα με τη ρύθμιση που επεξεργάζεται η κυβέρνηση και αναμένεται να έλθει σύντομα προς ψήφιση στη Βουλή.
Θα στηθούν κανονικά κάλπες, θα διεξάγονται Κυριακή από την ανατολή ως τη δύση του ηλίου, η ψηφοφορία θα είναι μυστική και θα εποπτεύεται από δικαστικούς αντιπροσώπους, δικαίωμα ψήφου θα έχουν οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους και τα αποτελέσματά της θα ανακοινώνονται αμέσως μόλις κλείνουν οι κάλπες με την ίδια ακριβώς διαδικασία η οποία ακολουθείται στις εθνικές εκλογές.
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες στο tovima.gr, με τη νομοθετική ρύθμιση για τη διενέργεια των δημοψηφισμάτων, την οποία άρχισε να επεξεργάζεται κατ’ εντολήν του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου ο Ι. Ραγκούσης και ολοκληρώθηκε από τον νυν υπουργό Εσωτερικών Χάρη Καστανίδη, προσαρμόζεται ο εκτελεστικός νόμος 350/1976 στη συνταγματική αναθεώρηση του 1986.
Έτσι, όπως προβλέπεται στο νέο θεσμικό πλαίσιο, το δημοψήφισμα διενεργείται 20 ημέρες μετά την έκδοση του σχετικού Διατάγματος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ταυτόχρονα, εισάγονται δύο νέες καινοτομίες, που προβλέπονται στο άρθρο 44 του υφιστάμενου Συντάγματος: Πρώτον, δημοψήφισμα είναι δυνατόν να διενεργηθεί όχι μόνο για «κρίσιμο εθνικό θέμα», όπως ίσχυε πριν από την αναθεώρηση, αλλά και για «ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα εκτός από τα δημοσιονομικά». Δεύτερον, η διενέργεια των δημοψηφισμάτων δεν είναι πλέον στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Δύο μέθοδοι
Στο νέο πλαίσιο ορίζεται ότι για τη διενέργεια δημοψηφίσματος που έχει σχέση με κρίσιμο εθνικό θέμα θα πρέπει να υπάρξει πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου προς τη Βουλή, η οποία θα αποφασίσει με απόλυτη πλειοψηφία των βουλευτών (151 ψήφοι).
Έτσι, για παράδειγμα, αν το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει ότι θα πρέπει να διενεργηθεί δημοψήφισμα με το ερώτημα «ευρώ ή δραχμή», για το αν δηλαδή η χώρα θα παραμείνει ή θα φύγει από την ευρωζώνη, οφείλει να θέσει την απόφασή του προς έγκριση από τη Βουλή.
Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τη διενέργεια δημοψηφίσματος για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν απαιτείται πρόταση από το Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά από τα 2/5 του συνόλου των βουλευτών. Θα πρέπει δηλαδή να προτείνουν τη διενέργεια δημοψηφίσματος 120 βουλευτές.
Η πρόταση αυτή τίθεται σε ψηφοφορία και θα πρέπει να εγκριθεί από τα 3/5 του συνόλου των βουλευτών, δηλαδή 180 βουλευτές.
Πάντως κατά τη διάρκεια της ίδιας βουλευτικής περιόδου δεν θα είναι δυνατόν να υποβληθούν περισσότερες από δύο προτάσεις δημοψηφίσματος για νομοσχέδια που αφορούν σοβαρά κοινωνικά ζητήματα.
Και «λευκή» ψήφος
Τα δημοψηφίσματα και στις δύο περιπτώσεις _ και για εθνικά θέματα και για νομοσχέδια _ προκηρύσσονται με σχετικό Διάταγμα που υπογράφεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Τα ακριβή ερωτήματα όμως που θα τίθενται στην κρίση του λαού θα διατυπώνονται από ειδική επιτροπή, ενώ το κύρος του δημοψηφίσματος ελέγχεται από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 του Συντάγματος.
Στην περίπτωση κατά την οποία κάποιο νομοσχέδιο, όπως είναι για παράδειγμα ο εκλογικός νόμος, τεθεί προς δημοψήφισμα, τότε αναστέλλονται η έκδοση και η δημοσίευσή του από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, παρ’ ότι θα έχει ψηφιστεί από τη Βουλή.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα εγκρίνει τον σχετικό νόμο και θα τον αποστείλει προς δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μόνο στην περίπτωση που υπερψηφιστεί από το εκλογικό σώμα στο δημοψήφισμα. Στην περίπτωση βεβαίως που καταψηφιστεί υπερισχύει η ετυμηγορία των πολιτών όπως εκφράστηκε στο δημοψήφισμα.
Στη διαδικασία διενέργειας δημοψηφισμάτων ενσωματώνονται όλα τα ζητήματα της εκλογικής νομοθεσίας. Έτσι, κατά την ψηφοφορία θα γίνεται χρήση και λευκών ψηφοδελτίων, κάτι που δεν ίσχυε στο παρελθόν, όπως ακριβώς συμβαίνει και στις εθνικές εκλογές.
Οι πολίτες δεν θα ψηφίζουν «ναι» ή «όχι», δεν θα τάσσονται μόνο «υπέρ» ή «κατά», αλλά θα έχουν και την ευχέρεια να ρίξουν «λευκό» _ τα οποία δεν θα προσμετρούνται στο αποτέλεσμα.
Παράλληλα, ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν τους όρους διενέργειας των δημοψηφισμάτων, κυρίως όσον αφορά την παρουσίαση των διαφορετικών θέσεων από τα πολιτικά κόμματα στα μέσα ενημέρωσης, με τη μεταφορά της νομοθεσίας που ισχύει σε κάθε προεκλογική περίοδο.